Βουλή των Ελλήνων

ΕΔΡΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ - Νομοθεσία
 / Βουλή των Ελλήνων


ΠΡΑΚΤΙΚΑ ΒΟΥΛΗΣ
Ζ' ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΒΟΥΛΗ
Ι' ΠΕΡΙΟΔΟΣ (ΠΡΟΕΔΡΕΥΟΜΕΝΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ)
ΣΥΝΟΔΟΣ Α'
ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΗ PΝΘ'
Πέμπτη 26 Απριλίου 2001
-----------------------------------------------

../..
Β. ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΕΥΤΙΚΟΣ ΕΛΕΓΧΟΣ
../..
4) Συζήτηση επικαίρων ερωτήσεων:
../..
β) Προς τον Υπουργό Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων, σχετικά με το διορισμό εκπαιδευτικών μουσικής αγωγής στα δημόσια σχολεία,
../..

Γ. ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ
1. Συζήτηση επί της πρότασης νόμου αρμοδιότητας του Υπουργείου Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων: "Εθνικός Διάλογος για την Παιδεία και συγκρότηση Σχετικών Επιτροπών",
ΟΜΙΛΗΤΕΣ
Α. Επί των επικαίρων ερωτήσεων:
ΑΡΓΥΡΗΣ Ε.,
ΕΥΘΥΜΙΟΥ Π.,
ΚΑΛΑΦΑΤΗΣ Α.,
ΠΟΛΥΖΟΣ Ε.,
ΣΚΥΛΛΑΚΟΣ Α.,
ΧΑΙΤΙΔΗΣ Ε.,
ΧΟΥΡΜΟΥΖΙΑΔΗΣ Γ.,
Β. Επί της πρότασης νόμου αρμοδιότητας του Υπουργείου Εθνικής
Παιδείας και Θρησκευμάτων:
ΕΥΘΥΜΙΟΥ Π.,
ΚΑΛΟΣ Γ.,
ΚΑΣΤΑΝΙΔΗΣ Χ.,
ΚΟΥΒΕΛΗΣ Φ.,
ΣΠΗΛΙΟΠΟΥΛΟΣ Α.,
ΤΑΛΙΑΔΟΥΡΟΣ Σ.
ΧΟΥΡΜΟΥΖΙΑΔΗΣ Γ.

../..

ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ (Κωνσταντίνος Γείτονας): Κύριοι συνάδελφοι, εισερχόμαστε στη συζήτηση των ΕΠΙΚΑΙΡΩΝ ΕΡΩΤΗΣΕΩΝ
../..
ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ (Κωνσταντίνος Γείτονας):
../..
Επόμενη είναι η δεύτερη με αριθμό 829/23-4-2001 επίκαιρη ερώτηση του Βουλευτή του Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδας κ. Γεωργίου Χουρμουζιάδη προς τον Υπουργό Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων, σχετικώς με το διορισμό εκπαιδευτικών μουσικής αγωγής στα δημόσια σχολεία.
Η επίκαιρη ερώτηση του κ. Χουρμουζιάδη έχει ως εξής:
"'Οταν επιτακτική ανάγκη είναι η μαζική αλλά και η ουσιαστική διδασκαλία του μαθήματος της Μουσικής στην εκπαίδευση, με το νόημα που δίνει η παιδαγωγική επιστήμη στην αισθητική αγωγή, η Κυβέρνηση αρνείται να προχωρήσει στο μαζικό διορισμό εκπαιδευτικών από τους αποφοίτους των πανεπιστημιακών τμημάτων μουσικών σπουδών. Αντιθέτως, η κατάργηση της επετηρίδας το 1997 είχε ως αποτέλεσμα να μην περιληφθούν σ'αυτήν και να μη διοριστούν οι μετέπειτα πτυχιούχοι των ΑΕΙ. Επίσης η πρόσφατη προκήρυξη διαγωνισμού του ΑΣΕΠ διευκολύνει την παρέμβαση και ευνοεί τον ιδιωτικό τομέα (βλ. Ιδιωτικά Ωδεία), δεν αντιμετωπίζει όμως την κάλυψη των κενών της δημόσιας εκπαίδευσης.
Ερωτάται ο κύριος Υπουργός: σε έναν κλάδου που ούτε "ο πλεονασμός αποφοίτων" μπορεί να σταθεί σαν επιχείρημα για την κατάργηση της επετηρίδας ούτε "η αξιοκρατική επιλογή", όταν παραμερίζεται με διαγωνισμούς η επιστημονική ειδίκευση και τα κενά συνεχίζουν να καλύπτουν, κατά πλειοψηφία ως ωρομίσθιοι, απόφοιτοι αδιαβάθμητων μη πανεπιστημιακών ιδρυμάτων, θα προχωρήσει η Κυβέρνηση στην ακύρωση του διαγωνισμού του ΑΣΕΠ και σε μαζικούς διορισμούς εκπαιδευτικών μουσικής αγωγής απευθείας από την επετηρίδα, όπου θα πρέπει να εγγραφούν και να συνεχίσουν να εγγράφονται οι πτυχιούχοι των αντίστοιχων τμημάτων των ΑΕΙ;".
Ο Υπουργός Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων κ. Ευθυμίου έχει το λόγο.

ΠΕΤΡΟΣ ΕΥΘΥΜΙΟΥ (Υπουργός Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων): 'Ηθελα να απαντήσω στην ερώτηση του κ. Χουρμουζιάδη λέγοντας ότι και στα δύο σκέλη της ερώτησής του δεν πρέπει να είναι ακριβή τα στοιχεία που του έχουν παρασχεθεί.
Κατ' αρχήν θέλω να τονίσω κατηγορηματικά ότι με την ισχύουσα νομοθεσία στις προσλήψεις των μουσικών προηγούνται οι απόφοιτοι των μουσικών τμημάτων των πανεπιστημίων και εφόσον δεν συμπληρωθούν οι θέσεις καθ'οιονδήποτε τρόπο από τους απόφοιτους, προστίθενται οι απόφοιτοι των ωδείων, που πάντως εγώ δεν θα τους χαρακτήριζα ως ενίσχυση της ιδιωτικής εκπαίδευσης, καθώς, όπως γνωρίζετε, το πτυχίο των ωδείων αποκτάται και παρέχεται η δυνατότητα πρόσβασης στην εκπαίδευση με κρατική πιστοποίηση.
'Αρα έχουμε ένα καθεστώς κατά το οποίο προηγούνται και στο μόνιμο διορισμό και στην αναπλήρωση οι πτυχιούχοι των μουσικολογικών τμημάτων των πανεπιστημίων και έπονται οι απόφοιτοι των ωδείων.
Δεύτερον, και με τον ΑΣΕΠ η πρόσληψη πραγματοποιείται με την ίδια προτεραιότητα. Πρώτα εξαντλούνται οι θέσεις των αποφοίτων των τμημάτων ψυχολογίας και εφόσον καλυφθούν οι θέσεις από αυτούς προστίθενται οι των ωδείων και φυσικά είναι κοινό το πλαίσιο των εξετάσεων για λόγους αδιάβλητης σχέσης των εξεταζομένων με το τελικό αποτέλεσμα.
Θα ήθελα επίσης να παρατηρήσω ότι από την επετηρίδα που ξέρετε ότι ως το 2003 αποτελεί μια βάση άντλησης μόνιμου εκπαιδευτικού προσωπικού, υπάρχει το εξής παράδοξο. Στην προκύρηξη του 2000 που κάναμε για πενήντα τρεις θέσεις καθηγητών Μουσικής από την επετηρίδα ανταποκρίθηκαν μόνο τέσσερις από τους εκατόν τριάντα εγγεγραμμένους, πράγμα που προφανώς δεν σημαίνει αβελτηρία της Κυβερνήσεως, αλλά επιλογή ελεύθερη των κληθέντων προς μόνιμο διορισμό, οι οποίοι δεν ανταποκρίθηκαν.
'Αρα θα έλεγα ότι δεν είναι πρόβλημα η σχέση των αποφοίτων μουσικολογικών τμημάτων με τους αποφοίτους ωδείων, εφόσον προτάσσονται
πάντα και κατ'αναπλήρωση των μη καλυφθέντων προσέρχονται οι απόφοιτοι των ωδείων. Το ίδιο ισχύει και στις δύο κατηγορίες και στις κατηγορίες των γενικών μουσικών και τις κατηγορίες των μουσικών δεξιοτήτων, που προορίζονται μόνο για τα μουσικά σχολεία και με αυτήν τη διαδικασία πραγματοποιείται και ο διαγωνισμός ΑΣΕΠ που έχει προκηρυχθεί και φέτος, δηλαδή σε αυτήν την περίοδο 2001 θα έχουμε εξακόσιες ενενήντα δύο διορισμούς μουσικών.

ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ (Κωνσταντίνος Γείτονας): Ο κ. Χουρμουζιάδης έχει το λόγο.

ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΧΟΥΡΜΟΥΖΙΑΔΗΣ: Ευχαριστώ, κύριε Πρόεδρε.
Θα ήθελα να πω ότι η απάντηση του κυρίου Υπουργού ίσως καλύπτει, ικανοποιεί, δεν ξέρω ποιο ρήμα είναι πιο κατάλληλο, το συνδικαλιστικό στοιχείο αυτής της κίνησης των αποφοίτων με την οποία θέλουμε να δείξουμε ότι αδικούνται από την προκήρυξη του διαγωνισμού. Η διαβεβαίωση του κυρίου Υπουργού ότι θα προσληφθούν οι απόφοιτοι, αυτό φυσικά δίνει μια απάντηση ιδιαίτερα στο ηθικό στοιχείο, γιατί οι απόφοιτοι των μουσικολογικών σπουδών των πανεπιστημίων θεωρούνται ως θιγόμενοι και στην επιστημονική τους συνείδηση αλλά και στην κοινωνική. 'Οτι ενώ έχουν σπουδές μουσικολογικές καλούνται να πάρουν μέρος σε ένα διαγωνισμού, όπου επίσης καλούνται και οι απόφοιτοι -αυτό πρέπει να το δεχθείτε, κύριε Υπουργέ- που δεν έχουν διαβαθμισθεί όσον αφορά την ποιότητα των σπουδών. Αυτό τους προσβάλλει και είναι ενδεχόμενο να κληθούν να υπηρετήσουν την καλλιτεχνική μας εκπαίδευση με ένα, θα έλεγε κανείς, μειονέκτημα ότι διεκδικούν τις θέσεις τους με άλλους πτυχιούχους μουσικών σπουδών, που δεν είναι του δικού τους επιπέδου. Δεν ξέρω αν μία τέτοια απόφαση για το διαγωνισμό πραγματικά δουλεύει στην κατεύθυνση της αναβάθμισης της μουσικής αγωγής των σχολείων μας. 'Ισως, λοιπόν, χρειάζεται περισσότερη προσοχή όσον αφορά την επιλογή των εκπαιδευτικών, που θα υπηρετήσουν την καλλιτεχνική εγκύκλια εκπαίδευση της χώρας μας.

ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ (Κωνσταντίνος Γείτονας): Ο κύριος Υπουργός έχει το λόγο.

ΠΕΤΡΟΣ ΕΥΘΥΜΙΟΥ (Υπουργός Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων): Θα ήθελα να προσθέσω για λόγους πλήρους ακριβείας ότι αυτό που είπα δεν είναι γενικώς πολιτική βούληση του Υπουργείου, είναι αποτυπωμένο σε συγκεκριμένη εγκύκλιο Δ2 10386/15.9.2000 με την οποία συγκεκριμενοποιείται ότι οι πτυχιούχοι ωδείων προσλαμβάνονται μόνον εφόσον εξαντλούνται οι πίνακες με τους αποφοίτους τμημάτων μουσικών σπουδών ΑΕΙ. Παρ'όλα αυτά, επειδή γνωρίζω ότι ο κοινοβουλευτικός έλεγχος για τον κ. Χουρμουζιάδη έχει πάντα συγκεκριμένο περιεχόμενο, αφού έχουμε συμφωνήσει επί της αρχής ότι προηγούνται οι πτυχιούχοι μουσικολογικών σχολών και ο ίδιος ως πανεπιστημιακός πρέπει να γνωρίζει πάντως ότι έχουμε ουσιώδη νομιμοποιημένο ρόλο και των αποφοίτων ωδείων οι οποίοι έχουν το πλεονέκτημα ότι σε συγκεκριμένες ειδικεύσεις είναι σε θέση να λειτουργούν πιο συγκριμένα στα ζητήματα αγωγής, στα ζητήματα των μουσικών σχολείων ιδιαίτερα, διότι τα μουσικολογικά μαθήματα έχουν πολύ γενικές κατευθύνσεις και ίσως πρέπει να σκεφθούμε τον εμπλουτισμό ακριβώς από την ώρα που προσδιορίζουμε ότι πάμε και για εκπαιδευτική διαδικασία μέσα στη δομή της δευτεροβάθμιας και πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης. Ευχαριστώ.
../..

ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ (Κωνσταντίνος Γείτονας): Κύριοι συνάδελφοι, εισερχόμαστε στην ημερήσια διάταξη της ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ
Προτάσεις νόμων: Μόνη συζήτηση επί της αρχής, των άρθρων και του συνόλου της πρότασης νόμου αρμοδιότητας του Υπουργείου Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων: "Εθνικός Διάλογος για την Παιδεία και συγκρότηση Σχετικών Επιτροπών".
Για τη συζήτηση της παραπάνω πρότασης νόμου ορίζεται από τη Νέα Δημοκρατία ως Κοινοβουλευτικός Εκπρόσωπος ο Βουλευτής Α' Πειραιώς κ. Γεώργιος Καλός.
Επίσης, ορίζεται ως ειδικός αγορητής από το Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδας ο Βουλευτής κ. Γεώργιος Χουρμουζιάδης.
Ο εισηγητής της Νέας Δημοκρατίας κ. Σπύρος Ταλιαδούρος έχει το λόγο.

ΣΠΥΡΙΔΩΝ ΤΑΛΙΑΔΟΥΡΟΣ: Κύριε Πρόεδρε, θα ήθελα πριν από όλα να εκφράσω τη λύπη μου που μία τόσο σημαντική πρόταση νόμου, που αφορά την παιδεία και το μέλλον της χώρας, συζητείται σήμερα, που το ενδιαφέρον της κοινής γνώμης είναι σε ένα άλλο μεγάλο θέμα, το ασφαλιστικό. Oύτε συνάδελφοι βρίσκονται στην Αίθουσα ούτε δημοσιογράφοι, να καλύψουν το θέμα. Συνεπώς η συζήτηση αυτή δυστυχώς θα είναι απαρατήρητη από την κοινή γνώμη.

ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ (Κωνσταντίνος Γείτονας): Η ζωή όμως συνεχίζεται, κύριε συνάδελφε.

ΣΠΥΡΙΔΩΝ ΤΑΛΙΑΔΟΥΡΟΣ: Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, το εκπαιδευτικό σύστημα της χώρας μας κατά τη διαδρομή του χρόνου και ιδιαίτερα κατά την τελευταία πενταετία έχει υποστεί αλλεπάλληλες αλλαγές, μεταρρυθμίσεις και λοιπές μεταβολές. Ενδεικτικό είναι ότι την τελευταία πενταετία είχαμε τρεις Υπουργούς Παιδείας και τρεις διαφορετικές εκπαιδευτικές πολιτικές, η καθεμία από τις οποίες ακύρωνε και αναιρούσε την προηγούμενη.
Πιστεύω ότι η κρίση, στην οποία είναι βυθισμένη η εκπαίδευση στην πατρίδα μας, οφείλεται κατά κύριο λόγο σε αυτές τις συνεχείς εκπαιδευτικές αλλαγές, στη διαρκώς αναθεωρούμενη και αυτοαναιρούμενη πολιτική που εφαρμόζεται αυτά τα χρόνια. Μια πολιτική που, όπως είπα και πριν, αναιρείται και ακυρώνεται από Υπουργό σε Υπουργό της ίδιας Κυβέρνησης, του ιδίου κόμματος, με τη συγκατάθεση πάντα του Πρωθυπουργού. Και αυτό συμβαίνει γιατί χαράσσεται πρόχειρα, αποσπασματικά, χωρίς μακρόπνοο σχεδιασμό και χωρίς ολοκληρωμένη εκπαιδευτική φιλοσοφία. Η κάθε μεταβολή του εκπαιδευτικού συστήματος έχει αποδειχθεί ιστορικά ότι δεν ήταν προϊόν ενός μακρόπνοου σχεδιασμού και στρατηγικής. 'Ηταν, κατά κύριο λόγο, αποτέλεσμα πολιτικών αποφάσεων της στιγμής, οι οποίες ελαμβάνοντο πολλές φορές με βάση εμπειρικά βιώματα, προσωπικά δεδομένα, συμφέροντα συντεχνιακά και ατομικά, ελλιπείς πληροφορίες και συχνά υπό την πίεση των γεγονότων και εφήμερων καταστάσεων. Οι αποφάσεις για την παιδεία λαμβάνονταν κατά κύριο λόγο μέσα από έναν κλειστό κύκλο δήθεν ειδημόνων, οι οποίοι αποτελούσαν το άλλοθι των κυβερνητικών επιλογών.
Οι μετέχοντες στο εκπαιδευτικό γίγνεσθαι αποκλειόντουσαν, γιατί ο κοινωνικός διάλογος για τα θέματα της παιδείας εθεωρείτο και θεωρείται από την Κυβέρνηση αδιανόητος να πραγματοποιηθεί.
Βέβαια, θεσπίστηκαν όργανα διαλόγου -επισημάνθηκαν κατά τη συζήτηση στην κοινοβουλευτική επιτροπή και από τον εισηγητή του ΠΑ.ΣΟ.Κ.- τα οποία όμως δυστυχώς, έμειναν στα χαρτιά. Για παράδειγμα το Ε.Σ.Υ. το οποίο επί δεκαπέντε χρόνια κατέστη ανενεργό. Απλώς υπάρχουν διάφοροι νόμοι, οι οποίοι μεταβάλλουν το νομικό του καθεστώς χωρίς, όμως, να έχει λειτουργήσει ουσιαστικά. Και κάποια άλλα επιμέρους όργανα όπως το Σ.Α.Π., ή το Σ.Τ.Ε., συνεδρίασαν μεν,αλλά για να επισφραγίσουν προειλημμένες κυβερνητικές αποφάσεις ή να εκφέρουν κάποιες γνώμες, όπως για παράδειγμα η εισαγωγή φοιτητών στα πανεπιστήμια οι οποίες, όμως, στο σύνολό τους δεν γίνονταν αποδεκτές.
Η έλλειψη συνεπώς συγκροτημένου εθνικού διαλόγου για την παιδεία και κατά συνέπεια η αδυναμία χάραξης μιας μακρόπνοης εκπαιδευτικής πολιτικής, είχε οδυνηρά επακόλουθα στο εκπαιδευτικό σύστημα και στους μετέχοντες σε αυτό. Η επίλυση εκπαιδευτικών προβλημάτων μεταφέρθηκε από το τραπέζι του διαλόγου στο πεζοδρόμιο και στους εισαγγελείς, με αποκλειστική ευθύνη της Κυβέρνησης και σήμερα σε επικοινωνιακά τρικ ωραιοποίησης της κατάστασης.
Βεβαίως, ως συνήθως, το ΠΑ.ΣΟ.Κ. άλλα έλεγε το 1991, όταν ήταν στην Αντιπολίτευση και ο σημερινός Πρωθυπουργός ήταν τότε επικεφαλής, υπεύθυνος, του τομέα παιδείας. Σας διαβάζω από την εφημερίδα "ΤΑ ΝΕΑ", 14.2.1991, ότι έλεγε τότε πως: "απαιτείται μία νέα πολιτική στο χώρο της εκπαίδευσης που θα έχει την ευρύτερη δυνατή συναίνεση, η οποία θα προκύψει από διάλογο. Η ευθύνη για την πραγματοποίηση του διαλόγου θα πρέπει να ανατεθεί σε ένα συμβούλιο της εκπαίδευσης, στο οποίο θα συμμετέχουν το Υπουργείο Παιδείας, όλα τα κόμματα της Βουλής, οι φορείς της εκπαίδευσης και εκπρόσωποι των πρυτάνεων των Α.Ε.Ι. και των προέδρων των Τ.Ε.Ι." Βεβαίως, οι δηλώσεις αυτές ξεχάστηκαν, όταν ο κ. Σημίτης έγινε Πρωθυπουργός.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, το διαρκές "ράβε ξήλωνε" στην εκπαίδευση, τα σπασμωδικά ασύνδετα και αντικρουόμενα μέτρα, που κατά καιρούς λαμβάνονται και κυρίως η απουσία κοινωνικού διαλόγου είναι οι κύριοι λόγοι που έχουν οδηγήσει σε κρίση στο χώρο της παιδείας. Για να τεκμηριώσω αυτήν τη θέση μου θα ήθελα να σας αναφέρω ορισμένα παραδείγματα από τους χώρους της εκπαίδευσης.
Το ενιαίο λύκειο έχει μετατραπεί σε ένα απέραντο εξεταστικό κέντρο.
Μόνο το 1/4 των μαθητών, σύμφωνα με τα πορίσματα πρόσφατης έρευνας, δηλώνει ότι είναι ικανοποιημένο από την καθημερινή διδακτική πράξη στο σχολείο. Οι μαθητές έχουν καταφύγει έντρομοι και μαζικά στη φροντιστηριακή υποστήριξη το κόστος της οποίας υπερβαίνει το
ενάμισι εκατομμύριο (1.500.000) δραχμές για κάθε ελληνική οικογένεια. Σύμφωνα με στοιχεία έρευνας αγγίζουν τα διακόσια τριάντα δισεκατομμύρια (230.000.000.000) δραχμές σε ετήσια βάση τα έξοδα των γονιών για δίδακτρα το 1999, πράγμα που αναιρεί στην πράξη και τη δωρεάν παιδεία και τις ίσες εκπαιδευτικές ευκαιρίες. Οι νέοι τρέχουν και δεν προλαβαίνουν. Σχολείο, φροντιστήριο αποτελεί τη μόνιμη διαδρομή τους με συνεχή μελέτη πολλές φορές σε άχρηστη ύλη, η οποία τους εξαντλεί. Γενικότερα τα προγράμματα εξωδιδακτικής στήριξης πληρωμένα κατά 75% από την Ευρωπαϊκή 'Ενωση δεν πετυχαίνουν το στόχο τους.
Στα ΤΕΕ η κατάσταση είναι τραγική. Ελλείψεις σε βιβλία, σε υποδομές, σε εκπαιδευτικό προσωπικό χωρίς επαγγελματικά δικαιώματα. Είναι γεγονός αναμφισβήτητο ότι η τεχνική και επαγγελματική εκπαίδευση είναι χρήσιμη και απαραίτητη στον τόπο μας. Δημιουργείται παιδεία δύο ταχυτήτων, αφού σύμφωνα με πορίσματα έρευνας του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών οι μαθητές των ιδιωτικών σχολείων εμφανίζουν αισθητά μεγαλύτερα ποσοστά επιτυχίας από εκείνους των δημοσίων. Και οι μαθητές των αστικών περιφερειών υπερτερούν εκείνων της περιφέρειας. Η παιδεία υποχρηματοδοτείται.
Δεν είναι τυχαίο ότι η χώρα μας βρίσκεται στην τελευταία θέση στην Ευρωπαϊκή 'Ενωση από πλευράς εκπαιδευτικών δαπανών και στις πρώτες από πλευράς ανεργίας και μάλιστα πτυχιούχων πανεπιστημίων και ΤΕΙ.

(Στο σημείο αυτό την Προεδρική 'Εδρα καταλαμβάνει ο Β' Αντιπρόεδρος της Βουλής κ. ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΣΓΟΥΡΙΔΗΣ).

Οι εκπαιδευτικοί ουσιαστικά έχουν εγκαταλειφθεί. Χωρίς κατάλληλη κατάρτιση, με ανύπαρκτη επιμόρφωση και με χαμηλότερες αποδοχές καλούνται να εφαρμόσουν μία πολιτική η οποία αλλάζει συνεχώς.
Τα σχολεία για είκοσι σχεδόν χρόνια έχουν μείνει χωρίς διοίκηση, αφού ο λυκειάρχης και ο γυμνασιάρχης στερούνται ουσιαστικών αρμοδιοτήτων, στερούνται κινήτρων εξέλιξης, ενώ και το θέμα της αξιολόγησης των εκπαιδευτικών ύστερα από τις ατυχείς ρυθμίσεις του ν. 2525/97 παραμένει ανενεργό.
Η υλικοτεχνική υποδομή έχει τεράστιες αδυναμίες και ελλείψεις. Μόνο το 25% των λυκείων διαθέτει εργαστήριο πληροφορικής. Το εκπαιδευτικό σύστημα στο σύνολό του, αλλά και οι συνιστώσες του ουσιαστικά όλα αυτά τα χρόνια δεν υφίστανται την οποιαδήποτε αντικειμενική αξιολόγηση ως προς το παραγόμενο έργο.
Η τριτοβάθμια εκπαίδευση βρίσκεται σε μια έκρυθμη κατάσταση αφ' ενός λόγω των άστοχων χειρισμών της Κυβέρνησης στο θέμα των Τ.Ε.Ι. και αφ' ετέρου λόγω της ελλιπούς χρηματοδότησής της. Αυτή η κατάσταση δημιουργεί ανησυχίες για το μέλλον του επιστημονικού δυναμικού της πατρίδας μας. Η σύνδεση με την παραγωγή δεν έχει επιτευχθεί. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι ότι από τη μία πλευρά έχουμε μεγάλο αριθμό άνεργων πτυχιούχων και από την άλλη με μεγάλη ζήτηση σε ορισμένες ειδικότητες και κλάδους.
Δυσάρεστη έκπληξη απετέλεσαν τα αποτελέσματα του διαγωνισμού του ΑΣΕΠ για τις προσλήψεις εκπαιδευτικών. Μόλις ένας στους τρεις πτυχιούχους που διαγωνίστηκαν πέτυχε να υπερβεί τη βάση. Το γεγονός αυτό είναι ιδιαίτερα ανησυχητικό, αν μάλιστα αναλογιστεί κανείς ότι η ίδια ακριβώς εικόνα είχε καταγραφεί και κατά τον πρώτο διαγωνισμό του ΑΣΕΠ.
'Οταν, λοιπόν, πτυχιούχοι των πανεπιστημίων δεν είναι ικανοί να ανταποκριθούν σε μία μάλλον εύκολη εξεταστική διαδικασία, γεννάται σοβαρό ζήτημα ως προς την ποιότητα των πτυχίων που απονέμουν τα ελληνικά πανεπιστήμια. Γεννώνται ερωτήματα για τον τρόπο λειτουργίας των πανεπιστημίων και για τη διαδικασία παραγωγής πτυχιούχων. Ακόμη γεννώνται ερωτήματα ως προς τη δυνατότητα ανταγωνισμού των πτυχιούχων των ελληνικών πανεπιστημίων με τους αντίστοιχους πτυχιούχους των πανεπιστημίων της Ευρωπαϊκής 'Ενωσης. Γεννώνται και ερωτήματα ως προς την απορρόφηση αυτών των πτυχιούχων από τις ελληνικές επιχειρήσεις, δεδομένου ότι αυτές δίνουν μεγαλύτερη σημασία στα ουσιαστικά προσόντα και όχι στα τυπικά.
Τέλος, γεννιώνται ερωτήματα για το μέλλον αυτού του τόπου.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, εν όψει όλων αυτών των δεδομένων, η Νέα Δημοκρατία με επιμονή ζητάει τον εθνικό διάλογο για την παιδεία. Κατέθεσε σχετική πρόταση το Δεκέμβριο του 1998, η οποία όμως δεν έγινε δεκτή από την κυβερνητική Πλειοψηφία το Δεκέμβριο του 1999. Δυστυχώς, η στάση της Κυβέρνησης του ΠΑ.ΣΟ.Κ. έδειξε ότι δεν έχει καμία αλλαγή στη νοοτροπία. Πιστεύαμε ότι μετά τις εκλογές του 2000 θα αναλογιζόταν τις ευθύνες της και ότι το Υπουργείο Παιδείας θα προχωρούσε σε συνετά εκπαιδευτικά μέτρα μετά από διάλογο, εξασφαλίζοντας τη μεγίστη δυνατή συναίνεση. Η ιστορία, όμως, συνεχίζεται.
Σοβαρά θέματα που έχουν οδηγήσει το εκπαιδευτικό σύστημα σε αδιέξοδο, επιδιώκεται να επιλυθούν αποσπασματικά, χωρίς να εντάσσονται σε μία γενικότερη πολιτική. Είναι ώρα πλέον να εγκαταλειφθούν και ο ερασιτεχνισμός και η νοοτροπία του ράβε-ξήλωνε που ταλαιπωρούν την εκπαίδευση. Η σύνθεση και η συναίνεση μέσα από ένα θεσμοθετημένο και δομημένο εθνικό διάλογο, πρέπει να είναι το ζητούμενο. Διανύουμε ήδη τον 21ο αιώνα, αλλά η παιδεία μας βρίσκεται αγκυλωμένη στο χθες, τη στιγμή μάλιστα που τα εκπαιδευτικά ευρωπαϊκά συστήματα ανοίγονται δυναμικά στο αύριο. Γιατί εκείνο που έχει σήμερα σημασία, πέρα από το εξεταστικό που κατ'επανάληψη έχει απασχολήσει και την Εθνική Αντιπροσωπεία, αλλά και την Κυβέρνηση για το τι μέτρα θα πάρει, είναι η ουσία και το επίπεδο της παρεχόμενης εκπαίδευσης στον τόπο μας. Είναι η αναμόρφωση των προγραμμάτων σπουδών, η διδασκαλία ξένων γλωσσών, η ποιότητα των διδακτικών βιβλίων, η ενίσχυση της υλικοτεχνικής υποδομής, η βελτίωση του επιστημονικού και μισθολογικού επιπέδου των διδασκόντων, η αξιολόγηση της εκπαίδευσης συνολικά, το επίπεδο της χρηματοδότησης, ο τρόπος κατανομής των πιστώσεων και ο περιορισμός της κατασπατάλησης πόρων. Κυρίως σήμερα, που έχουμε εισέλθει στην εποχή της επανάστασης στη γνώση και στην τεχνολογία και η διάχυσή της αποτελεί κυρίαρχο κορμό ανάπτυξης και προόδου των σύγχρονων πολιτισμών και κρατών, οφείλουμε να αναζητήσουμε τις αναγκαίες και ικανές συνθήκες ισορροπίας μεταξύ των αγορών και των αυτόνομων κοινοτήτων των πανεπιστημίων και των ΤΕΙ, ως φορέων παραγωγής και διάχυσης της γνώσης. Μόνο αν το πετύχουμε αυτό θα οδηγηθούμε και στην Ελλάδα στην κοινωνία της γνώσης και της τεχνολογίας. Διαφορετικά, θα μείνουμε στο περιθώριο των διεθνών εξελίξεων.
Συνεπώς υπάρχει ανάγκη διαλόγου, ώστε να δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις συγκερασμού απόψεων, με παράλληλη αποκομματικοποίηση των θεμάτων της παιδείας, που πάντα θα παραμένει ένα κατ'εξοχήν πολιτικό ζήτημα.
Αυτό ακριβώς, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, είναι το πνεύμα της πρότασης νόμου που καταθέσαμε με πρώτο τον Πρόεδρο της Νέας Δημοκρατίας, τον Κώστα Καραμανλή, για να υπογραμμίσουμε τη σημασία που δίνει η Νέα Δημοκρατία στη δημιουργία ενός μόνιμου και ελεύθερου πλαισίου ανοιχτού διαλόγου. Πρέπει να συνεννοηθούν τα κόμματα όχι μόνο σε επίπεδο κομματικών εκπροσώπων, αλλά και σε επίπεδο εμπειρογνωμόνων, που θα είναι νομιμοποιημένοι από τα κόμματα, ως προτεινόμενοι από αυτά, για να εκφράζουν κάποιες ιδεολογικές και εκπαιδευτικές αρχές, τις οποίες εκφράζει το κάθε κόμμα.
Προτείνουμε, συνεπώς, να συσταθεί ένα ευέλικτο όργανο κεντρικού σχεδιασμού και χάραξης εκπαιδευτικής πολιτικής, στο οποίο θα συμμετέχουν εκπρόσωποι των κομμάτων, όπως ανέφερα προηγουμένως, αλλά και των φορέων της εκπαίδευσης.
Προτείνουμε επίσης τη δημιουργία ενός οργάνου διακομματικής συναίνεσης, το οποίο θα καθορίζει το αντικείμενο, τα όργανα, τη διαδικασία και τις λεπτομέρειες, διεξαγωγής ενός εθνικού διαλόγου για την παιδεία και για τη χάραξη μιας μακρόπνοης εθνικής στρατηγικής.
Κύριε Υπουργέ, βεβαίως με την πρότασή μας δεν πλήττεται η αρχή της πλειοψηφίας, αφού η πολιτική ευθύνη, η πρωτοβουλία και η τελική επιλογή των μελών της επιτροπής, που προέρχονται από τον εκπαιδευτικό χώρο και λοιπών επιστημών, ανήκουν σε σας, στον Υπουργό Παιδείας, ενώ συμμετέχουν εξίσου εκπρόσωποι της εκπαιδευτικής κοινότητας.
'Ετσι επιτυγχάνεται μία ισόρροπη σύνθεση, με το προβάδισμα να ανήκει στον Υπουργό Παιδείας και τη συναίνεση και τη συμμετοχή όλων των κομμάτων της Βουλής.
Προτείνουμε τα πορίσματα αυτών των επιτροπών να είναι δεσμευτικά για τα κόμματα, ώστε οι κεντρικοί άξονες της πολιτικής στην εκπαίδευση η να παραμένουν σταθεροί.
Η παιδεία απαιτεί όραμα και σχεδιασμό για να πετύχουμε συγκεκριμένους στόχους που χρειαζόμαστε. Για να επιτευχθεί όμως κάτι τέτοιο χρειάζεται διάλογος, η μέγιστη διακομματική συναίνεση και η σύνθεση των απόψεων όλων. Οι καιροί δεν επιτρέπουν οποιαδήποτε καθυστέρηση. 'Ηδη, το διεθνές εκπαιδευτικό περιβάλλον κινείται με μεγάλη ταχύτητα για να προσαρμοστεί στα νέα διεθνή δεδομένα και θέτει όλους μας προ σοβαρών ευθυνών.
Χρειάζονται συνεπώς γενναίες αποφάσεις, αποφάσεις που θα δεσμεύουν το μέλλον της χώρας μας και θα καθορίζουν την εκπαίδευση για πολλά χρόνια. Τέτοιες όμως μεγάλες αποφάσεις δεν μπορούν να προέλθουν από έναν Υπουργό ο οποίος πιθανόν αύριο να αλλάξει από την ίδια την Κυβέρνηση, αλλά ούτε και από ένα κόμμα, το οποίο σήμερα είναι στην Κυβέρνηση. Πρέπει να είναι προϊόν ενός ευρύτατου και συγκροτημένου εθνικού διαλόγου για την παιδεία, όπου θα συμμετέχουν όλοι και τα πορίσματα θα δεσμεύσουν την πολιτεία για ένα μακρύ χρονικό διάστημα, τουλάχιστον σε ό,τι αφορά τους κεντρικούς άξονες της εκπαιδευτικής πολιτικής.
Γι' αυτό, λοιπόν, θεωρούμε ότι είναι σήμερα περισσότερο από ποτέ άλλοτε αναγκαία η θεσμοθέτηση αυτού του πλαισίου εθνικού και μόνιμου διαλόγου. Είναι η τελευταία ευκαιρία που έχουν όλες οι πολιτικές δυνάμεις του τόπου να αρθούν υπεράνω κομματικών και συντεχνιακών συμφερόντων και να αντιμετωπίσουμε τα θέματα της παιδείας όπως πραγματικά είναι, εθνικά.
Για τους λόγους αυτούς, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, ζητούμε να γίνει δεκτή η πρόταση νόμου που έχουμε καταθέσει.
Σας ευχαριστώ.

(Χειροκροτήματα από την πτέρυγα της Νέας Δημοκρατίας)

ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ (Παναγιώτης Σγουρίδης): Ο κ. Καστανίδης έχει το λόγο.

ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ ΚΑΣΤΑΝΙΔΗΣ: Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, η εισήγηση του κυρίου συναδέλφου της Νέας Δημοκρατίας μου θύμισε περισσότερο την ανάπτυξη επερωτήσεως. Και αυτό το αντιλαμβάνομαι διότι δεν κατανοώ πώς άλλως θα μπορούσε να υποστηριχθεί μία πρόταση, η οποία στερείται περιεχομένου και προσανατολισμού.
Η πρόταση νόμου της Νέας Δημοκρατίας λέγει το εξής πολύ απλά:
Προτείνει τη συγκρότηση μιας επιτροπής, η οποία σε μικρό χρονικό διάστημα θα υποδείξει πώς θα γίνει ο διάλογος για την παιδεία και ποια θα είναι η άλλη επιτροπή που θα καταλήξει σε κοινά αποδεκτά συμπεράσματα.
Δεν αντιλαμβάνομαι, γιατί πρέπει να κάνεις μια μικρή επιτροπή διακομματικής υφής, που θα αποφασίσει πώς άλλοι θα διεξάγουν το διάλογο. Γι' αυτά τα πράγματα ξέρετε ότι δεν χρειάζονται επιτροπές. Υπάρχουν τρόποι άτυπης και πολύ ουσιαστικής συνεννοήσεως χωρίς τη σύσταση επιτροπών.
Επειδή, λοιπόν, στερείται, κατά την άποψή μου, ιδιαίτερης σοβαρότητας η πρόταση της Νέας Δημοκρατίας, θα σας πω γιατί στερείται και περιεχομένου.
Ο ν. 2327/1995 προβλέπει, όπως ξέρετε, τη σύσταση του Εθνικού Συμβουλίου Παιδείας. Το Εθνικό Συμβούλιο Παιδείας, σύμφωνα και με τις διατάξεις που τροποποίησαν τον 2327, περιλαμβάνει τρία τμήματα εκ των οποίων το ένα τμήμα είναι αρμόδιο να συζητά θέματα της γενικής εκπαίδευσης, της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, με την υποστήριξη μάλιστα τεχνοκρατών, ειδημόνων και εμπειρογνωμόνων, καθώς επίσης και με τη συμμετοχή κοινωνικών φορέων.
'Ηδη, λοιπόν, μέσα στο Εθνικό Συμβούλιο μπορεί να βρεθεί ο τόπος όπου η διακομματική συνεννόηση μπορεί να καταστεί πραγματικότητα για το μεγάλο εθνικό μας θέμα που είναι η παιδεία. 'Αλλωστε, σας είναι γνωστό ότι ο Υπουργός Παιδείας έχει ορίσει μίαν προθεσμία εντός της οποίας τα κόμματα, όπως και οι φορείς, καλούνται να υποβάλουν τις απόψεις τους, προκειμένου να αναζητηθούν κοινά αποδεκτές λύσεις.
Το κυριότερο, όμως, όλων, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, είναι ότι ήδη από το 1995 προβλέπεται η ύπαρξη διακομματικής επιτροπής και για την παιδεία. Με το ν. 2333 του θέρους του 1995 προβλέπεται η σύσταση τριών εθνικών διακομματικών επιτροπών.
Η πρώτη διακομματική επιτροπή έχει ως αποστολή τη συζήτηση θεμάτων εξωτερικής πολιτικής και άμυνας. Η δεύτερη διακομματική επιτροπή αναζητεί λύσεις για το μεγάλο θέμα της Δημόσιας Διοίκησης. Και η τρίτη διακομματική επιτροπή, που προβλέπεται από το ν. 2333, αφορά στα θέματα της εκπαίδευσής μας, της παιδείας μας.
'Αρα προβλέπεται ήδη από ισχύοντα και μη καταργηθέντα ή τροποποιηθέντα νόμο η ύπαρξη εθνικής διακομματικής επιτροπής. Μάλιστα η σύνθεση αυτής της επιτροπής είναι η ακόλουθη: Επικεφαλής είναι ο Υπουργός Παιδείας με αναπληρωτή του τον Υφυπουργό Παιδείας, συμμετέχουν εκπρόσωποι των κομμάτων, Βουλευτές δηλαδή ως εκπρόσωποι των κομμάτων που εκπροσωπούνται στο εθνικό ή το ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο καθώς επίσης συμμετέχει και ο Πρόεδρος της αντίστοιχης Διαρκούς Κοινοβουλευτικής Επιτροπής;
Προβλέπεται δε στο ν. 2333 ότι προκειμένου να υποστηριχθεί το επιστημονικό και τεχνοκρατικό έργο της επιτροπής μπορεί να ενισχύεται από την παρουσία ειδικών επιστημόνων. Και ασφαλώς οι κοινωνικοί φορείς μπορεί να προστρέχουν υποβάλλοντας τις απόψεις τους.
'Αρα από τη στιγμή που διαθέτουμε διακομματική επιτροπή, εννοώ ότι προβλέπεται κατά το νόμο, γιατί δεν συνεστήθη ποτέ αυτή η διακομματική επιτροπή, ποία η χρεία να νομοθετήσουμε την ύπαρξη μιας ακόμη διακομματικής επιτροπής, Είναι προφανές ότι προτείνω την απόρριψη της προτάσεως νόμου της Νέας Δημοκρατίας.
Εάν για κάτι θα εγκαλούσα την Κυβέρνηση, το είπα αυτό και στην αρμόδια κοινοβουλευτική επιτροπή, είναι το ότι μέχρι τώρα δεν συγκρότησε την επιτροπή που προβλέπεται από τον ν. 2333. Το πρόβλημά μας σ' αυτόν τον τόπο είναι ότι όλοι ομιλούμε για το διάλογο, αλλά ελάχιστοι τον εννοούμε. Και όταν πολλές φορές πιεζόμενοι από τις πραγματικές, πολιτικές και κοινωνικές, συνθήκες αναγκαζόμαστε να νομοθετήσουμε την ύπαρξη επιτροπών διαλόγου, συμβαίνει μετά από λίγο καιρό να τις ξεχνάμε, αφήνοντάς τες στην αδράνεια και στη λησμονιά.
Το μεγάλο θέμα είναι να συγκροτήσουμε τις επιτροπές που ήδη προβλέπονται από το νομικό μας πλαίσιο και όχι να ιδρύσουμε νέες.
Κυρία και κύριοι συνάδελφοι, ο διάλογος είναι πολύ σημαντικό θέμα και μια πολύ μεγάλη ανάγκη για τη δημόσια ζωή του τόπου. Μπορεί μέσω του διαλόγου να καταλήγουμε σε εθνικές συμφωνίες, σεβαστές από όλους, που ανοίγουν νέους δρόμους για τον εθνικό μας βηματισμό και την επίλυση των μεγάλων προβλημάτων. Αλλά όπως είπα πριν, το πρόβλημα στη χώρα μας είναι ότι οι διακηρύξεις περί διαλόγου ακολουθούνται από συστηματική υπονόμευση στην πράξη. Ποια είναι η σκοπιμότητα στην εφαρμογή μιας θεσμοκρατικής λογικής όταν στερούμαστε του πολιτισμού του διαλόγου; Το μεγάλο θέμα είναι ότι οι ποικιλώνυμες μορφές εξουσίας έχουν πλέον απωλέσει από την αίσθηση των κοινωνικών αναγκών της χώρας. Οι ποικιλώνυμες μορφές εξουσίας αισθάνονται ότι μπορούν να βουλεύονται, να αποφασίζουν και να δρουν μακράν του λαϊκού κριτηρίου και των αγωνιών του πολίτη. Αυτό είναι το πρόβλημα. Λείπει ο πολιτισμός του διαλόγου γιατί εξορίσθηκε από τους κομματικούς φορείς. Θα υπενθύμιζα, και η παρατήρησή μου αφορά το σύνολο του πολιτικού κόσμου και των πολιτικών κομμάτων, δηλαδή δεν εξαιρώ ούτε την Κυβέρνησή μου ούτε το κόμμα μου, στον κ. Ταλιαδούρο ότι την περίοδο 1990-1993 που κυβερνούσε η Νέα Δημοκρατία, ο κ. Σουφλιάς είχε διαφορετική πολιτική από εκείνην του κ. Κοντογιαννόπουλου. Συνεπώς, όταν παρατηρούμε για τους άλλους ότι οι πολιτικές αλλάζουν από Υπουργό σε Υπουργό, ας σκεφθούμε ότι το ίδιο μπορεί να αφορά και το κόμμα μας. Εκτός εάν αυτά λέγονται ως αυτοκριτική, οπότε υπάρχει ελπίδα να διορθώσουμε τα κακώς κείμενα.
Ο διάλογος, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, είναι μία βαθιά βιωματική σχέση με την κοινωνία και τις ανάγκες της. Αυτήν τη σχέση την έχεις η την αποκτάς με τα χρόνια, την καλλιεργείς και την αναδεικνύεις. Θα χρειαστεί να περάσει ίσως λίγος χρόνος ακόμα, μέχρις ότου τα πολιτικά κόμματα αποδείξουν ότι οι διευθυντικές τους ελίτ δεν απώλεσαν το δώρο να κατανοούν τι θέλει ο πολίτης.
Μέχρι τότε, καλό είναι να κάνουμε όλοι προσπάθεια να υπενθυμίζουμε την αναγκαιότητά του διαλόγου. Πάντως εκείνο που δεν χρειαζόμαστε είναι το είδος των προτάσεων που κατέθεσε η Νέα Δημοκρατία. Προτείνω για τους λόγους που σας είπα να αρνηθούμε την πρόταση της Νέας Δημοκρατίας.
Ευχαριστώ.

ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ (Παναγιώτης Σγουρίδης): Ο κ. Χουρμουζιάδης ως ειδικός αγορητής του Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδος έχει το λόγο.

ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΧΟΥΡΜΟΥΖΙΑΔΗΣ: Συμφωνώντας με τις περιγραφές που διατύπωσε λίγο πιο πριν ο κ. Καστανίδης, όσον αφορά τον πολιτισμό των διαλόγων που σήμερα ισχύει, θα ήθελα να προσθέσω ένα πολύ γενικότερο σχόλιο, να πω δηλαδή ότι αυτές οι δύο κατηγορίες, διάλογος και επιτροπή, δύο κατηγορίες που πρέπει να έχουν άμεση, λειτουργική σχέση με την ανάπτυξη των κοινωνικών σχέσεων, έχουν χάσει όχι μόνο τον πολιτισμικό τους χαρακτήρα, αλλά ακόμα και το λειτουργικό και το μεθοδολογικό.
Από την άλλη πλευρά έχουμε διαλόγους, οι επιτροπές οι οποίες στηρίζονται σε μία πεπερασμένη χρονική διάρκεια, έχουν μία δεδομένη και ασφυκτικά αναγκαστική θεματολογία, οπότε εκ των προτέρων ξέρουμε πού θα καταλήξει και ο διάλογος και η επιτροπή, γι'αυτό τελικά δεν λειτουργούν με τον τρόπο που οραματίζεσθε, κύριε Καστανίδη. Και φοβούμαι ότι αυτή η απορία ή αυτή η άρνηση πρέπει ακριβώς να θεμελιώνει και την αρνητική τοποθέτηση απέναντι στην πρόταση της Νέας Δημοκρατίας.
Θυμούμαι όταν ήμουν μέλος μίας συγκλήτου και η συζήτηση οδηγούνταν σε μία σειρά αντεγκλίσεων και δεν φαινόταν καμία προοπτική ότι η σύγκλητος θα κατέβει σε ένα θετικό αποτέλεσμα, ο επικεφαλής της συγκλήτου έσκυβε και μου έλεγε, πάμε για επιτροπή. Πιστεύω όμως ότι έτσι από τη μία πλευρά θα δινόταν ευκαιρία να δημιουργηθούν οι σχετικοί συσχετισμοί, αλλά και κατά βάθος μία ελπίδα να χαθεί το θέμα.
Για να μην πάει, λοιπόν, και η υπόθεση της παιδείας στην παγίδα μίας τέτοιας απαξιωτικής διαδικασίας, δεν νομίζω ότι έχουμε ανάγκη από τη συγκρότηση νέων επιτροπών και από την έναρξη νέων διαλόγων. Θα την είχαμε αυτή αν τελικά τόνο ο διάλογος όσο και οι επιτροπές δεν θα έρχονταν να ενταχθούν μέσα σε υπολανθάνουσες ειλημμένες αποφάσεις. Δηλαδή η πολιτική για την παιδεία, για την εκπαίδευση αυτήν τη στιγμή είναι δεδομένη, το δρόμο που θα πάρει, τις κατευθύνσεις που θα ακολουθήσει, τις αποφάσεις, τις ρυθμίσεις, τις νομοθετήσεις. Επομένως μία οποιαδήποτε επιτροπή, ένας οποισδήποτε διάλογος για να μας δίνει την ελπίδα ότι θα οδηγούσε σε ένα θετικό αποτέλεσμα, θα έπρεπε ταυτόχρονα να ελπίζουμε ότι θα μπορούσαν και οι επιτροπές αυτές και οι διάλογοι να ανατρέψουν την πολιτική που ασκείτε. Αυτό όμως νομίζω ότι δεν είναι δυνατό στον καιρό μας, γι' αυτό και αυτή η διστακτική ως αρνητική θέση απέναντι στην αναγγελία συγκρότησης νέων επιτροπών στην έναρξη νέων διαλόγων. Φοβούμαι, λοιπόν, ότι οι νέες επιτροπές δεν προωθούν εκσυγχρονιστικές λύσεις και προτάσεις για την εκπαίδευσή μας. Συντηρούν απλώς μια συμβατική αντίληψη για το ελληνικό σχολείο και το εντάσσουν στα πλαίσια μιας πολιτικής που ακούει πιο πολύ στις προοπτικές της νεοφιλελεύθερης ανάπτυξης, μιας ανάπτυξης, δηλαδή, που θεωρεί βασικά χαρακτηριστικά της σύγχρονης κοινωνίας την ελεύθερη αγορά, την ιδιωτικοποίηση, το κέρδος, τις ελεύθερες εργασιακές σχέσεις. Αυτό βέβαια δε σημαίνει, επειδή τα δύο μεγάλα κόμματα στεγάζουν τις προτάσεις τους κάτω από μια τέτοια αντίληψη, ότι εχθρεύονται το σχολείο ή τη νεολαία -κάθε άλλο- αλλά αυτή είναι η βασική τους πολιτική αντίληψη για την εκπαίδευση και γενικότερα για την παιδεία.
'Ετσι και εγώ ίσως δίνω την εντύπωση ότι εντάσσω αυτά τα σχόλιά μου σε μια διαδικασία επερώτησης και θα μου επιτραπεί να κάνω αυτά τα σχόλια για να προσανατολίσω και το ενδιαφέρον και την προσοχή αυτών που με ακούν αυτήν τη στιγμή. Η Κυβέρνηση, λοιπόν, θεμελιώνει οποιαδήποτε πρότασή της σχετικά με την εκπαίδευση και τη διαμόρφωση των συνθηκών ανάπτυξης του ελληνικού σχολείου, στη λεγόμενη μεταρρύθμιση είτε προσπαθώντας να την ανατρέψει εν μέρει, εκεί όπου δεν συμφωνεί με τις ρυθμίσεις που έχουν προταθεί από αυτήν είτε προσπαθώντας να τη βελτιώσει εγκαθιστώντας με τον τρόπο αυτό μια ασφυκτική -επιτρέψτε μου, κύριε Υπουργέ, να πω-στατικότητα στα παιδευτικά μας πράγματα. Θα μπορούσαμε να χαρακτηρίσουμε ως στατικότητα όλες αυτές τις ρυθμίσεις που νομοθετούνται τον τελευταίο καιρό από το Υπουργείο Παιδείας και που περιορίζονται σε πρακτικά θέματα, σχεδόν θα έλεγα λογιστικού χαρακτήρα. Την επανάσταση στην εκπαίδευση, που ασφαλώς πιστεύω ότι την οραματίζεσθε, κύριε Υπουργέ, δεν βλέπω με συγκεκριμένους τρόπους να την προωθείτε τουλάχιστον προς το παρόν.
'Ετσι, οι ρυθμίσεις που δεν αγγίζουν την εσωτερική δομή του εκπαιδευτικού μας συστήματος, δεν αγγίζουν τα γνωστικά περιεχόμενά της, τους συγκεκριμένους ιστορικούς της προσανατολισμούς, τον εκσυγχρονισμό των βιβλίων και την ορθολογική σύνδεση του ελληνικού σχολείου με την υπολογιστική τεχνολογία, όλες αυτές οι ρυθμίσεις ενισχύουν τελικά ένα ταξικό χαρακτήρα στα πράγματα του ελληνικού σχολείου.
'Οσον αφορά τη Νέα Δημοκρατία, πιστεύω πως και αυτή έχει τις ίδιες θέσεις για την παιδεία, έχουν, όμως και αυτές οι θέσεις της ένα καθαρά διακηρυκτικό χαρακτήρα και οι διαφορές τους από εκείνες της Κυβέρνησης τελικά εξαντλούνται σε μια σειρά από συνθηματολογικές προτάσεις, όπως καθαρά είναι η σημερινή πρόταση νόμου, όπως ανέλυσαν, στηριγμένοι στους νόμους που ήδη έχουν θεσπιστεί σ' αυτήν την κατεύθυνση -των επιτροπών που έχουν θεσπιστεί ήδη από το 1994- και γι' αυτό χάνουν και το περιεχόμενό τους και μένουν απλώς ως κείμενα διακηρυκτικά.
Επομένως αυτές οι θέσεις της Νέας Δημοκρατίας πιστεύω πως είναι μόνιμα παγιδευμένες στη γενική ουτοπία της συναίνεσης, που δεν σημαίνει τίποτε άλλο, παρά τη σφοδρή της επιθυμία να συμμετάσχει και αυτή ως δεύτερο μεγάλο κόμμα στην οικοδόμηση ενός εκσυγχρονισμένου σχολείου, αλλά με βάση τη νεοφιλελεύθερη λογική αυτού του σχολείου. Μάλιστα μας απογοητεύει καίρια το περιεχόμενο της πρότασής της, όπου προβλέπεται χρονικός περιορισμός μέσα στον οποίο θα πρέπει οι επιτροπές αυτές να καταθέσουν και τα πορίσματά τους.
Με κανέναν τρόπο δεν είμαστε εναντίον ενός διαλόγου ή της συγκρότησης κάποιων επιτροπών που θα έχουν, ενδεχομένως, ένα θετικό αποτέλεσμα, αλλά πρέπει να συνειδητοποιήσουμε ότι ένας χρονικός προσδιορισμός, για θέματα που καθημερινά εξελίσσονται, μειώνει, χαρακτηρίζει και χρεώνει, όλη αυτήν την πρόταση με ένα καθαρά υπηρεσιακό χαρακτήρα. Φυσικά και όταν αναφέρεται σε προτάσεις που ήδη έχουν ληφθεί για τη συγκρότηση επιτροπών που δυστυχώς δεν έχουν συγκροτηθεί, δεν έχουν λειτουργήσει, άρα έχουν ήδη εκφυλιστεί.
Η εκπαίδευση στην Ελλάδα δεν έχει ανάγκη από διοικητικές ρυθμίσεις. 'Εχει ανάγκη από επαναστατικές αλλαγές που θα έχουν ως κέντρο τον εργαζόμενο άνθρωπο και όχι μία προοπτική κερδοσκοπική, μία κερδοσκοπική αδηφαγία της ελεύθερης αγοράς.
Θα μπορούσαμε να πούμε "ναι" σε έναν ανοιχτό εθνικό διάλογο και -για να χρησιμοποιήσω την έκφραση της μόδας- "από μηδενική βάση". Σε έναν διάλογο που καθημερινά όμως θα τροφοδοτείται από αυτά που συμβαίνουν στη ζωή. Οι διάλογοι δεν πρέπει να έχουν τέλος. Πρέπει να αποτελούν ένα θεσμό καθημερινότητας.
Θα μας επιτρέψετε, όμως, να πούμε "όχι" στις ποικιλώνυμες επιτροπές, που τελικά μπορεί να δίνουν την ψευδαίσθηση ότι ένα θέμα αναπτύσσεται, αλλά τελικά μένουν έτσι ως κλειστό σύστημα, γιατί πολλές φορές αυτές οι επιτροπές δεν ανταλλάσσουν πληροφορίες με το περιβάλλον. Επομένως σύμφωνα με τον αδήριτο νόμο των συστημάτων, είναι καταδικασμένα και οι επιτροπές και οι διάλογοι να εκφυλιστούν, να αφανιστούν και στο τέλος να φύγουν από τη ζωή μας.
Γι' αυτό ακριβώς και εμείς δεν ψηφίζουμε την πρόταση της Νέας Δημοκρατίας.
Σας ευχαριστώ.

ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ (Παναγιώτης Σγουρίδης): Καλώς, κύριε Χουρμουζιάδη.
Ο κ. Φώτης Κουβέλης, Κοινοβουλευτικός Εκπρόσωπος του Συνασπισμού της Αριστεράς και της Προόδου, έχει το λόγο για είκοσι λεπτά.
Ορίστε, κύριε Κουβέλη.

ΦΩΤΗΣ ΚΟΥΒΕΛΗΣ: Κύριε Πρόεδρε, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,
αναγνωρίζω στην πρόταση των συναδέλφων της Νέας Δημοκρατίας την παραδοχή ότι μεγάλα ζητήματα, όπως αυτό της εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης, δεν είναι δυνατό να αντιμετωπίζονται από μια μόνο κυβέρνηση, την εκάστοτε κυβέρνηση, αλλά μετά από έναν ουσιαστικό διάλογο και -γιατί όχι;- μετά από συμφωνία μεταξύ των πολιτικών δυνάμεων.
Αναγνωρίζω κατά συνέπεια, κύριε Υπουργέ, αυτήν την τοποθέτηση των συναδέλφων της Νέας Δημοκρατία και λέω ότι είναι θετικό το γεγονός, πως έστω και σήμερα, είναι περισσότερες οι πολιτικές δυνάμεις οι οποίες αντιλαμβάνονται ότι τα ζητήματα όπως αυτό της παιδείας δεν είναι δυνατό να βρίσκονται στο μέσον μιας πολιτικής διελκυνστίνδας, η οποία ως πραγματικότητα έχει καταγραφεί στην πολιτική ζωή του τόπου εδώ και πολλά χρόνια.
Είναι ακριβές, όμως, αυτό που ανέφερε ο συνάδελφος ο κ. Καστανίδης. Κύριοι συνάδελφοι, υπάρχουν επιτροπές και για την παιδεία και για τη Δημόσια Διοίκηση και για την εξωτερική πολιτική. Παραμένουν, όμως, κενού περιεχομένου ρυθμίσεις για το λόγο ότι δεν έχουν συνεδριάσει, κύριε Πρόεδρε, ποτέ.
'Εχω την εμπειρία -καθόλου ευχάριστη- να είμαι τυπικά μέλος της Εθνικής Επιτροπής για τη Δημόσια Διοίκηση και να μην έχω συνεδριάσει στο πλαίσιο αυτής της επιτροπής για την αντιμετώπιση των μεγάλων ζητημάτων που απασχολούν το χώρο της Δημοσίαςν Διοικήσεως.
ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ (Παναγιώτης Σγουρίδης): Δεν έχουν στείλει, κύριε Κουβέλη, όλα τα κόμματα εκπροσώπους. Δεν αποδέχονται τις επιτροπές.
ΦΩΤΗΣ ΚΟΥΒΕΛΗΣ: Αντιλαμβάνομαι, κύριε Πρόεδρε, την παρατήρησή σας ως μια προσπάθεια εξωραϊσμού των πραγμάτων, δεν έχετε όμως δίκιο. Και δεν έχετε δίκιο, διότι και αν ακόμη υπάρχουν κόμματα ή κόμμα που δεν έχουν στείλει αντιπρόσωπο στη συγκεκριμένη επιτροπή, η επιτροπή αυτή θα μπορούσε να λειτουργήσει με όλους τους άλλους, διότι όλοι οι άλλοι, πλην εκείνων των κομμάτων που δεν επιλέγουν τη συμμετοχή τους, έχουν την πολιτική παραδοχή ότι πρέπει να λειτουργούν τέτοιες επιτροπές.
'Ετσι ακριβώς συμβαίνει και με την Εθνική Επιτροπή για την Παιδεία:
Δεν λειτούργησε. 'Οπως δεν λειτούργησε, κύριε Υπουργέ, -και δεν το χρεώνω προσωπικά σε σας- το Εθνικό Συμβούλιο Παιδείας.
Κύριοι συνάδελφοι, σε μία κρίσιμη στιγμή για την παιδεία μας, όταν ήταν γενικευμένη η απεργία των εκπαιδευτικών και η αποχή των μαθητών από τα σχολεία, ο Συνασπισμός της Αριστεράς και της Προόδου -και όχι μόνον αυτός- είχε την πρωτοβουλία να ζητήσει από τον τότε Υπουργό Παιδείας τη σύγκληση του Εθνικού Συμβουλίου Παιδείας, προκειμένου εκεί να αναπτυχθεί ένας διάλογος και να εξευρεθούν οι χρήσιμες λύσεις.
Ακούστε, κύριοι συνάδελφοι, τι εφευρέθηκε. Ο ίδιος ο τότε Υπουργός Εθνικής Παιδείας ανακάλυψε ότι δεν ήταν νόμιμη η σύνθεση του Εθνικού Συμβουλίου Παιδείας. Δηλαδή ο ίδιος ο Υπουργός, ο οποίος έπρεπε να αξιοποιήσει το Εθνικό Συμβούλιο Παιδείας για να διαμορφωθεί διέξοδος μέσα από τα αδιέξοδα που είχαν προκύψει, ανακάλυψε έλλειψη νομιμότητας στη σύνθεση του Εθνικού Συμβουλίου Παιδείας. Το λέω αυτό για να συμφωνήσω απόλυτα με τον κ. Καστανίδη σε τούτο: Δεν αρκεί να ομνύουμε στο όνομα του διαλόγου, αλλά πρέπει να έχουμε και την πολιτική επιλογή να σεβόμεθα το διάλογο και να αξιοποιούμε αυτό που ως κοινό τόπο μπορεί να αναδεικνύει η διαδικασία του διαλόγου. Διότι το να μετέχουν οι πολιτικές δυνάμεις, κύριοι συνάδελφοι, σε μια διακομματική επιτροπή, να αναλώνονται στο να καταθέτουν προτάσεις και να υπάρχει ο αυταρχισμός της εκάστοτε κυβέρνησης ο οποίος αποκρούει ωφέλιμες επιμέρους προτάσεις ή και συνολικότερες, τότε καθίσταται δώρον άδωρον, καθίσταται άλλοθι η λειτουργία της όποιας εθνικής επιτροπής για την αντιμετώπιση του όποιου κρίσιμου εθνικού ζητήματος, όπως τέτοιο ζήτημα είναι η υπόθεση της παιδείας.
Χαίρομαι, κύριε Πρόεδρε, όπως είπα εν αρχή της ομιλίας μου, που σήμερα και η Νέα Δημοκρατία προσέρχεται στην αντίληψη ότι υπάρχουν θέματα, όπως αυτό της παιδείας, της υγείας, της Δημόσιας Διοίκησης, της εξωτερικής πολιτικής τα οποία χρειάζονται τουλάχιστον μια διακομματική συνεννόηση και βεβαίως μια συνεννόηση η οποία σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να σημαίνει απαλλοτρίωση των απόψεων της όποιας πολιτικής δύναμης υπέρ κάποιων άλλων απόψεων. Το λέω αυτό γιατί οφείλουμε να θυμηθούμε, κύριοι συνάδελφοι, ότι όταν ο Συνασπισμός της Αριστεράς και της Προόδου, αυτό το μικρό από άποψη αριθμού Βουλευτών, πρότεινε τη σύσταση τέτοιων επιτροπών και ήταν το πρώτο, λοιδωρήθηκε. Και ήταν ένας επίμονος λόγος από το 1989 και συνέχεια. Το ενθυμείστε εσείς, κύριε Πρόεδρε, διότι είσαστε αρκετά παλαιός στη θέση αυτή.

ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ (Παναγιώτης Σγουρίδης): Συνομήλικος κοινοβουλευτικά με σας.

ΦΩΤΗΣ ΚΟΥΒΕΛΗΣ: Εν πάση περιπτώσει, σήμερα είναι θετικό ότι είναι περισσότεροι εκείνοι που αναγνωρίζουν ότι πρέπει οι πολιτικές δυνάμεις να συνεννοηθούν επί της ουσίας για τα ζητήματα που προανέφερα και ειδικότερα για το ζήτημα της παιδείας.
Κύριε Υπουργέ, δεν έχω καμία διάθεση στη σημερινή συνεδρίαση να μετατρέψω την ομιλία μου σε λόγο ελεγκτικό του κυβερνητικού έργου για τα θέματα της παιδείας, διότι δεν είναι αυτό σήμερα το ζητούμενο. Θέλω να ολοκληρώσω όμως λέγοντας βέβαια ότι δεν θα ψηφίσουμε την πρόταση, όχι γιατί δεν αναγνωρίζουμε ειλικρίνεια προθέσεων εκ μέρους των συναδέλφων της Νέας Δημοκρατίας, αλλά γιατί έχουμε επιτροπές.
Θέλω να πω τούτο: Κύριοι συνάδελφοι, εάν όλες οι πολιτικές δυνάμεις η κάθε μια από τη δική της θέση και με το περιεχόμενο των δικών της
προτάσεων, δεν συμβάλουν στο να αντιμετωπιστούν τα θέματα της παιδείας, φοβάμαι ότι θα μείνουμε ουραγοί μέσα στην Ενωμένη Ευρώπη, αλλά και την παγκόσμια κοινότητα. Γνωρίζετε πάρα πολύ καλά ότι είναι πολλοί οι υποστηρικτές της άποψης ότι οι χώρες που θα πρωταγωνιστήσουν στη νέα κατανομή της εργασίας θα είναι εκείνες οι οποίες κατά προτεραιότητα επενδύουν στο μεγάλο κεφάλαιο που λέγεται παιδεία. Βεβαίως, κύριε Υπουργέ, υπάρχει το ζήτημα του περιεχομένου της εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης. Υπάρχει το τεράστιο θέμα, κύριοι συνάδελφοι, τι εκπαιδευτική μεταρρύθμιση θέλουμε.
Θέλουμε εκπαιδευτική μεταρρύθμιση, που δεν θα διώχνει τους νέους έξω από το πλαίσιο της εκπαίδευσης; Θέλουμε εκπαιδευτική μεταρρύθμιση, η οποία δεν θα αποκτά στοιχεία ταξικότητας, όπως δυστυχώς έχει αποκτήσει τα τελευταία χρόνια; Με την επισήμανση ότι καταγράφουν οι στατιστικές πως οι νέοι και οι νέες που μένουν έξω από το εκπαιδευτικό πλαίσιο, είναι κυρίως εκείνοι και εκείνες που προέρχονται από τα οικονομικά ασθενέστερα στρώματα αυτού του τόπου. Αυτό, κύριε Πρόεδρε, είναι ζήτημα που αφορά το περιεχόμενο της εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης, αλλά σήμερα δεν είναι αυτό το ζήτημα που θέτει η πρόταση της Νέας Δημοκρατίας.
Απευθυνόμενος στον κύριο Υπουργό Παιδείας, τον καλώ να ακούσει τις φωνές και τις προτάσεις των άλλων πολιτικών δυνάμεων, να συγκαλέσει το Εθνικό Συμβούλιο Παιδείας, να μην περιοριστεί στο να γίνει ο παραλήπτης των γραπτών θέσεων των κομμάτων μόνο, αλλά να ενεργοποιήσει έναν, επί της ουσίας, ζωντανό και ειλικρινή διάλογο και με τις πολιτικές δυνάμεις, αλλά και με τους αρμόδιους φορείς. Νομίζω ότι κατεξοχήν αρμόδιος φορέας είναι εκείνος που εκφράζει τους συντελεστές της εκπαίδευσης, που πρωτίστως είναι οι ίδιοι οι εκπαιδευτικοί.
Με αυτές τις σκέψεις, κύριε Πρόεδρε, έχω ολοκληρώσει και για μια άλλη μια φορά επαναλαμβάνω ότι εμείς δεν θα ψηφίσουμε την πρόταση της Νέας Δημοκρατίας για τους λόγους που προανέφερα.
Ευχαριστώ.

ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ (Παναγιώτης Σγουρίδης): Ο κ. Σπηλιόπουλος έχει το λόγο.

ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΣ ΣΠΗΛΙΟΠΟΥΛΟΣ: Κύριε Πρόεδρε, κύριε Υπουργέ, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, ο νέος αιώνας έχει ήδη αρχίσει και οι χώρες του κόσμου, που ατενίζουν το μέλλον τους με αισιοδοξία, προετοιμάζονται για την αντιμετώπιση των απαιτήσεων της νέας κοινωνίας, της κοινωνίας της γνώσης και της πληροφορίας. Αυτή είναι η πρόκληση του μέλλοντος κι εμείς οι 'Ελληνες δεν θέλουμε και δεν πρέπει να μείνουμε πίσω. 'Ομως, το εκπαιδευτικό σύστημα της χώρας μας, στο κατώφλι του 21ου αιώνα, βρίσκεται αντιμέτωπο με πολλές και μεγάλες προκλήσεις, με τεράστια προβλήματα και με αξεπέραστα, όπως εξελίσσονται, αδιέξοδα.
Προσωπικά πιστεύω πως η μεγαλύτερη αιτία της κακοδαιμονίας που ταλανίζει το εκπαιδευτικό μας σύστημα, κύριε Υπουργέ, διαχρονικά, είναι η απουσία σοβαρού, υπεύθυνου και θεσμοθετημένου διαλόγου, σε συνδυασμό με το αίσθημα της παντογνωσίας και της μοναδικότητας που χαρακτήριζε και δυστυχώς συνεχίζει να χαρακτηρίζει τη συμπεριφορά των περισσότερων Υπουργών Παιδείας, οι οποίοι παρήλασαν από το Υπουργείο αυτό.
Αξίζει να αναφερθεί για την ιστορία του πράγματος ότι από το 1834 μέχρι σήμερα, μέσα σε εκατόν εξήντα επτά χρόνια, από το Υπουργείο Παιδείας πέρασαν εκατόν εβδομήντα Υπουργοί Παιδείας. Πλην ελαχίστων εξαιρέσεων, οι περισσότεροι εξ αυτών, αφού ενεδύθησαν με το μανδύα του μεταρρυθμιστή, με περισσή ευκολία επιχείρησαν να μεταρρυθμίσουν το εκπαιδευτικό μας σύστημα. Τα αποτελέσματα είναι σε όλους γνωστά, αναποτελεσματικότητα, ανατροπές επί ανατροπών, ράβε-ξήλωνε και αδιέξοδα με θύματα τους μαθητές, τους γονείς και τους εκπαιδευτικούς, ολόκληρη θα έλεγα την κοινωνία. Σε ένα τέτοιο κλίμα συνεχών μεταβολών, αναστολών, ανατροπών και συγκρούσεων ήταν αδύνατο να διαμορφωθεί μια στρατηγική επιτυχούς μεταρρύθμισης, πάντα κατά την άποψή μου.
Η πρότασή μας για θεσμοθέτηση εθνικού διαλόγου για την παιδεία είναι μία πρόταση, πιστεύω, ευθύνης, ταυτόχρονα όμως και μία έκφραση της αγωνίας μας για την κατάσταση που επικρατεί, αλλά, πιστεύω, και η τελευταία ευκαιρία που μας απομένει να αρθούμε πάνω από κομματικά και συντεχνιακά συμφέροντα, να συστρατευθούμε στη χάραξη και να δεσμευτούμε στη συνεπή και σταθερή εφαρμογή μιας μακρόπνοης εκπαιδευτικής πολιτικής, με βασικές αρχές και σταθερούς άξονες, δράσεις που θα έχουν προοπτική εικοσαετίας, όπως επίμονα υποστηρίζουμε. Η ανάγκη αυτή γίνεται σήμερα, κύριε Υπουργέ, επιτακτικότερη, ύστερα από τη διακήρυξη της Μπολόνια, την οποία, ενώ προσυπόγραψε, ο προκάτοχός σας μεγαλοπρεπέστατα, και καλώς κατά την άποψή μου, σήμερα προσποιείσθε ότι δεν την αναγνωρίζετε και την αφορίζετε, χωρίς αυτό να σας εμποδίζει να διπλασιάζετε κατά τις επιταγές της στους προπτυχιακούς φοιτητές, να υποχρηματοδοτείτε την ανώτατη εκπαίδευση, να δημιουργείτε διακόσια σαράντα προγράμματα μεταπτυχιακών σπουδών, τα οποία ήδη παρακολουθούν δεκαπέντε χιλιάδες μεταπτυχιακοί υπότροφοι. Για τα πενήντα εκ των οποίων -θα επιμένω να το επαναλαμβάνω-καταβάλλονται ετήσια δίδακτρα μέχρι και 2,5 δισεκατομμύρια δραχμές.
Nα επιχειρείτε την ανωτατοποίηση των Τ.Ε.Ι. ονομαστικά και ψευδεπίγραφα, όπως επισημάναμε και χθες, εμπαίζοντας τους πάντες και τα πάντα. Να βαφτίζετε κακήν κακώς ως μάστερ τα δύο τελευταία χρόνια σπουδών σε ορισμένες σχολές των Α.Ε.Ι. προκειμένου να τα εξευμενίσετε στη γνωστή αντιπαράθεσή τους με τα Τ.Ε.Ι. Αυτά δεν είναι, κατά την άποψή μου, σοβαρά και υπεύθυνα πράγματα.
Κύριε Υπουργέ, σας ζητάμε να καθίσουμε σε ένα τραπέζι, προκειμένου να συζητήσουμε για τα θέματα της παιδείας. Διάλογο σας ζητάμε και μάλιστα διάλογο θεσμοθετημένο, ειλικρινή, έντιμο, δημοκρατικό και με συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα.
Η απάντηση που μονίμως μας δίνετε ότι το αίτημά μας αυτό, που είναι αίτημα ολόκληρης της ελληνικής κοινωνίας και ολόκληρου του πολιτικού κόσμου, είναι ότι ο διάλογος αυτός θα γίνει μέσω του Ε.Σ.Υ.Π., το οποίο όμως παρά το ότι θεσμοθετήθηκε εδώ και δεκαπέντε χρόνια, ουδέποτε λειτούργησε -και ούτε πρόκειται βεβαίως να λειτουργήσει, δεν θέλω να γίνω μάντης κακών- και μέσω, μας λέτε, της Επιτροπής Μορφωτικών Υποθέσεων της Βουλής, στην οποία όμως έρχονται και συζητούνται προειλημμένες αποφάσεις, χωρίς αντικειμενικά να υπάρχουν περιθώρια για σοβαρές αλλαγές.
Εάν αυτή είναι η αντίληψή σας, κύριε Υπουργέ, για το διάλογο και για τον πολιτικό μας πολιτισμό, όπως επισήμαναν και οι προλαλήσαντες, τότε λυπάμαι βαθύτατα. Σας πληροφορώ, ότι διάλογο δεν κάνουν όσοι τον φοβούνται. Και το διάλογο τον φοβούνται όσοι δεν έχουν επιχειρήματα και φυσικά όσοι νομίζουν ότι τα γνωρίζουν όλα και όσοι θέλουν -θα προσέθετατον κομματικό έλεγχο του εκπαιδευτικού μας συστήματος, μια που ασχολείστε μόνο με τη διαχείριση της κρίσης του εκπαιδευτικού μας συστήματος, ακολουθώντας -όπως πολλές φορές επίσης επεσήμανα- τον εύκολο πάντοτε δρόμο της παιδοκολακίας και των εκπτώσεων.
Τα προβλήματα του εκπαιδευτικού μας συστήματος, επισημαίνονται απ' όλους τους διεθνείς οργανισμούς, τον ΟΟΣΑ, την Ευρωπαϊκή 'Ενωση, τη EUROSTAT κλπ. Σε όλα βρισκόμαστε στην τελευταία θέση. Να, γιατί αγωνιούμε. Αλήθεια, αυτό δεν σας ενοχλεί και δεν σημαίνει τίποτε για σας; Εμείς ανησυχούμε, γι' αυτό και σας καλούμε να συζητήσουμε. Να συζητήσουμε, κύριε Υπουργέ, για το μικρό ποσοστό των παιδιών ηλικίας πέντε ετών, που στη χώρα μας παρακολουθούν μαθήματα προσχολικής εκπαίδευσης. Βρισκόμαστε στο 40% όταν ο μέσος ευρωπαϊκός όρος είναι 90%. Αυτή είναι η διαφορά που μας χωρίζει.
Να συζητήσουμε, για τις διαστάσεις του φαινομένου της σχολικής διαρροής, για το ότι είκοσι πέντε ολόκληρα χρόνια ύστερα από την καθιέρωση της εννιάχρονης υποχρεωτικής εκπαίδευσης περισσότεροι από δεκαεπτά χιλιάδες μαθητές κάθε χρόνο, περίπου 4% του μαθητικού πληθυσμού της χώρας δεν παρακολουθούν κανονικά μαθήματα και δεν φτάνουν στην τελική κρίση.
Επιπλέον για το ότι είκοσι οκτώ χιλιάδες μαθητές, το 7% του μαθητικού δυναμικού, καταγράφονται στο μαύρο πίνακα της σχολικής αποτυχίας, προς δόξα πάντα του εκπαιδευτικού συστήματος της χώρας μας.
Οι διαπιστώσεις αυτές αποκτούν ιδιαίτερα σημασία αν τις δούμε και σε σχέση με τη σταθερά διαχρονική μείωση και συρρίκνωση του μαθητικού πληθυσμού της χώρας που καταδεικνύεται από τα επίσημα στοιχεία της Εθνικής Στατιστικής Υπηρεσίας, σύμφωνα με τα οποία από τους τετρακόσιους σαράντα έξι χιλιάδες μαθητές που ήταν εγγεγραμμένοι το 1993, έμειναν περίπου τριακόσιοι ογδόντα χιλιάδες το 2000. Είχαμε μία μείωση κατά εβδομήντα χιλιάδες μαθητές σε μία οκταετία. Συν το ότι βεβαίως την ίδια χρονική περίοδο έκλεισαν περίπου χίλια δημόσια σχολεία. Να, γιατί ανησυχούμε.
Να συζητήσουμε ακόμη για τις διαστάσεις στη χώρα μας του οργανικού και λειτουργικού αναλφαβητισμού. Σύμφωνα με στοιχεία της Εθνικής Στατιστικής Υπηρεσίας, στις αρχές του 21ου αιώνα το ποσοστό των οργανικών αναλφάβητων στη χώρα μας ανέρχεται στο 6,8% και των λειτουργικών αναλφάβητων στο 43,2%. Ο αναλφαβητισμός και σήμερα ακόμη, εν έτει 2001, εμποδίζει χιλιάδες άνδρες και γυναίκες να πάρουν τη ζωή στα χέρια τους και να τη φτιάξουν όπως αυτοί θέλουν.
Να συζητήσουμε για τις διαστάσεις του προβλήματος σχολικής στέγης. Δεν θέλουμε να μένουμε στις διαπιστώσεις. Ξέρουμε ότι από το εκπαιδευτικό μας σύστημα λείπουν σήμερα δεκαπέντε χιλιάδες αίθουσας διδασκαλίας. Ξέρουμε ότι σήμερα υπάρχουν πάρα πολλά σχολεία, χιλιάδες που κτίστηκαν πριν από το 1953 και αντιμετωπίζουν τεράστια προβλήματα. Ξέρουμε ότι σήμερα, εν έτει 2001 πεντακόσια τέσσερα σχολικά κτίρια βρίσκονται δίπλα σε βενζινάδικα, εξακόσια είκοσι δύο δίπλα σε νεκροταφεία, εκατόν τριάντα επτά γειτνιάζουν με βαριές βιομηχανικές μονάδες και χίλιων πεντακοσίων είκοσι τριών -αυτά τα στοιχεία που σας αναφέρω για δεύτερη φορά είναι επίσημα- η έξοδος συμπίπτει με λεωφόρους ταχείας κυκλοφορίας. Το πρόβλημα είναι τεράστιο.
Να συζητήσουμε ακόμη για τις διαστάσεις της παραπαιδείας. Τα φροντιστήρια ξεπέρασαν τις πεντέμισι χιλιάδες και η κάθε ελληνική οικογένεια επιβαρύνεται δυσβάσταχτα εν ονόματι πάντα της δωρεάν παιδείας. Ο κ. Ταλιαδούρος ανέφερε προηγουμένως ότι ξεπερνούν τα τριακόσια δισεκατομμύρια τα χρήματα που καταβάλλουν για φροντιστήρια και ιδιαίτερα μαθήματα οι ελληνικές οικογένειες σήμερα εν ονόματι της δωρεάν παιδείας για τη μόρφωση των παιδιών της. Σύμφωνα με άλλα στοιχεία δημισιοποιημένα είναι πολύ περισσότερα.
Να συζητήσουμε για τα αναλυτικά προγράμματα σπουδών. Το ξέρετε καλύτερα από εμένα, ότι τα αναλυτικά προγράμματα των γυμνασίων είναι αυτά της δεκαετίας του 1930. Να συζητήσουμε για τα σχολικά συγγράμματα. Τα περισσότερα απ' αυτά δεν έχουν καμία ανακαινιστική πνοή και καμία ευρηματικότητα.
Να συζητήσουμε τέλος πάντων για το πολλαπλό βιβλίο, το οποίο απ' ό,τι φαίνεται εγκαταλείπεται από την πλευρά σας. Να συζητήσουμε για το ότι είμαστε η τελευταία χώρα στην Ευρωπαϊκή 'Ενωση σε δαπάνες ανά μαθητή και ανά φοιτητή; Είμαστε η τελευταία χώρα και μάλιστα με μεγάλη απόσταση απ' όλες τις ευρωπαϊκές χώρες.
Να συζητήσουμε για το ότι είμαστε οι τελευταίοι σε δαπάνες για έρευνα. Διαθέτουμε για έρευνα μόνο το 0,4% των δαπανών που διατίθενται για την ανώτατη εκπαίδευση, όταν ο αντίστοιχος μέσος όρος των άλλων ευρωπαϊκών χωρών είναι 5,4%, των δαπανών που διατίθενται για την ανώτατη εκπαίδευση, μια που τις τελευταίες μέρες εν ονόματι του τελευταίου νομοσχεδίου συζητούμε για ανώτατη εκπαίδευση.
Να συζητήσουμε για το θέμα των συνολικών δαπανών για τη παιδεία, για το εκπαιδευτικό μας σύστημα, οι οποίες, ενώ θα έπρεπε να αυξάνονται, μειώνονται. Να συζητήσουμε για το ότι είμαστε οι τελευταίοι σε αποδοχές εκπαιδευτικών, για το ότι είμαστε η μοναδική ίσως χώρα που δεν εχει εθνικό σύστημα αξιολόγησης του εκπαιδευτικού της συστήματος, αλλά ούτε και σύστημα επαγγελματικού προσανατολισμού.
Να συζητήσουμε για το ότι η μαθητιώσα νεολαία, παρά τις προσπάθειες που γίνονται τελευταία με δαπάνες της Ευρωπαϊκής Ενωσης, είναι ουσιαστικά αποκλεισμένη από την κοινωνία της πληροφορίας. Και φυσικά να σας πούμε ότι ο χρόνος που χάθηκε προς την κατεύθυνση αυτή είναι πολύτιμος και ότι για το θέμα αυτό υπάρχουν από την πλευρά σας βαρύτατες ευθύνες.
Να συζητήσουμε για το θέμα της δια βίου μάθησης, η οποία στον τόπο μας αντιμετωπίζεται περιθωριακά, παρά τις αποφάσεις του Συμβουλίου της Λισαβόνας την περσινή χρονιά. Να μιλήσουμε για την κατανομή των κονδυλίων από το Γ' Κοινοτικό Πλαίσιο Στήριξης για την παιδεία. Για το τι τελικά θα αποφασίσουμε να διαθέσουμε γι' αυτήν τη μεγαλύτερη και παραγωγικότερη, όπως όλοι τη χαρακτηρίζουμε, επένδυση. Να συζητήσουμε για το καινούριο σχολείο. Είναι πολλά αυτά τα οποία έχουμε υποχρέωση και οφείλουμε να συζητήσουμε.
Γι' αυτό εμείς πιστεύουμε, κύριε Υπουργέ, για να τελειώνω, ότι είναι χρέος όλων μας να συστρατευτούμε στη χάραξη και να δεσμευθούμε, όπως προανέφερα, σε μια συνεπή και σταθερή εφαρμογή μιας μακρόπνοης εθνικής εκπαιδευτικής πολιτικής, η οποία μπορεί να προέλθει μόνο μέσα από ένα τέτοιο θεσμοθετημένο, ειλικρινή, έντιμο, δημοκρατικό, εθνικό διάλογο.
Eυχαριστώ πολύ.

(Χειροκροτήματα από την πτέρυγα της Νέας Δημοκρατίας)

ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ (Παναγιώτης Σγουρίδης): Ο κύριος Υπουργός έχει το λόγο για τριάντα λεπτά.

ΠΕΤΡΟΣ ΕΥΘΥΜΙΟΥ (Υπουργός Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων): Κυρίες και κύριοι Βουλευτές, η πρόταση νόμου της Νέας Δημοκρατίας είναι μια πρόταση νόμου που πραγματικά αδικεί τα ζητούμενά της. 'Ηταν ιδιαίτερα εύστοχος ο Χάρης ο Καστανίδης, ο εισηγητής του κόμματος της Πλειοψηφίας, ούτε άλλωστε είναι άνευ σημασίας οι αντίστοιχοι χαρακτηρισμοί και του Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδας και του Συνασπισμού.
Είναι άστοχη η πρωτοβουλία της Νέας Δημοκρατίας γιατί μειώνει το βάρος των ζητουμένων της, ενώ είμαι απόλυτα βέβαιος ότι εκκινεί από την ευθύνη και τη σοβαρότητα που όλοι αισθάνονται -και ιδίως ένα κόμμα της Αξιωματικής Αντιπολιτευσης- για τη χάραξη μιας κατά το δυνατόν κοινής εθνικής στρατηγικής για την εκπαίδευση στη χώρα.
'Οπως ο εισηγητής του κόμματος της Πλειοψηφίας κ. Καστανίδης έθιξε, υπάρχουν ήδη δυνατότητες αυτού του θεσμοθετημένου διαλόγου, οι οποίες, όπως ο Αντιπρόεδρος κ. Σγουρίδης επεσήμανε, δεν ενεργοποιήθηκαν καθώς ορισμένα κόμματα δεν ανταποκρίθηκαν στη σχετική πρόκληση για τη συγκρότηση των διακομματικών επιτροπών.
Από την άλλη, όμως, μεριά δεν μπορούμε να περιορίζουμε το εύρος ενός εθνικού διαλόγου για την παιδεία σε διαδικασίες, οι οποίες στενεύουν και τον αριθμό των φορέων που συμμετέχουν και το εύρος της δυνατότητας που παρέχεται για να υπάρχει μια σύνθεση σ'αυτό το πεδίο.
Νομίζω -δεχόμενος απολύτως την υγιή και σαφώς υπεύθυνη αφετηρία της πρότασης της Νέας Δημοκρατίας- ότι θα πρέπει να αποδεχθούμε ότι δεν μπορεί να υπάρχει εθνικός διάλογος για την παιδεία που να μην συνενώνει οργανικά τις πολιτικές και κοινωνικές δυνάμεις, οι οποίες είναι εις θέση με τη σύνθεση των απόψεων να παράγουν και να προάγουν μία μακρά στρατηγική για το εκπαιδευτικό μας σύστημα και για την προοπτική των πολιτικών παιδείας.
Θέλω, λοιπόν, να σημειώσω ότι το Μάρτιο του 2000 στο ν. 2817 αναδιατυπώθηκε η μόνη πρόταση που μπορεί να δώσει πραγματικά λύση μακρόπνοη σε ένα εθνικό, μόνιμο, οργανικό διάλογο για την εκπαίδευση, που είναι η πρόταση της συγκρότησης του Εθνικού Συμβουλίου Παιδείας και θέλω να τονίσω κατηγορηματικά ότι η Κυβέρνηση απέδειξε με απόλυτη διαφάνεια, ότι δεν αποσκοπεί σε κανενός είδους κομματική χρήση αυτού του θεσμού, διότι το Μάρτιο κατέθεσα σε σας, σε όλα τα κόμματα και σε όλους τους φορείς, τους κοινωνικούς και εκπαιδευτικούς, που προτείνεται να αποτελέσουν τους μόνιμους, λειτουργικούς και οργανικούς εκπροσώπους στο Εθνικό Συμβούλιο Παιδείας, να αποστείλουν ως τις 30 Απριλίου τις θέσεις, τις προτάσεις, τις παρατηρήσεις, οι οποίες ενσωματούμενες στο σχέδιο προεδρικού διατάγματος θα επιτρέψουν να αποκτήσουμε ένα λειτουργικό και αποτελεσματικό Εθνικό Συμβούλιο Παιδείας.
Θέλω να σημειώσω όσον αφορά τη δική μας πρόταση -και είμαι βέβαιος και θέλω να ελπίζω ότι ήδη την έχουν μελετήσει τα κόμματα, όπως και οι φορείς και θα λάβει το Υπουργείο Παιδείας τις απαντήσεις- ότι θα έχετε διαπιστώσει πως η πρόταση συγκρότησης του Εθνικού Συμβουλίου Παιδείας έχει λάβει υπόψη την εμπειρία λειτουργίας του Εθνικού Συμβουλίου στο παρελθόν, έχει λάβει υπόψη ορισμένα κενά που παρατηρήθηκαν, ορισμένες δυσλειτουργίες που προφανώς οδήγησαν και στο μαρασμό του, όπως έχει λάβει υπόψη κάτι βασικό, ότι το Εθνικό Συμβούλιο Παιδείας πρέπει να είναι πλήρως αυτοτελής θεσμός ώστε να επιτελεί πραγματικά το έργο του. Επομένως, δεν μπορεί να θεωρείται σε καμιά περίπτωση επέκταση, είτε κομματικών σχηματισμών είτε και του εκάστοτε Υπουργού Παιδείας.
Επομένως, το ουσιώδες ζητούμενο, που είναι ο εθνικός διάλογος για την παιδεία, δεν μπορεί παρά να γίνει σε ένα φορέα διαλόγου οργανικού, λειτουργικού, μακράς πνοής, σταθερότητας και πλήρους και ολόπλευρης συμμετοχής, ένα θεσμό που εμείς τον έχουμε περιγράψει με ακρίβεια στο σχέδιο προεδρικού διατάγματος που έχουμε παραδώσει και στα κόμματα και στους εκπαιδευτικούς φορείς και που, όπως θα έχουν διαπιστώσει όσοι έχουν εγκύψει, υπάρχει η πρόβλεψη της πλήρους αντιπροσωπευτικότητας και ταυτόχρονα της πλήρους αποτελεσματικότητας, αποφεύγοντας, είτε την γενικευμένη διάχυση -διότι προβλέπουμε συγκεκριμένες επιμέρους ολομέλειες για κάθε τομέα- είτε με την απίστευτη γενικά ολομέλεια, που αποτέλεσε ένα γνώρισμα του παρελθόντος, να υπάρχει η αυτοκατάργησή του μέσω της αδυναμίας αποτελεσματικού έργου.
Υπάρχει, λοιπόν, μία πρόταση εργαλείου που εξυπηρετεί με τον καλύτερο τρόπο το κοινό ζητούμενο, όπως το έθεσε, όχι μόνο η Νέα Δημοκρατία, όπως το επιδιώκει σταθερά το ΠΑ.ΣΟ.Κ., όπως ακούσαμε να το επιδιώκουν και όλες οι υπόλοιπες πολιτικές δυνάμεις.
Επομένως, πάντα η κοινωνία, η ζωή και κάθε πολίτης χωριστά, επιλέγει το μείζον και όχι το έλασσον, επιλέγει το μακρόν και όχι το σύντομον, επιλέγει το ουσιώδες και όχι το ευκαιριακό. Κατά τούτο νομίζω ότι η πρόταση νόμου της Νέας Δημοκρατίας δεν πρέπει να γίνει δεκτή, διότι αντιπαρατιθέμενη στη λογική ενός μόνιμου, σταθερού forum διαλόγου αποτελεσματικού και λειτουργικού, όπως είναι το Εθνικό Συμβούλιο Παιδείας, δεν εξυπηρετεί με την ίδια αποτελεσματικότητα το ζητούμενο.
Αυτό είναι το πραγματικό σκέλος της σημερινής συζήτησης και πραγματικά θα μπορούσε να κλείσει κανείς εδώ. Αλλά, καθώς ετέθησαν ορισμένα θέματα που, αν μείνουν ανταπάντητα, δεν είναι κακό για την Κυβέρνηση, είναι κακό για την ακρίβεια και την ουσία των πραγμάτων, είναι κακό για την ίδια την εκπαιδευτική διαδικασία, είναι σε τελευταία ανάλυση, κατά τη γνώμη μου, κακό για την αντίληψη που πρέπει να μας διέπει που ένα συστατικό της στοιχείο πρέπει να είναι η εθνική μας, η κοινωνική μας αυτογνωσία, έτσι ώστε να μπορούμε με αυτόν τρόπο να ελέγχουμε τα πράγματα, να ελέγχουμε τους κυβερνώντες, ώστε ο έλεγχος να είναι πραγματικά παρωθητικός προς τη βελτίωση των πραγμάτων και όχι αυτοκαταργητικός των κριτηρίων.
Βέβαια είναι σύνηθες και δεν νομίζω ότι είναι απ' αυτά που προάγουν τον πολιτικό μας πολιτισμό, η εσωτερική αντιφατικότητα των κριτικών που ασκούνται. Λαμβάνω παράδειγμα από τη χθεσινή μας συζήτηση, που θα συνεχιστεί και σήμερα για το θέμα της θεσμικής ένταξης των Τ.Ε.Ι. στην ανώτατη εκπαίδευση. Πώς οποιοσδήποτε τρίτος, όταν παρακολουθεί, δηλαδή ο πολίτης -εκεί που όλοι αρυόμαστε τη νομιμοποίησή μας και στον οποίο απευθύνουμε σε τελευταία ανάλυση τις προτάσεις μας- θα μας κρίνει, όταν μπορεί ένα νομοσχέδιο να υφίσταται κριτική από έναν πολιτικό φορέα, ταυτοχρόνως σε δύο διαμετρικά αντίθετες κατευθύνσεις;
Να σε μέμφεται κάποιος ότι άκριτα ανωτατοποιείς τα Τ.Ε.Ι., τα οποία πρέπει να περάσουν μακρά διαδικασία αξιολόγησης και να αποδείξουν ότι είναι ικανά να ενταχθούν στην ανώτατη εκπαίδευση και την ίδια στιγμή ο ίδιος φορέας να λέει, απόδειξη ότι ταπεινώνεις τα Τ.Ε.Ι., είναι ότι δεν παρέχεις τη δυνατότητα να οργανώνουν μεταπτυχιακές σπουδές και να χορηγούν διατριβές.
Αυτό είναι ένα τέτοιο απίστευτο χάσμα συμπεριφοράς νοητικής και λογικής, έτσι ώστε πραγματικά να θέτει τον πολίτη προ της κρίσης, τι ακριβώς συντελείται στην πολιτική λειτουργία ελέγχου και πραγμάτωσης των σκοπών τους οποίους εναποθέτει η κοινωνία στην πολιτική τάξη.
Θα έλεγα, λοιπόν, κύριε Ταλιαδούρο, ότι συγκεκριμένα η κριτική μας πολλές φορές απαξιώνει την προσπάθεια. Θα συμφωνήσω ότι είναι βαθιά αρνητικό το να υπάρχει η λεγόμενη παραπαιδεία, δηλαδή η παιδεία του φροντιστηρίου.

(Στο σημείο αυτό την Προεδρική 'Εδρα καταλαμβάνει η Δ' Αντιπρόεδρος της Βουλής κ. ΑΝΝΑ ΜΠΕΝΑΚΗ-ΨΑΡΟΥΔΑ)

Και επειδή πρέπει να διαγνώσουμε ότι πάντα διαπραγματευόμαστε με ακρίβεια, υπενθυμίζω -νομίζω το έχουμε αναφέρει ή στην Ολομέλεια ή στην Επιτροπή Μορφωτικών Υποθέσεων- πότε στην ιστορία της εκπαίδευσης αναγράφεται η εμφάνιση των φροντιστηρίων στην Ελλάδα.
Αναφέρεται η δημιουργία των πρώτων φροντιστηρίων, όταν ο Γεώργιος Παπανδρέου στην εκπαιδευτική μεταρρύθμιση το 1928-1932 εγκαθίδρυσε τους πρώτους αυστηρούς κανόνες εισαγωγής στα ανώτατα ιδρύματα. Στις αθηναϊκές εφημερίδες του 1931 εμφανίζονται οι πρώτες διαφημίσεις "Σύγχρονον Φροντιστήριον". Δηλαδή το φροντιστήριο στην Ελλάδα έχει μία ιστορία ακριβώς εβδομήντα χρόνων και συνδέεται με την εισαγωγή της έννοιας του ανταγωνισμού, ότι για ένα αγαθό, όπως ήταν πάντα η εκπαίδευση, υπάρχει διαγωνισμός, υπάρχει ανταγωνισμός και υπάρχει η ανάγκη της πρόσθετης προσφυγής.
Δεν παύει, όμως, να είναι μία πραγματική πληγή, μια ένδειξη αδυναμίας της δημόσιας εκπαίδευσης και δεν παύει να είναι ένας κεντρικός στόχος
κάθε πολιτικής, πιστεύω, κάθε Υπουργείου Παιδείας.
Ας δούμε τι έγινε: Επιλέξαμε, το ΠΑ.ΣΟ.Κ. επέλεξε την πολιτική της εισαγωγής μαθημάτων πρόσθετης διδακτικής στήριξης σε όλες τις τάξεις του ενιαίου λυκείου και πλέον από φέτος, από το Φεβρουάριο, και στα Τ.Ε.Ε. και σε μαθήματα ειδικοτήτων. Είναι μαθήματα τα οποία στηρίζονται στους δημόσιους εκπαιδευτικούς, τους οποίους επιλέγει μία επιτροπή από το διευθυντή, από τον εκπρόσωπο γονέων, από τον εκπρόσωπο των μαθητών, έτσι ώστε να υπάρχει ευλυγισία στην επιλογή.
'Ηθελα να σας πω, από την επιλογή αυτή που κάναμε φέτος -δηλαδή να το γενικεύσουμε,να επιτρέψουμε να επιλέγεται ο εκπαιδευτικός ώστε να είναι το δυνατόν ο καλύτερος- τι αποτελέσματα έχουμε.
'Εχουμε φέτος την εξής, πάρα πολύ, κατά τη γνώμη μου, ενθαρρυντική εξέλιξη. Συμμετέχουν φέτος στα προγράμματα πρόσθετης διδακτικής στήριξης χίλια τριακόσια εβδομήντα ένα σχολεία, έναντι χιλίων εκατόν εξήντα εννιά που μετείχαν πέρυσι. Σε αριθμό σχολικών μονάδων έχουμε μια αύξηση του 9%, αλλά λειτουργούν είκοσι χιλιάδες εννιακόσια δεκαπέντε τμήματα έναντι έντεκα χιλιάδων εννιακοσίων είκοσι έξι τμημάτων την προηγούμενη χρονιά, ποσοστό αύξησης 75,45%.
Το Β' Ενιαίο Λύκειο Μοσχάτου που ήμουν πριν δεκαπέντε ημέρες λειτουργούν είκοσι δύο τμήματα. 'Εχουν τσακιστεί τα φροντιστήρια του Μοσχάτου στον πυρήνα τους.
'Εχουμε εβδομήντα χιλιάδες μαθητές φέτος, έναντι σαράντα πέντε χιλιάδων μαθητών την προηγούμενη χρονιά, ποσοστό αύξησης 54,25% και εργάζονται στα προγράμματα πρόσθετης διδακτικής στήριξης δέκα χιλιάδες διακόσιοι τριάντα πέντε εκπαιδευτικοί, έναντι έξι χιλιάδες οκτακόσιοι έντεκα πέρυσι, ποσοστό αύξησης 50,3%.
Πρέπει λοιπόν να πούμε ότι η δημόσια εκπαίδευση, επιλέγοντας το πρόγραμμα πρόσθετης διδακτικής στήριξης στο εσωτερικό της, δίνει την καλύτερη απάντηση στην εξωτερική παραπαιδεία.
Αλλά πρέπει όλοι να στηρίξουμε αυτό το πράγμα, διότι έχει παρατηρηθεί, κυρίες και κύριοι Βουλευτές, το εξής που αφορά μάλιστα μια πρωτοβουλία κατά τη γνώμη μου εξαιρετική τότε, του Απόστολου Κακλαμάνη ως Υπουργού Παιδείας το 1981-1985. Σας θυμίζω ότι είχαν ιδρυθεί τότε τα μεταλυκειακά φροντιστηριακά κέντρα τα οποία ήταν δημόσιου χαρακτήρα.
Υπάρχει ένα εξαίρετο κείμενο στο περιοδικό "ΑΝΤΙ" της αείμνηστης Πόπης Βουτσινά, μιας από τις πιο εξαιρετικές εκπαιδευτικούς που έχει βγάλει ποτέ ο τόπος και μιας υπέροχης αγωνίστριας, που ανέπτυξε την εμπειρία των μεταλυκειακών φροντιστηριακών κέντρων, στα οποία η ίδια υπηρετούσε. Και ξέρετε ότι πέντε χρόνια δούλεψα ως φροντιστής σε φροντιστήρια του κέντρου την περίοδο 1975-1980 και ξέρω πολύ καλά να κρίνω την ακρίβεια των όσων τότε ισχυριζόταν η Πόπη Βουτσινά.
Σ' ένα φροντιστήριο του κέντρου, μεταλυκειακό, κρατικό δηλαδή, είχε υπάρξει μια από τις καλύτερες δυνητικές ομάδες καθηγητών. Αν αυτοί ήταν σε ιδιωτικά φροντιστήρια θα πλήρωναν τρελά λεφτά οι γονείς για να έχουν αυτούς τους καθηγητές οι μαθητές.
Τι έγινε όμως; 'Ισχυσε ο μηχανισμός της απαξίωσης, ότι ό,τι είναι δημόσιο, δεν έχει αξία και μόνο ό,τι πληρώνει ο πολίτης έχει αξία επειδή το πληρώνει και το αγοράζει.
Δεν είναι δυνατό να μην ενισχύουμε τις επιτεύξεις του δημόσιου τομέα και μόνοι μας να ραντίζουμε το δέντρο της παραπαιδείας, απαξιώνοντας δικές μας επιτυχίες.
Εγώ λέω, λοιπόν, ότι από την ώρα που δώσαμε αυτές τις δυνατότητες της πρόσθετης διδακτικής στήριξης στο σχολείο, από την ώρα που δώσαμε ελευθερία επιλογής του εκπαιδευτικού, που επεκτείναμε αυτά τα προγράμματα και απόδειξη είναι αυτά τα φετινά στοιχεία της επιτυχίας, είναι καλό να στηρίξουμε όλοι αυτήν την προοπτική, ώστε να το θεωρήσουμε κοινό κτήμα και όχι μόνο μια επιτυχία του ΠΑΣΟΚ. Δεν είναι επιτυχία του ΠΑΣΟΚ και της Κυβέρνησης. Είναι επιτυχία της κυβέρνησης που ανήκει σε όλους, ανήκει στην ελληνική κοινωνία. Πρέπει να πούμε ότι υπάρχει αυτή η επιτυχία και είναι ο μόνος τρόπος απάντησης, έμπρακτα, μέσα από την εκπαίδευση.
Σας διαβεβαιώ, κύριε Σπηλιόπουλε, απλώς δεν είμαι έτοιμος αλλά θεωρώ ότι μεταξύ εντίμων ανδρών ο λόγος ισχύει, ότι τα στοιχεία σας είναι λάθος. Απλώς δεν έχω μαζί μου τα στοιχεία του Κέντρου Εκπαιδευτικής 'Ερευνας.

ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΣ ΣΠΗΛΙΟΠΟΥΛΟΣ: Δεν τα έβγαλα από το μυαλό μου. Δημοσιοποιημένα είναι.

ΠΕΤΡΟΣ ΕΥΘΥΜΙΟΥ (Υπουργός Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων): 'Οχι, είναι λάθος σας λέω. Οι στατιτιστικές είναι θέμα ευλύγιστης ανάγνωσης.
Για παράδειγμα θα σας απαντούσα το εξής: Μιλάτε για το λειτουργικό αναλφαβητισμό. Θυμάσθε που ανήκουν οι ηλικιακές καμπύλες; Ξέρετε που ανήκουν. Ξέρετε ότι αυτό μειώνεται σταθερά, όσο πάμε στις νεότερες ηλικίες. Αφορά τις μεγάλες ηλικίες.
Θα σας πω κάτι που αφορά τις γυναίκες, μια και είναι δίπλα οι συνάδελφοι κυρίες, που θα το νιώσουν και ως στοιχείο υπερηφάνιας.
Το 50% των σημερινών γυναικών της υπαίθρου έχουν πτυχίο λυκείου.
'Οσες είναι δεκαοκτώ έως είκοσι πέντε χρονών, έχουν σήμερα απολυτήριο Λυκείου. Τι σημαίνει αυτό λοιπόν; 'Οτι στις νέες δυναμικές ηλικίες έχουμε ένα λόγο από τους υψηλότερους στην Ευρώπη. Και βεβαίως η γιαγιά στο χωριό ανήκει στη σφαίρα του λειτουργικού αναλφαβητισμού. Αλλά όσο σεβαστή είναι η γιαγιά, τόσο εγγύηση για το σήμερα είναι η εγγονή της. Η εγγονή της είναι η δύναμη του μέλλοντος της ελληνικής κοινωνίας που κατά 50% έχει απολυτήριο Λυκείου, ένας από τους καλύτερους δείκτες στην Ευρώπη.
Είναι θέμα, λοιπόν, πως διαβάζουμε τις στατιστικές. Θα σας πω κάτι και να το κερδίσουμε ανάμεσά μας στο λόγο των εντίμων ανδρών. Είναι το εξής εκπληκτικό. 'Εχουμε κακό λόγο στην προσχολική αγωγή στα παιδιά τριών χρονών -πάρα πολύ κακό- αλλά έχουμε πάρα πολύ υψηλό στα παιδιά πέντε χρονών. 'Εχουμε 86% πάνω από το μέσο όρο.
Εάν, λοιπόν, ορίσεις την προσχολική αγωγή στα πέντε, λες είναι μία χαρά, εάν την ορίσεις στα τρία είσαι κάτω από το μέσο όρο της Ευρώπης. Εγώ, λοιπόν, λέω ότι απέναντι στο Κοινοβούλιο όλες οι παρατάξεις -εγώ τουλάχιστον έτσι αντιλαμβάνομαι την ευθύνη μου, ως Υπουργού Παιδείας πρέπει να μην κεντάμε τα στοιχεία, γιατι είναι πάρα πολλές οι παράμετροι. Κύριε Ταλιαδούρο, το υψηλότερο ποσοστό επιτυχίας στην Ελλάδα το έχουν τα στοιχεία της Ηπείρου, της περιφέρειας που λέει η Νέα Δημοκρατία ότι είναι η φτωχότερη στην Ευρώπη. 'Αρα, η πιο στερημένη περιφέρεια παράγει τις πιο μεγάλες πρωτιές.

ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΚΑΛΟΣ: Η Νέα Δημοκρατία το λέει αυτό; Δεν είναι η πιο στερημένη περιοχή;

ΠΕΤΡΟΣ ΕΥΘΥΜΙΟΥ (Υπουργός Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων): 'Οχι, με συγχωρείτε, το δικό σας λόγο χρησιμοποιώ, κύριε Καλέ. Δεν με καταλάβατε, την εσωτερική λογική του δικού σας λόγου χρησιμοποιώ.
'Αρα ποια είναι η ανάγνωση, είναι η ανάγνωση όπως το λέτε;

ΚΑΡΟΛΟΣ ΠΑΠΟΥΛΙΑΣ: Οι Ηπειρώτες για άλλους λόγους παίρνουν πρωτιές κύριε Υπουργέ.

ΠΕΤΡΟΣ ΕΥΘΥΜΙΟΥ (Υπουργός Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων): Θέλω να πω, λοιπόν, ότι δεν βοηθάει η τεχνασματική ανάγνωση των στατιστικών όσο βοηθά ο αμοιβαίος σεβασμός των στοιχείων, γιατί πραγματικά με βάση συγκεκριμένα στοιχεία ο έλεγχος είναι επιβοηθητικός και κανείς στην εκπαίδευση δεν δικαιούται να πιστεύει ότι έχει επιτύχει γιατί η εκπαίδευση είναι μία αέναη διαδικασία διαρκούς βελτίωσης. Και τουλάχιστον σε αυτού του είδους την κριτική έχουμε ανοιχτά τα αυτιά, ανοικτά τα μάτια και απέραντα καλή διάθεση θα την υιοθετήσουμε.
Χωρίς να θέλω να γενικεύσω τη συζήτηση, επέλεξα αυτά τα σημεία για να πω, ότι δεν προκύπτει από πουθενά η κατάσταση των αδιεξόδων στην εκπαίδευση, όπως περιγράφηκαν από τη ρητορική ιδίως του κ. Σπηλιόπουλου στο τέλος, διότι αν κρίνουμε την εκπαίδευση ως συνάρθρωση των λειτουργιών της σε κάθε επίπεδο, επιτέλους μπορούμε να πούμε ότι η ελληνική εκπαίδευση στις κεντρικές της επιλογές βρίσκεται απόλυτα εναρμονισμένη με τις απαιτήσεις των καιρών. Αυτό συμβαίνει με τη λογική που προχωράμε του ενιαίου πλαισίου προγράμματος σπουδών στην εννιάχρονη εκπαίδευση, η οποία τελειώνει αυτό που ξέρουμε όλοι, ως ασχολούμενοι με την εκπαίδευση ως γονείς, αυτήν την επικίνδυνη επαναληπτικότητα που είχε το γυμνάσιο με το δημοτικό. 'Ηταν ομόκεντροι κύκλοι της ίδιας ύλης που αναπαράγονται. 'Εχουμε πια την εννιάχρονη δομή σε ενιαίο πλαίσιο προγράμματος σπουδών, ώστε να είναι δυναμική η ανάπτυξη και όχι επαναληπτικότατα κυκλική. 'Εχουμε τους δύο τομείς, το ενιαίο λύκειο και την ΤΕΕ. Παρά όσα ελέγοντο για την ΤΕΕ είχαμε αύξηση εγγραφών φέτος κατά 20%, πράγμα που σημαίνει ότι η στρατηγική επιλογή δικαιώθηκε με τη διαμόρφωση αυτών των δύο διαφορετικών τομέων στη δευτεροβάθμια, πετύχαμε απόλυτα το στόχο και για τους εξήντα τρεις χιλιάδες διακόσιους φετινούς απόφοιτους αντιστοιχούν εξήντα τρείς χιλιάδες εκατόν πενήντα πέντε θέσεις, μία θέση για κάθε απόφοιτο του ενιαίου λυκείου και έχουμε άρει τον εξεταστικό φόρτο που ειπώθηκε στο λύκειο. 'Εχουμε αποσυνδέσει κατά το δυνατόν το λύκειο από τον καταναγκασμό των εξετάσεων, ώστε να μπορεί να λειτουργεί εκπαιδευτικά και σε γενικές γραμμές μπορεί να πει κανείς ότι το ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα βρίσκεται σε θέση επαρκούς αντιμετώπισης του συνόλου των προβλημάτων που καλείται να αντιμετωπίσει και βρίσκεται σε θέση σταθερής βελτίωσης των λειτουργιών του που ποτέ δεν πρέπει να μας βρίσκουν ικανοποιημένους, αλλά δεν πρέπει ποτέ να καλλιεργούν μια λογική, είτε αδιεξόδου είτε κατάρρευσης σε ένα σύστημα που αποδίδει τους κεντρικούς στόχους τους οποίους η πολιτεία του εναποθέτει.
Ξαναγυρίζοντας, λοιπόν, στον πυρήνα της σημερινής συζήτησης, στην πρόταση νόμου της Νέας Δημοκρατίας γνώμη και πεποίθηση της Κυβέρνησης είναι, ότι ο λειτουργικός εθνικός διάλογος στα πλαίσια ενός εθνικού συμβουλίου παιδείας είναι η καλύτερη απάντηση στο κοινό ζητούμενο κατά τούτο η απόρριψη της πρότασης νόμου της Νέας Δημοκρατίας, ως συγκεκριμένη πρόταση στενού περιχαρακωμένου και μικρού ορίου διαλόγου δεν αίρει την ανάγκη του εθνικού διαλόγου μέσα στην οργανική του μορφή στο Εθνικό Συμβούλιο Παιδείας. Ευχαριστώ.
(Χειροκροτήματα από την πτέρυγα του ΠΑ.ΣΟ.Κ.)

ΠΡΟΕΔΡΕΥΟΥΣΑ ('Αννα Μπενάκη-Ψαρούδα): Ο κ. Καλός έχει το λόγο.

ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΚΑΛΟΣ: Κυρία Πρόεδρε, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, ίσως είναι ευτύχημα θα έλεγα εγώ συμφωνώντας, αλλά αλλάζοντας το σχήμα του συλλογισμού όπως εκείνα που είπε ο εισηγητής μας κ.Ταλιαδούρος που σήμερα οι εργαζόμενοι όλης της χώρας βρίσκονται σε δυναμικές κινητοποιήσεις στο πεζοδρόμιο, αναζητώντας τα στοιχεία εκείνου του κοινωνικού διαλόγου που θα μπορούσε να αποτελέσει τη βάση επίλυσης ενός οξύτατου προβλήματος που αφορά και τον τελευταίο 'Ελληνα από τη μια γωνιά της Ελλάδας στην άλλη, ερχόμαστε εμείς σ'αυτήν την Αίθουσα να συζητήσουμε ένα άλλο μεγάλο σοβαρό πρόβλημα το εκπαιδευτικό που επίσης στην ίδια έκταση στο ίδιο βάθος και
στο ίδιο πλάτος ενδιαφέροντος αφορά το σύνολο της ελληνικής κοινωνίας. Και είναι βέβαιο, για να θυμηθώ τα λόγια του εισηγητή, κύριε Υπουργέ της Πλειοψηφίας, ο οποίος ζήτησε να απορριφθεί η πρόταση της Νέας Δημοκρατίας για τη θεσμοθέτηση ενός ουσιαστικού σταθερού και διαχρονικού διαλόγου για τα θέματα που αντιμετωπίζει ο τόπος στο συγκεκριμένο τομέα, για να θυμηθώ, λοιπόν, τα λόγια του κ. Καστανίδη, είπε "δεν έχουμε τα κόμματα τον κατάλληλο πολιτικό πολιτισμό σε σχέση με το διάλογο ή τον κατάλληλο πολιτισμό διαλόγου για να θεσμοθετήσουμε όργανα, για να βάλουμε βάσεις για να ακολουθήσουμε πρακτικές που θα μπορούσαν να μας δώσουν την ευτυχία της επίλυσης της οριστικής σ' ένα μεγάλο ορίζοντα χρόνου αυτών των προβλημάτων". Μα, νάτο, πρώτη η Κυβέρνηση, λοιπόν, ομολογεί δια στόματος του ίδιου του εισηγητού της και η άρνησή σας μόλις κατεβήκατε από το Βήμα, κύριε Υπουργέ, αυτό υποδηλώνει, ότι θέλετε ένα διάλογο κομμένο και ραμμένο στα μέτρα της δικής σας λογικής εξ'ου και το ξεσήκωμα του ελληνικού λαού, ο οποίος σας δίνει σήμερα μαζικά απ'άκρου σε άκρον της Ελλάδος την απάντηση. Δεν θέλει προσχηματικό διάλογο, δεν θέλει διάλογο τύπου ΠΑ.ΣΟ.Κικού πολιτισμού πολιτικού, θέλει διάλογο από μηδενική βάση που είπε ο κ. Χουρμουζιάδης ότι είναι και η έκφραση της μόδας. Αλλά αν είναι αυτό έκφραση της μόδας, τότε γιατί δεν το στηρίζετε, κύριε Χουρμουζιάδη, από πλευράς Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδος, έτσι όπως όντως το ζητούν πέρα από τα όρια τα ιδεολογικά και κομματικά όλοι οι 'Ελληνες.
Να πω λοιπόν ότι θέλω να απαντήσω και σε εσάς -αυτή στο κάτω-κάτω είναι η συμμετοχή μου σ'αυτήν τη συζήτηση και η ευθύνη μου- γιατί άκουσα και τον εισηγητή σας, κύριε Υπουργέ, άκουσα και εσάς, δεν είχαμε την ευτυχία να ακούσουμε και κάποιον από το χώρο από το χώρο της Συμπολιτεύσεως και αισθάνομαι ότι βρισκόμαστε σε άλλη χώρα. Είναι γνωστή η διαλεκτική του ΠΑ.ΣΟ.Κ., βάσει της οποίας αντιστρέφετε ένα πρόβλημα για να βγείτε από τις ευθύνες του προβλήματος, ερμηνεύετε τη θέση της Αντιπολίτευσης, έστω και αν η Αντιπολίτευση όπως σήμερα έχει ακριβώς την πρωτοβουλία της κινήσεως, για να προτείνει πρόταση και έρχεσθε και απορρίπτετε με λογική αιτίου αιτιατού και αντιστροφής εκείνο που έρχεται να σας προτείνει η Αντιπολίτευση.
Ιδού όπως είπα και προηγουμένως το πρώτο αρνητικό στοιχείο της συλλογικής αλλά και της πολιτικής σας.
Είπε ο κ. Καστανίδης -και παρακαλώ επειδή το είπε και τα πάντα καταγράφονται στα Πρακτικά, να πάρει πίσω τις εκφράσεις με τις οποίες προσπάθησε να στολίσει την εξαίρετη εισήγηση του εισηγητού της Μειοψηφίας κ. Ταλιαδούρου- ότι η πρόταση της Νέας Δημοκρατίας, αλλά και η εισήγηση του εισηγητού της στερούνται περιεχομένου και σοβαρότητας. Αν είναι σοβαρότητα να έρχεστε σήμερα να μας λέτε, ότι πρέπει να απορριφθεί η πρόταση για θεσμοθέτηση ενός διαρκούς διαλόγου ποιότητας η οποία δεν έρχεται σήμερα για πρώτη φορά.
Η κυρία Πρόεδρος που έχει την τιμή να προεδρεύει με τη σύμφωνη γνώμη όλου του Σώματος των εργασιών σήμερα, όντας υπεύθυνη στον τομέα παιδείας της Νέας Δημοκρατίας, τρία χρόνια πριν, είχε καταθέσει ακριβώς τη βάση αυτής της πρότασης, όταν τότε οξυμμένα προβλήματα ανάγκαζαν τη Νέα Δημοκρατία να δείξει με τον τρόπο αυτόν την αγωνία και το άγχος της για την πλημμελή έλλειψη όχι του μείζονος, δηλαδή της επίτευξης συμφωνίας για την αντιμετώπιση των προβλημάτων, αλλά τουλάχιστον του ελλάσσονος, δηλαδή της συνεννόησης.
Και έρχεστε σήμερα και μας λέτε ότι πρέπει να απορριφθεί αυτή η πρόταση γιατί αυτή είναι το ελάσσον ενώ εσείς θέλετε το μείζον, δηλαδή
το διαρκή σταθερό διάλογο κλπ. Μα, στο δικό μας πρόγραμμα είναι αυτά. Και έστω και αν έχετε τη διάθεση να τα αντιγράψετε, σας τα εκχωρούμε ιδεολογικώς γιατί είναι σωστά και γιατί προς αυτήν την κατεύθυνση θέλουμε να σας προτρέψουμε.
Εξάλλου, το είπε και ο κ. Χουρμουζιάδης από πλευράς ΚΚΕ. Και δεν ξέρω γιατί συμφωνεί μαζί σας και διαφωνεί μαζί μας, σε τέλεια αντίφαση ο κύριος Υπουργός είπε, ότι συμφωνεί μαζί σας και σεις είπατε βάσει της δικής σας εισηγήσεως, ότι η Νέα Δημοκρατία και η πρότασή της είναι εγκλωβισμένες στη λογική της συναίνεσης.
Αν είναι λοιπόν συναινετική η πρότασή μας, πώς συμφωνεί με σας, επειδή το δηλώνετε, ο κύριος Υπουργός και γιατί διαφωνεί με μας και την απορρίπτει;
Εδώ είναι θέματα λογικής πλέον και όχι πολιτικού πολιτισμου, αφού δεν το έχουμε ως μείζον ζητούμενο απ'ό,τι φαίνεται.
'Ερχομαι στο δεύτερο που είπε ο εισηγητής της Πλειοψηφίας. Υπάρχουν λέει άτυποι τρόπο συνεννοήσεως των κομμάτων και δεν χρειαζόμαστε καν επιτροπές. Υποτιμητικά για τη Νέα Δημοκρατία.
Σας ρωτώ, κύριε Υπουργέ, επί ένα χρόνο σ'αυτήν την Κυβέρνηση, χρησιμοποιήσατε κάποιους άτυπους τρόπους, ενώ εμείς σας τους προτείναμε και αυτούς αν θέλετε, πριν από την κατάθεση αυτής της πρότασης; Χρησιμοποιήσατε έστω και για ένα θέμα από τα μείζονα που αντιμετωπίζει ο τόπος -όχι απλώς εσείς- σήμερα έναν άτυπο τρόπο συνεννόησης με τα κόμματα, όχι μόνο με την Αξιωματική Αντιπολίτευση, ώστε να δίνετε σήμερα εσείς το παράδειγμα; Υπάρχει το καλό προηγούμενο και άρα εδώ στηριζόμαστε και απορρίπτουμε την πρότασή σας για επιτροπές κλπ; Κανένα.
Μήπως, κύριε Υπουργέ, ο προκάτοχός σας το έκανε; Θύελλα αντιδράσεων. Ο λαός στο δρόμο και πάλι. Δεν είναι μακρά εκείνη η περίοδος και την θυμόμαστε όλοι, τα σχολεία να κλείνουν, να καταλαμβάνονται το ένα μετά το άλλο σε όλη την Ελλάδα και ενώ φωνάζαμε και τότε πάλι με συγκεκριμένη πρόταση να κάνουμε ένα διάλογο ουσίας, ξέρετε τι έκανε ο προκάτοχός σας; Χρησιμοποιούσε τα χρήματα του ελληνικού λαού -το λέω με όλο το σεβασμό και δεν έχω με τον άνθρωπο προσωπικά σε τίποτα να διαφωνήσω από πλευράς ατομικής, αλλά έχω από πλευράς πολιτικής να πω ότι αυτή η πολιτική που έκανε, ήταν γελοία -και πλήρωνε τον ΟΤΕ πανάκριβα για κάθε λεπτό, για να κάνει τηλεδιασκέψεις, για να μη χρησιμοποιήσω τον ξένο όρο telecomferance για να μιλήσει με κάποιους μαθητές από ένα σχολείο της Τρίπολης, από ένα σχολείο της Κοζάνης και από ένα σχολείο της Κρήτης. Και αυτός ήταν διάλογος; Κατέληξε κάπου αυτός ο διάλογος ή έστω τα πορίσματά του, χωρίς να υποτιμώ τα σχολεία; Αυτά έπρεπε να ακούσει. 'Ηλθαν στη Βουλή ή στην Επιτροπή Μορφωτικών Υποθέσεων; Τη σέβομαι απεριόριστα. Και μετέχουμε γιατί είναι διακομματική επιτροπή του Κοινοβουλίου και έχει σκοπό να επεξεργάζεται όλα αυτά τα νομοσχέδια.
Αλλά σας ερωτώ: 'Οταν το μείζον ήλθε για τα θέματα της ανώτατης παιδείας, δηλαδή η αγωνία των Βουλευτών της Νέας Δημοκρατίας, αλλά και των άλλων κομμάτων, όπως εκφράστηκε σε μία και μόνο συνεδρίαση -δεν μας αφήσατε να κάνουμε άλλη- πριν από τρεις μήνες για να πούμε, να συζητήσουμε, να καταλήξουμε, να βάλουμε κάποιες βάσεις για το πώς η χώρα θα αντιμετωπίσει ακριβώς αυτήν τη λεγόμενη ενοποίηση του εκπαιδευτικού ανωτάτου χώρου σπουδών -μέσω Μπολώνια καθώς βαδίζετε προς την Πράγα- για να βάλουμε μέσα σε ένα ντοσιέ σας ένα συνυποσχετικό επιτέλους, γιατί αλλιώτικα ο διάλογος είναι προσχηματικός, για να σας δώσουμε φτερά να πάτε εκεί και να μην κατηγορηθείτε και εσείς όπως ο προκάτοχός σας δικαιολογημένα ότι πήγατε και προσυπογράψατε επαχθείς για τα ΑΕΙ και τα ΤΕΙ της χώρας όρους, αφού δεν τα είχατε προετοιμάσει σ' αυτήν την προοπτική που δημιουργείτε, την περάσατε ασυζητητί, την υποβαθμίσατε εκείνη τη συζήτηση, άρα υποβαθμίσατε το έργο διαλόγου μέσα στην Επιτροπή Μορφωτικών Υποθέσεων. Και αντ' αυτού μας καλέσατε -και για να σας αποδείξουμε ότι έχουμε ήθος διαλόγου και πολιτική πολιτισμού διαλόγου- να έλθουμε και ήλθαμε στην ημερίδα που κάνατε, στην οποία ακούστηκαν γνώμες πολύ σημαντικές -υποθέτω ότι και κατεγράφησαν- αλλά δεν οδήγησαν και πουθενά από πλευράς των πρυτανικών αρχών και των προεδρείων των αντιστοίχων σχολών της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. 'Ηλθαμε, επαναλαμβάνω, αλλά διάλογος δεν έγινε. Μονόλογοι έγιναν, συμπεράσματα δεν βγήκαν.
Αν αυτό είναι το μείζον, τότε ορθώς σας είπε ο εισηγητής σας ο κ. Καστανίδης, ότι το μόνο για το οποίο σας μέμφεται είναι ότι με τον 2333/95 ψηφίσατε τη δημιουργία διακομματικής ειδικής επιτροπής και ποτέ δεν τη συγκαλέσατε. Γιατί, κύριε Καστανίδη; Δεν είσθε ο ίδιος που είκοσι μέρες πριν από τη δήλωση αυτή στην Επιτροπή Μορφωτικών Υποθέσεων για το μείζον θέμα της σωστής δομής και λειτουργίας του εξεταστικού συστήματος για το πέρασμα από το λύκειο στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, καταγγείλατε χίλια μύρια όσα; Και δικαιολογημένα. Γιατί δηλαδή; Αν όλα αυτά τα είχαμε βάλει στη βάση διαλόγου απρόσωπα, εκτός αν θέλετε ιδιαιτεροτήτων περιοχής ανά τη χώρα, δεν θα είχαμε καταλήξει κάπου; Είσθε ευτυχής; Είχε γίνει ένας τέτοιος διάλογος; 'Εξι χρόνια το ΕΣΥΠ και ο προκάτοχός σας, πολύ σωστά ακούστηκε εδώ και από τον κ. Σπηλιόπουλο και τον κ. Ταλιαδούρο, τι έκανε; 'Οταν είδε ότι το ΕΣΥΠ δεν μπορούσε να προσυπογράψει εκείνα τα οποία ήθελε ο ίδιος από πλευράς μεταρρύθμισης, ουσιαστικά το απαξίωσε, το κατήργησε. Με τέτοια δηλαδή, όργανα θέλετε να πάμε; Εμείς αν είναι τέτοια τα όργανα θα σας απαντήσουμε εντός πέντε ημερών, για να είμαστε στην προθεσμία, 30 Απριλίου, που έχετε θέσει, θα σας τα δώσουμε και γραπτώςείμαστε αντίθετοι.
Πάμε τώρα στο άλλο επιχείρημα. Είπε ο κ. Καστανίδης. "Προτείνω την απόρριψη και εγκαλώ την Κυβέρνηση που δεν συνεκρότησε τις επιτροπές". Επίσης λέγει, "όλοι ομιλούμε για διάλογο και λίγοι τον εννοούμε και τον εγκαταλείπουμε μόλις περάσουν τα προβλήματα". Ναι και εκείνα τα ψήγματα διαλόγου και για την κρίση στην ανώτατη εκπαίδευση και του προσχηματισμού διαλόγου είκοσι δύο ημερών -τις μέτρησα κύριε Υπουργέ- όταν δώσατε τις προτάσεις για την ανωτατοποίηση των ΤΕΙ, όπως είπα, τον εγκαταλείψατε μόλις πιστέψατε ότι να, τώρα μπήκαμε στην κοινοβουλευτική διαδικασία, θα τοποθετηθούν τα κόμματα, έχουμε την πλειοψηφία, θα το περάσουμε. Μα, ούτως ή άλλως η ίδια η διαδικασία που κάνετε ακυρώνει τον οποιονδήποτε διάλογο.
Και μια και είχατε την καλή διάθεση να αναφερθείτε παραδειγματικά στο πρόσφατο θέμα της ανωτατοποίησης των ΤΕΙ, λέγω και εγώ, χωρίς να χρησιμοποιήσω βαρείς χαρακτηρισμούς, ότι αντιφάσκετε ή τουλάχιστον ο συλλογισμός που προσπαθήσατε να αποδώσετε στη Νέα Δημοκρατία ως βάση της άρνησής της να ψηφίσει αυτό το κακό νομοσχέδιο που συζητήσαμε και θα συνεχίσουμε να συζητούμε στην Επιτροπή Μορφωτικών Υποθέσεων, είναι βασικός χαρακτήρας της όλης αντιμετώπισης από πλευράς δικής σας οπτικής του προβλήματος.
Για να δούμε τι είπατε γι' αυτό; Είπατε ότι η Νέα Δημοκρατία απορρίπτει το νομοσχέδιό σας, ενώ δεν απορρίπτει την ανωτατοποίηση για την οποία κόπτεσθε ότι αγωνίζεσθε μ' αυτό το νομοσχέδιο να πετύχετε.
Και μάλιστα συμπληρώσατε το εξής και είναι ατυχές δεύτερη φορά για εσάς ότι το υποσημειώσατε. Φωνάζουμε, λέει, τάχα γιατί δεν δίνετε τη δυνατότητα σ' αυτά τα ιδρύματα να κάνουν μεταπτυχιακές σπουδές -όντως δεν τους τη δίνετε- αφού τα κάνετε ανώτατα και επομένως φάσκουμε και αντιφάσκουμε. Μα, γιατί αντιφάσκουμε; Δεν μπορείτε να μας ερμηνεύετε κατ' αυτόν τον αντιφατικό τρόπο. Μια και καλή να ξεκαθαρίσει αυτό. Και σας παρακαλώ, επειδή έληξε η συζήτηση επί της αρχής, να μην ξαναρχίσουμε αυτήν τη συζήτηση.
Η Νέα Δημοκρατία ζητά, τα ΤΕΙ της χώρας να γίνουν ουσιαστικά ανώτατα. Εξάλλου σας το έχουν προτείνει και οι Πρυτάνεις, το είπαν και οι άλλοι παράγοντες, το είπε και ο Σύλλογος των σπουδαζόντων στα ιδρύματα αυτά, αλλά και ο Σύλλογος των πτυχιούχων ΕΤΕΜ μηχανολόγοι κλπ. Τι είπαν; 'Οτι ή θα μας κάνετε ανώτατα ουσιαστικά ιδρύματα ή θα το αφήσετε στη πάντα, ευχαριστούμε. Τι φωνάζουν οι καθηγητές; 'Η είμαστε καθηγητές ανώτατοι εκπαιδευτικού ιδρύματος ή δεν είμαστε. Γιατί πρέπει να περάσουμε από ένα πράσινο σουρωτήρι για να γίνουμε εκεί, κατά τα μη ειωθότα στην ανώτατη εκπαίδευση;
Εμείς, λοιπόν, αυτά σας είπαμε. Και ξέρετε κάτι; Να το πούμε και άλλη μία φορά διά Βήματος της Βουλής στην Ολομέλεια. Εάν είχατε προβλέψει την ορθή και όχι ονομαστική ανωτατοποίηση, με τη διαδικασία όχι της χρονοβόρας -αυτό δεν το είπαμε εμείς, σας είπαμε σε ένα εξάμηνο μέσακρίσης, δηλαδή της αξιολόγησης όπως είναι η διεθνής πρακτική αυτών των ιδρυμάτων, όχι με σκοπό να τα κλείσουμε, όχι με σκοπό να τα ακυρώσουμε εκείνα που με ευθύνη δική σας δεν έχουν φθάσει εκεί που έπρεπε να φθάσουν, αλλά να τα βοηθήσουμε να ουσιαστικοποιήσουν την εκπαιδευτική τους παρουσία, τότε βέβαιο είναι ότι εμείς θα το ψηφίζαμε και επί της αρχής και θα δίναμε τη μάχη όπως θα τη δώσουμε και επί των άρθρων.
Γι' αυτό, λοιπόν, μην παρερμηνεύετε και αφήστε, αυτά δεν βοηθούν, δεν είναι αβανταδόρικα ως επιχειρήματα για εκείνα που λέτε.
Πάμε, λοιπόν, σ' αυτά που υποστηρίξατε, κύριε Υπουργέ. Εκείνο που ήθελα να πω είναι ένα, ότι όντως το Μάρτιο του 2000 ο 2817 αναδιατυπώθηκε ως πρόταση, έχετε απόλυτο δίκιο σ' αυτό, για να έχουμε ένα καλύτερο ΕΣΥΠ, Εθνικό Συμβούλιο Παιδείας. Και ιδού. Παρ' όλο ότι ήταν προεκλογικού χαρακτήρα η ρύθμιση, παρ' όλο ότι το είπαμε εδώ, στηλιτεύοντας το χρόνο κατά τον οποίο φέρατε αυτήν τη ρύθμιση, παρ' όλα αυτά είμαστε ανοικτοί. 'Εγινε νόμος του κράτους, τον έχετε στα χέρια σας. Γιατί επί ένα χρόνο δεν κάνατε τίποτε, ούτε μία κάποια κίνηση για να βγάλετε τα αντίστοιχα προεδρικά διατάγματα, αλλά βάλατε τώρα ορίζοντα 30 Απριλίου, θα σας τις δώσουμε εμείς τις προτάσεις μας, για να ξεκινήσετε. Ξέρετε, συμφωνώ και εγώ. Ανάγκη δεν έχουμε πολλών επιτροπών. Ανάγκη έχουμε αλλαγής νοοτροπίας για να μπορούμε να εκμεταλλευτούμε εκείνα που μας δίνουν οι νόμοι, τους οποίους εμείς στο κάτω- κάτω ψηφίζουμε εδώ μέσα. Και αλλαγή νοοτροπίας δεν έχετε κάνει. Γιατί, αν είχατε κάνει αλλαγή νοοτροπίας, πλην εκείνου που μας πιστώσατε απλόχερα σήμερα και είπατε εδώ ότι τέλος πάντων, έχουμε καλή αφετηρία, δημοκρατική κλπ. για το διάλογο, θα ακολουθούσατε και κάτι άλλο. Ποιο είναι αυτό το κάτι άλλο; Θα βλέπατε με σεβασμό τις επιμέρους ανάγκες που οδήγησαν στην αγωνία μας και στη σύνταξη αυτού που καταθέτουμε σήμερα ως πρόταση. Στο κάτω-κάτω απορρίψτε τα άρθρα. Γιατί δεν δέχεστε την αρχή; Γιατί δεν δέχεστε δηλαδή, ότι όντως πρέπει κάποτε εσείς που σήμερα κυβερνάτε, να κάνετε χάριν των πολλών και μεγάλων προβλημάτων που αντιμετωπίζει η παιδεία -και θα σας απαντήσω τώρα γι' αυτά που είπατε περί φροντιστηρίων- δεν κάνετε ουσιαστικό διάλογο; Κάντε τον όπως θέλετε. Να, η απλόχερη δική μας συναινετική τακτική. Αρκεί να γίνει διάλογος και ας μείνει αυτό σ' αυτήν την Αίθουσα. Δεν θα φύγουμε με σκυμμένο το κεφάλι εμείς εδώ, επειδή τάχα απορρίψατε την πρόταση νόμου της Νέας Δημοκρατίας. Δημοκρατία είναι και σημαίνει και καταξιώνεται ως θεσμός, όταν η Αντιπολίτευση θα φύγει απ' αυτήν την Αίθουσα με ψηλά το κεφάλι γιατί έχει κάνει το καθήκον της, ευαισθητοποιώντας το σύνολο των κομμάτων σ' αυτήν τη θέση.
Είπατε λοιπόν, στην περίεργη λογική του εισηγητού της Πλειοψηφίας, ότι του θυμίζει όλο αυτό που είπε ο κ. Σπηλιόπουλος και όλα αυτά που είπε ευφυέστατα ο εισηγητής μας, του θυμίζουν κοινοβουλευτικό έλεγχο τάχα. Δεν είναι δηλαδή αρμόζοντα στη διαδικασία τη νομοθετική.
Ακολουθώντας αυτήν τη λογική, ήρθατε εσείς και συμπληρώσατε τα παραδείγματα, για τα οποία θα σας απαντήσω. 'Εχω διαλέξει δύο, γιατί και ο χρόνος δεν φθάνει.
Ποια είναι η λογική αυτή, κύριε εισηγητά της Πλειοψηφίας; 'Οτι όταν χρησιμοποιούμε παραδείγματα εδώ συγκεκριμένων λανθασμένων πολιτικών της κυβερνητικής παράταξης για να στηρίξουμε τέλος πάντων τη λογική του δικού μας σχεδίου νόμου, κάνουμε κοινοβουλευτικό έλεγχο; Δηλαδή δεν ξέρουν οι Βουλευτές της Συμπολίτευσης πότε κάνουν νομοθετικό έργο και πότε κάνουν κοινοβουλευτικό έλεγχο; Σας παρακαλώ, αφήστε το αυτό γιατί πολλές φορές τον τελευταίο καιρό υπόπτως και αντιδημοκρατικώς ακούγεται ως επιχείρημα εδώ.
Και να πω κάτι άλλο, κύριε Υπουργέ: Είπατε ότι η πρόταση-εργαλείο που έχετε κάνει για το διάλογο στο ΕΣΥΠ και όλ' αυτά πρέπει να τύχουν σταθερής στήριξης διότι όντως δεν είναι λογικά εκείνα που λέμε εμείς, ότι υπάρχουν προβλήματα, τα οποία μπορούμε να συζητήσουμε σε εθνικό διάλογο δύσκολα. Κι εσείς αναδιατάσσετε λίγο αυτήν την ατζέντα. Εντάξει, να το δεχθώ.
Είναι όμως ατυχέστατο το παράδειγμα με τα φροντιστήρια και ατυχέστατη και η λέξη που χρησιμοποιήσατε. Τι είπατε για τα φροντιστήρια; Προσπαθώ να το βρω εδώ στις σημειώσεις μου. Είπατε: "Τα χτυπήσαμε" φέρνοντας παράδειγμα το Μοσχάτο. Και είπατε μάλιστα ότι 9%, αν θυμάμαι καλά, αυξήσατε και την πρόσθετη διδακτική στήριξη. Ποιος σας είπε ότι εμείς είμαστε αντίθετοι προς την πρόσθετη διδακτική στήριξη; Τα είπαμε και στην ΟΛΜΕ που την επισκεφθήκαμε, τα είπαμε και σε όλους τους φορείς με τους οποίους εμείς κάνουμε μονό διάλογο, αφού δεν γίνεται διπλός ή πολλαπλός.

(Στο σημείο αυτό κτυπάει το κουδούνι λήξεως του χρόνου ομιλίας του κυρίου Βουλευτή)

'Ενα λεπτό, κυρία Πρόεδρε.
Σας λέω λοιπόν: Γιατί δεν αντιλέξατε σ' εκείνα που δημοσιεύθηκαν στο περιοδικό της Ενώσεως Φροντιστών του προηγουμένου τριμήνου περί αυξήσεως και μόνο για το πρώτο τρίμηνο της φετινής χρονιάς των εργασιών των φροντιστηρίων κατά 22%; Δηλαδή είναι τρελοί οι 'Ελληνες; Προσέρχονται αυξημένοι κατά 22% στα φροντιστήρια κι έχετε κι εσείς 9% αύξηση στην πρόσθετη διδακτική στήριξη; Κάπου εδώ κάτι είναι λάθος.
Και δεύτερο και σημαντικό: Ας αφήσουμε τα ποσοστά. Σας απέδειξαν τα φροντιστήρια δυστυχώς ότι και μυαλό πρέπει να σας βάλουν και παράδειγμα να σας δώσουν. Ποιο παράδειγμα; 'Εκαναν πανελλαδικές εξετάσεις. Το παραβλέπετε αυτό; Πότε είχαν γίνει σ' αυτήν τη χώρα πανελλαδικές εξετάσεις από τα φροντιστήρια; Εγώ δεν λέω ότι δεν μπορούσαν να τις κάνουν, αλλά γιατί τις έκαναν;
Πρώτον για να σας δείξουν την ισχύ τους, ότι καλά κρατεί η φροντιστηριακή εκπαίδευση. Δεύτερο και σημαντικό -κι αυτό αναιρεί αυτά που είπατε- για να σας πουν πολύ σωστά τι θέματα επιτέλους και πόσο διαβαθμισμένα πρέπει να βάλετε για να μην οδηγηθούμε και πάλι σε σειρές και τεράστιες ουρές αριστούχων που δεν μπαίνουν στα πανεπιστήμια.
Να, λοιπόν, που σας δίνουν και μαθήματα διδακτικής και εξεταστικής εκείνοι τους οποίους θεωρείτε ότι κουτσουρέψατε.
Σας ευχαριστώ.

(Χειροκροτήματα από την πτέρυγα της Νέας Δημοκρατίας)

ΠΡΟΕΔΡΕΥΟΥΣΑ ('Αννα Μπενάκη-Ψαρούδα): Κύριοι συνάδελφοι, εισερχόμεθα στο στάδιο των δευτερολογιών.
Το λόγο έχει ο κ. Ταλιαδούρος.

ΣΠΥΡΙΔΩΝ ΤΑΛΙΑΔΟΥΡΟΣ: Κυρία Πρόεδρε, εκείνο το οποίο θα ήθελα να κάνω είναι δύο παρατηρήσεις στα όσα ακούστηκαν στην Αίθουσα αυτήν.
Το πρώτο είναι ότι από την όλη συζήτηση διαφάνηκε η διαφορά των αντιλήψεων που υπάρχει για το διάλογο μεταξύ Νέας Δημοκρατίας και ΠΑΣΟΚ. Το ΠΑΣΟΚ δημιουργεί όργανα διαλόγου, τα οποία ουδέποτε συγκαλεί. Και όταν τα συγκαλεί και τα λειτουργεί τα χρησιμοποιεί κατά τρόπο προσχηματικό ώστε ο "διάλογος" να οδηγήσει στην επικύρωση προειλημμένων αποφάσεων. Εμείς προτείνουμε κάτι το διαφορετικό: Η επιτροπή αυτή διαλόγου να έχει ουσιαστικό ρόλο και τα πορίσματά της να δεσμεύουν τα κόμματα και την Κυβέρνηση γιατί μόνο έτσι μπορεί να υπάρξει μία μακρόχρονη εκπαιδευτική στρατηγική.
Η δεύτερη παρατήρηση που θα ήθελα να κάνω είναι ότι η εικόνα της εκπαίδευσης όπως μας την παρουσίασε ο κύριος Υπουργός δυστυχώς δεν είναι έτσι. Τα επιστημονικά πορίσματα και οι έρευνες που υπάρχουν διαψεύδουν εκείνα τα οποία είπε ο κύριος Υπουργός πριν από λίγο.
Πρώτα απ' όλα θα αναφερθώ στην ύπαρξη παιδείας δύο ταχυτήτων. Δεν τα είπαμε εμείς. Είναι η έρευνα του κ. Πανάρετου του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών, το οποίο με στατιστικά στοιχεία απέδειξε ότι το 47,2% του ποσοστού απόρριψης μαθητών Β' και Γ' λυκείου προέρχεται από ορεινά λύκεια και απομακρυσμένες περιοχές έναντι του 18,3% που είναι ο πανελλήνιος μέσος όρος.
Από αυτήν την έρευνα προέκυψε ότι οι μαθητές των ιδιωτικών σχολείων είχαν καλύτερα αποτελέσματα από τους μαθητές των δημοσίων σχολείων.

(Στο σημείο αυτό την Προεδρική 'Εδρα καταλαμβάνει ο Γ' Αντιπρόεδρος της Βουλής κ. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΒΡΕΤΤΟΣ)

Σε ό,τι αφορά τα φροντιστήρια, άλλο είναι η θεμιτή ανάγκη πρόσθετης μαθησιακής υποστήριξης η οποία γεννήθηκε επί εποχής Γεωργίου Παπανδρέου, όταν ήταν Υπουργός Παιδείας και άλλο το σημερινό φαινόμενο. Οδηγούμαστε στην υποκατάσταση των δημοσίων σχολείων από τα φροντιστήρια. Διότι οι μαθητές πηγαίνουν στα φροντιστήρια για να μάθουν εκείνα τα οποία όφειλαν να μάθουν στο σχολείο και όχι να αποκτήσουν μία πρόσθετη γνώση που θα τους είναι χρήσιμη να αντιμετωπίσουν κάποια εξεταστική διαδικασία. Και σε αυτό ακριβώς το γεγονός οφείλεται η τεράστια αύξηση του αριθμού των φροντιστηρίων. Πεντακόσια φροντιστήρια ήταν στην Ελλάδα στα τέλη της δεκαετίας του '70, χίλια το '80 και δύο, τρεις χιλιάδες σήμερα.
Και εάν αυτό το συνδυάσετε και με κάποιο άλλο φαινόμενο της σημερινής εποχής, ότι δηλαδή πολλά φροντιστήρια, ιδιαίτερα στην περιφέρεια, μετατρέπονται σε ιδιωτικά σχολεία -και αν δείτε στατιστικά, θα δείτε ότι πάλι έχουμε μία τεράστια αύξηση του αριθμού των ιδιωτικών σχολείων που ιδρύονται στην πατρίδα μας. Για ποιο λόγο, λοιπόν, οι 'Ελληνες πολίτες σε μία δύσκολη οικονομική και κοινωνική περίοδο που διανύουν να δίδουν από το υστέρημά τους χρήματα για τα ιδιωτικά σχολεία και τα ιδιωτικά φροντιστήρια εάν μπορούσαν να αποκτήσουν παιδεία υψηλού επιπέδου από τη δημόσια εκπαίδευση;
Εάν αυτό δεν αποτελεί αποτυχία της εκπαιδευτικής πολιτικής που ασκείτε όλα αυτά τα χρόνια, τι αποτελεί τότε;
Φθάσαμε να διατίθενται, όπως αποδεικνύεται από έρευνες και στοιχεία, διακόσια τριάντα δισεκατομμύρια σε ετήσια βάση από τους 'Ελληνες πολίτες για τα φροντιστήρια.
Καταλήγοντας, κύριε Πρόεδρε, θα ήθελα να πω ότι το πνεύμα και η ουσία της πρότασης νόμου, που καταθέσαμε, είναι να υπάρξει επιτροπή διαλόγου με ουσιαστικό ρόλο και όχι τυπικό και τα πορίσματα αυτού του διαλόγου να είναι δεσμευτικά και να καταλήγουν στη χάραξη μιας κοινά αποδεκτής στρατηγικής στην εκπαίδευση. Αυτήν τη στρατηγική δεν έχουμε κατορθώσει όλα αυτά τα χρόνια να την αποκτήσουμε. Και αυτό οφείλει να προβληματίσει την Κυβέρνηση η οποία έχει και την ευθύνη όλης αυτής της κατάστασης.

ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ (Κωνσταντίνος Βρεττός): Ο εισηγητής του ΠΑ.ΣΟ.Κ. κ. Καστανίδης έχει το λόγο.

ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ ΚΑΣΤΑΝΙΔΗΣ: Κύριε Πρόεδρε, ζήτησα το λόγο παρά το γεγονός ότι δεν είχα αυτήν την πρόθεση, διότι είδα ότι ο Κοινοβουλευτικός Εκπρόσωπος της Νέας Δημοκρατίας αισθάνθηκε την ανάγκη να κάνει αρκετές αναφορές στην πρωτολογία μου.
Οφείλω να ομολογήσω ότι δεν αντιλήφθηκα ακριβώς σε τι διαφωνεί μαζί μου. Αυτό είναι μία έκπληξή μου, όπως αντιλαμβάνεσθε, που ως δύναμη με ώθησε να πάρω το λόγο για να διατυπώσω το ερώτημά μου.
Εάν τον ενόχλησε το ότι είπα ότι η πρόταση της Νέας Δημοκρατίας στερείται περιεχομένου και προσανατολισμού, θα το επαναλάβω και στη δεύτερη αυτή παρέμβασή μου, διότι όπως είπα με πολύ μεγάλη καθαρότητα και σαφήνεια πιστεύω, νομοθετημένες επιτροπές για το διάλογο, που αφορούν κρίσιμα προβλήματα της δημόσιας ζωής υπάρχουν. Αναφέρθηκα στο νόμο 2333 του καλοκαιριού του 1995 που προβλέπει Εθνική Διακομματική Επιτροπή για την παιδεία.
Διαφώνησε διότι είπα ότι ελλείπει ο πολιτικός πολιτισμός του διαλόγου; Κατανόησα όμως από τον τοποθέτησή του ότι το ίδιο συμμερίζεται και αυτός.
Με ρώτησε εάν θα ήταν χρήσιμο, θέματα που εγώ έθιξα πριν από καιρό στην Κοινοβουλευτική Επιτροπή και που αφορούν το σύστημα εισαγωγής στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, να συζητηθούν. Προφανώς. Θα ήταν πάρα πολύ χρήσιμο και κρίσιμο για τον τόπο μας, εάν θέματα που αφορούν την καθημερινή λειτουργία του εκπαιδευτικού μας συστήματος ή τους παιδαγωγικούς προσανατολισμούς του εκπαιδευτικού μας συστήματος -αυτό είναι το μεγάλο θέμα- συνεζητούντο σε μια σταθερή βάση.
Σε ό,τι αφορά δε το διάλογο είπα -και φαντάζομαι ότι δεν διαφωνεί κανένας με αυτήν τη γενική αρχή -ότι υπάρχουν πολλοί οι οποίοι
δηλώνουν την πίστη τους στο διάλογο αλλά στην πράξη δεν τον εφαρμόζουν.
Μάλιστα -και ελπίζω να έχει τη δυνατότητα να το πει και ο κ. Καλός για το κόμμα του- εγώ δεν εξαιρώ αυτής της κριτικής ούτε το πολιτικό κόμμα στο οποίο ανήκω.
Κλείνω αυτήν την πολύ σύντομη παρέμβασή μου με μία παρατήρηση που ανατρέχει στο τέλος της πρώτης μου ομιλίας. Δεν υπάρχει λόγος ψηφίσεως της προτάσεως της Νέας Δημοκρατίας διότι απλούστατα το νομικό μας πλαίσιο προβλέπει ήδη την ύπαρξη διακομματικών επιτροπών. Η υποχρέωσή μας να είναι να τις λειτουργήσουμε.

(Χειροκροτήματα από την πτέρυγα του ΠΑ.ΣΟ.Κ.)

ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ (Κωνσταντίνος Βρεττός): Κύριε Χουρμουζιάδη, θέλετε να πάρετε το λόγο;

ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΧΟΥΡΜΟΥΖΙΑΔΗΣ: 'Οχι, κύριε Πρόεδρε.

ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ (Κωνσταντίνος Βρεττός): Ο κ. Σπηλιόπουλος έχει το λόγο.

ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΣ ΣΠΗΛΙΟΠΟΥΛΟΣ: Είναι προφανές, κύριε Υπουργέ, ότι δε
συμμερίζομαι την αισιοδοξία σας για την πορεία του εκπαιδευτικού μας συστήματος όπως δεν τη συμμερίζεται και η συντριπτική πλειοψηφία του ελληνικού λαού. Τα πράγματα δεν είναι έτσι.
Βεβαίως, αντιλαμβάνομαι πώς και γιατί επιχειρείτε να δικαιολογήσετε τη θέση σας, όμως θα έλεγα ότι ακόμα και σε αυτής της μορφής τις πρακτικές υπάρχουν όρια. Σε ένα δεν υπάρχει όριο, κύριε Υπουργέ, στην αλήθεια. Η αλήθεια είναι πάντα μία και μοναδική. Εγώ προσωπικά αυτήν υπηρετούσα σε όλη μου τη ζωή.
Σε ό,τι αφορά στα στοιχεία που παρουσίασα, γιατί τα αμφισβητήσατε, θα ήθελα και εγώ με την ίδια ειλικρίνεια...

ΠΕΤΡΟΣ ΕΥΘΥΜΙΟΥ (Υπουργός Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων): Την ανάγνωσή τους.

ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΣ ΣΠΗΛΙΟΠΟΥΛΟΣ: Δε νομίζω ότι μειονεκτώ ημών σε δυνατότητα ανάγνωσης και το ξέρετε πάρα πολύ καλά, αυτό. Μπορώ και διαβάζω πάρα πολύ καλά και σας πληροφορώ ότι γνωρίζω και στατιστική. Αλλά επειδή εσείς είπατε ότι δεν μπορείτε να απαντήσετε επί της ουσίας διότι δεν έχετε μαζί σας τα στοιχεία -παρά το ότι ένας Υπουργός Παιδείας αυτά τα απλά πράγματα που ταλανίζουν ολόκληρη την ελληνική κοινωνία οφείλει κατά την άποψή μου να τα γνωρίζει- θα πρέπει να σας πω, γιατί εγώ τα θυμάμαι απ'έξω, μου έγιναν βίωμα, ότι τα στοιχεία που αφορούν στο λειτουργικό αναλφαβητισμό αφορούν σε άτομα ηλικίας είκοσι τεσσάρων έως εξήντα τεσσάρων χρόνων. Βεβαίως, σε μικρότερες ηλικίες τα πράγματα είναι όπως τα περιγράψατε. Ουαί και αλίμονο εάν δεν βρίσκονταν στην κατάσταση αυτή. Τα επικαλούμαι όλα αυτά διότι όπως είπα η κατάσταση που επικρατεί στερεί πάρα πολλούς ανθρώπους από το να πάρουν τη ζωή τους στα χέρια τους, όπως και μεγαλύτερους ανθρώπους γιατί έχουν αλλάξει οι ανάγκες της αγοράς εργασίας, γιατί έχουν αλλάξει πάρα πολλά πράγματα στη σημερινή κοινωνία. Γι'αυτό και μπαίνει επιτακτικά από όλες τις κατευθύνσεις το θέμα της διά βίου, της συνεχιζόμενης εκπαίδευσης και της επανεκπαίδευσης. Αυτά είναι υποχρεώσεις ενός σοβαρού εκπαιδευτικού συστήματος, κύριε Υπουργέ.
Επίσης, για το θέμα της προσχολικής εκπαίδευσης, τα στοιχεία που ανέφερα δεν αφορούν τις ηλικίες των τριών χρόνων αλλά την ηλικία των πέντε χρόνων. Σας πληροφορώ, είναι ακριβέστατα και δεν περιποιούν τιμή στο ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα, από το οποίο λείπουν χιλιάδες αίθουσες διδασκαλίας για την προσχολική εκπαίδευση. Εκεί εντοπίζεται το πρόβλημα.
Επίσης, μου προκάλεσε εντύπωση ότι αναφερθήκατε με τον τρόπο που αναφερθήκατε σ'αυτά που σας εξυπηρετούν. Δεν αναφερθήκατε όμως σε πολλά άλλα θέματα που έθεσα ενώ είχατε το χρόνο να το κάνετε. Εκτός εάν με αναγκάσετε να πιστέψω ότι το θέμα της σχολικής διαρροής που για μένα είναι μείζονος σημασίας θέμα δεν σας ενδιαφέρει, όπως και το θέμα των τεράστιων αναγκών σε αίθουσες διδασκαλίας, το θέμα των αναλυτικών προγραμμάτων σπουδών, του πολλαπλού βιβλίου, των σύγχρονων συγγραμμάτων, όπως και το θέμα των δαπανών για την παιδεία. Γιατί αυτά που γίνονται στο Υπουργείο Παιδείας τα τελευταία χρόνια κυρίως ή που έγιναν από τον προκάτοχό σας, δε νομίζω ότι περιποιούν τιμή σε κανέναν. Αλλά ξέρω όταν τα ακούτε όλα αυτά ενοχλείσθε.
Δυστυως είμαστε η τελευταία χώρα μεταξύ όλων των χωρών της Ευρωπαϊκής 'Ενωσης σε δαπάνες παιδείας. Οι δαπάνες μας ανά φοιτητή είναι στο 1/3 των μέσων δαπανών των χωρών της Ευρωπαϊκής 'Ενωσης. Είναι εξακόσια ECU στην Ελλάδα και χίλια εννιακόσια ECU στην Ευρωπαϊκή 'Ενωση. Αν δεν σας αρέσει η αλήθεια, τότε να σταματήσουμε να μιλάμε. Αυτή είναι η πραγματικότητα. Δεχθείτε την. Γι'αυτό και λέμε ότι αυτά τα προβλήματα μόνο μέσα από ένα σοβαρό και θεσμοθετημένο εθνικό διάλογο μπορούν να συζητηθούν κατ'αρχήν και να αντιμετωπισθούν, με μία προοπτική εικοσαετίας. Δε ζούμε στην εποχή των θαυμάτων. Κατανοείστε το. Εμείς το γνωρίζουμε.
Χρειάζεται πίστωση χρόνου γιατί ξέρουμε ότι τα χρήματα που ζητούμε όλοι να επενδύσουμε στην παιδεία από κάπου αλλού θα τα πάρουμε. Δεν μας περισσεύουν.
Να η δύναμη της συναπόφασης την οποία σας ζητούμε αλλά την αρνείστε. Το ΕΣΥ θεσμοθετήθηκε το 1985 και δεκαπέντε χρόνια τώρα δεν λειτούργησε. Δεν φταίμε εμείς γι' αυτό. Μην το επικαλείστε λοιπόν. Διάλογο ουσιαστικό, θεσμοθετημένο και εθνικό σας ζητάμε. Τα πράγματα είναι πάρα πολύ απλά. Εκτός εάν ζούμε σε άλλη χώρα και δεν μπορούμε να συνεννοηθούμε. Αυτή η αίσθηση πολλές φορές μου δημιουργείτε όταν συζητάμε για αυτονόητα θέματα παιδείας.

ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ (Κωνσταντίνος Βρεττός): Ο κύριος Υπουργός έχει το λόγο.

ΠΕΤΡΟΣ ΕΥΘΥΜΙΟΥ (Υπουργός Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων): Δεν θα λησμονήσω ότι καλούμαστε μόνο και μόνο για την πρόταση νόμου της Νέας Δημοκρατίας. Απλώς θα θυμήσω ότι θεωρώ τίτλο τιμής και υπερηφάνειας για τους 'Ελληνες εκπαιδευτικούς που μέσα στο δημόσιο σχολείο δίνουν έμπρακτη απάντηση πως αντιμετωπίζουμε το θέμα των φροντιστηρίων. Αυτό που εγώ ισχυρίζομαι είναι ότι αυτή η επιτυχής πορεία του προγράμματος πρόσθετης διδακτικής στήριξης μέσα στην εκπαίδευση δεν είναι επιτυχία της Κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ είναι κοινό κτήμα για όσους θεωρούν ότι η δημόσια δωρεάν εκπαίδευση είναι το μεγαλύτερο κοινό μας κεφάλαιο. Ζήτησα να ενισχύονται οι παρόμοιες κατευθύνσεις αντί μόνο να αναφέρουμε τις αρνητικές όψεις των πραγμάτων όπως είναι η ύπαρξη της παραπαιδείας.
Θέλω να επαναλάβω τα στοιχεία γιατί θεωρώ ότι είναι τίτλος τιμής στον 'Ελληνα εκπαιδευτικό. Αναδιοργανώσαμε φέτος το θεσμό της πρόσθετης διδακτικής στήριξης. Επεκτείναμε το πρόγραμμα σε μαθήματα κατεύθυνσης στα ενιαία λύκεια, ειδικότητας στα ΤΕΕ και σε δύο μαθήματα ειδικότητας στα μουσικά σχολεία. Εισαγάγαμε το θεσμό της επιτροπής παρακολούθησης που έχει μέσα και το διευθυντή και τον εκπρόσωπο του συλλόγου γονέων και τον εκπρόσωπο των μαθητών ώστε να επιλέγεται ο εκπαιδευτικός για το μάθημα. Το αποτέλεσμα ήταν ότι είχαμε αύξηση των σχολείων κατά 9%, αύξηση των τμημάτων ως εξής: Από έντεκα χιλιάδες εννιακόσια είκοσι έξι τμήματα που ήταν πέρυσι φέτος είναι είκοσι χιλιάδες εννιακόσια δεκαπέντε. Ποσοστό αύξησης 75,45%. Φοιτούν φέτος εξήντα εννιά χιλιάδες οκτακόσιοι τριάντα εννιά μαθητές έναντι σαράντα πέντε χιλιάδων τριακοσίων τεσσάρων μαθητών πέρυσι. Ποσοστό αύξησης 54,25%. Εργάζονται φέτος δέκα χιλιάδες τριακόσιοι διακόσιοι τριάντα πέντε εκπαιδευτικοί έναντι έξι χιλιάδων οκτακοσίων έντεκα εκπαιδευτικών. Ποσοστό αύξησης 50,3%.
Αυτό που λέω πάρα πολύ απλά είναι ότι αυτός είναι ο έμπρακτος δρόμος, αυτή είναι η κατεύθυνση που έχουμε στα χέρια μας και αυτή είναι η κατεύθυνση που εμείς σταθερά ακολουθούμε και επαναλαμβάνω ότι πιστεύω ότι ανήκουν σε όλους.
Δεύτερον, δεν είναι η μέρα της γενικευμένης συζήτησης για την κατάσταση στην εκπαίδευση που ευχαρίστως την κάνουμε όποια στιγμή θελήσουμε γιατί πιστεύω ότι όλοι έχουμε να κερδίσουμε. 'Εχω όμως να πω ότι δεν θα υποκύψω στον πειρασμό της χρησιμοποίησης των στατιστικών γιατί θεωρώ το πιο ευαίσθητο κοινό μας κεφάλαιο την παιδεία, για να την μετατρέψω σε αντικείμενο είτε εύκολων κομματικών αντιδικιών είτε και προσωπικών.
Θα σας επισημάνω, κύριε Σπηλιόπουλε, όπως σας είπα ότι δεν αμφισβήτησα τα στοιχεία σας αλλά επιμένω και στην πρώτη ευκαιρία. Θέλω να το επαναλάβουμε στη Βουλή ότι εάν πάμε την προσχολική ακριβώς στη ζώνη των πέντε είναι άνω του 86% που είναι ο μέσος ευρωπαϊκός όρος. Επιμένω και τίθεμαι υπό την κρίση σας γι' αυτό. Αν πάμε στα τρία χρόνια όπως σας είπα αλλάζει όλος ο δείκτης. Αυτή είναι η συγκεκριμένη τοποθέτησή μου.
'Οσον αφορά το θέμα της σχολικής διαρροής ξέρετε πώς μπορεί να διαβαστεί; Κύριε Σπηλιόπουλε, συμμερίζομαι ότι πράγματι μιλάτε πάντα υπεύθυνα και με στοιχεία αλλά σας επισημαίνω το στοιχείο της ανάγνωσης. Ξέρετε πάρα πολύ καλά ότι ένας από τους υψηλότερους δείκτες διαρροής διαμορφώνεται σε ευπαθείς κοινωνικές ομάδες. Πιστεύω ότι δεν διαφωνείτε σ' αυτό. Θα σας πω, λοιπόν, ότι έχουμε τέσσερα ξεχωριστά προγράμματα όπως για παράδειγμα για τα τσιγγανόπαιδα, με λαμπρούς καθηγητές. Πιστεύω ότι δεν θα διαφωνήσει κανείς ότι καθηγητές σαν τον κ. Γκότοβο, τον κ. Τσάκαλο είναι κατά κοινή παραδοχή λαμπροί καθηγητές και ειλικρινά θεωρώ ότι είναι εκτός παρατάξεων όλα αυτά.
Επεκτείναμε αυτά τα προγράμματα από δεκαπέντε σε είκοσι νομούς. Παραγάγαμε συμπληρωματικό διαπολιτισμικό υλικό. Κάναμε ειδικές
επιμορφώσεις των εκπαιδευτικών.

ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΣ ΣΠΗΛΙΟΠΟΥΛΟΣ: Πόσα σχολεία δεύτερης ευκαιρίας δημιουργήσατε μέχρι σήμερα;

ΠΕΤΡΟΣ ΕΥΘΥΜΙΟΥ (Υπουργός Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων): Θα σας πω αμέσως.
Το ποσοστό διαρροής σε αυτήν τη συγκεκριμένη κατηγορία των τσιγγανοπαίδων από 75% το 1997, φέτος περιορίστηκε στο 25%.
'Αρα, πρέπει να βλέπουμε, επαναλαμβάνω, τους δρόμους που μας οδηγούν σε λύσεις, δρόμους που αποδίδουν και δρόμους που είναι, θα έλεγε κανείς, αξιοπιστίας, βεβαιότητας και αυτοπεποίθησης, γιατί αν μη τι άλλο η έννοια των αδιεξόδων δεν ταιριάζει στη σημερινή ελληνική εκπαίδευση.
Στην πρώτη ευκαιρία ευχαρίστως να κάνουμε μια συζήτηση για τη γενική κατάσταση του εκπαιδευτικού συστήματος, με όλα τα στοιχεία, στην Επιτροπή Μορφωτικών Υποθέσεων. Πραγματικά θεωρώ ότι η Εθνική Αντιπροσωπεία καλό είναι να κάνει μια συζήτηση επί των στοιχείων, ώστε να υπάρχει μια εικόνα των πολιτικών προτάσεων, που προτείνουμε.
Δεν θα μπω σε επιμέρους παρατηρήσεις για τα θέματα που έχουν τεθεί, γιατί δεν αρμόζουν στη σημερινή συζήτηση.
Να επαναλάβω ότι η πρόταση του Εθνικού Συμβουλίου Παιδείας, που έχουν όλα τα κόμματα και οι φορείς στα χέρια τους, είναι μια πρόταση που έχει συμπεριλάβει την εμπειρία των προηγουμένων και δίνει, κατά τη γνώμη μας, έμπρακτες απαντήσεις σε όσα ζητήματα προκάλεσαν στο παρελθόν στις αντίστοιχες προσπάθειες δυσχέρειες και οδήγησαν είτε σε αδράνεια είτε σε μαρασμό είτε σε αμφισβητήσεις που αναφέρθηκαν. Σημειώνω ότι δεν υπάρχει καμία ευρωπαϊκή χώρα, η οποία να μη στηρίζει τις πολιτικές της σε ακριβώς αντίστοιχους θεσμούς.
Αναφέρθηκε και πολύ ορθά, η έρευνα του καθηγητή Πανάρετου για τις εξετάσεις. Υπάρχει ένας πάρα πολύ ενδιαφέρον τόμος του κ. Πανάρετου που έχει καταγραφή όλων των Εθνικών Συμβουλίων Παιδείας όλης της Ευρώπης. Αρκετές χώρες έχουν και συμβούλια κατά τομείς, με το χαρακτήρα όμως του εθνικού συμβουλίου, δηλαδή με αντιπροσώπευση απ' όλες τις κοινωνικές κατηγορίες, απ' όλα τα κόμματα για επιμέρους τομείς.
Η πρότασή μας είναι απέραντα διαυγής. Αυτό το Εθνικό Συμβούλιο Παιδείας, που προτείνουμε, δεν έχει καμία εξάρτηση από τον Υπουργό
Παιδείας. Δεν έχει καμία δυνατότητα ποδηγέτησης από οποιοδήποτε κόμμα. Μετέχουν όλα τα κόμματα της Βουλής και του Ευρωκοινοβουλίου με αντιπροσώπους. Μετέχουν το σύνολο των εκπαιδευτικών και κοινωνικών φορέων, οι οποίοι δικαιούνται να έχουν παρουσία λόγου, δράση, συμβολή στη χάραξη μακράς στρατηγικής για την εκπαίδευση.
Θα ήταν βαρύ πλήγμα, πάρα πολύ ακατανόητο, αν δεν δίναμε υπόσταση σε ένα εθνικό συμβούλιο παιδείας επιμένοντας να είμαστε μια χώρα-εξαίρεση στην Ευρώπη. Θα ήταν βαρύ πλήγμα για το κοινό ζητούμενο του πολιτικού μας πολιτισμού, να μη μπορούμε καν να συμφωνήσουμε ότι μπορούμε να έχουμε θεσμούς αυτάρκεις κοινωνικά, πολιτικά μη ποδηγετημένους και ταγμένους αποκλειστικά στην υπηρεσία των συμφερόντων της ελληνικής κοινωνίας.
Εμείς πιστεύουμε σ' αυτό. Πιστεύουμε ότι η πρότασή μας θα γίνει αποδεκτή -από τις ενδείξεις που έχουμε τουλάχιστον- από το σύνολο των κοινωνικών φορέων. Γι' αυτό θέλουμε να είμαστε βέβαιοι ότι την ίδια ανταπόκριση θα έχουμε απ' όλα τα κόμματα, καθώς όπως λέμε, η παιδεία δεν ανήκει σε κανέναν, ανήκει σε όλους.
Ευχαριστώ.

ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ (Κωνσταντίνος Βρεττός): Ο Κοινοβουλευτικός Εκπρόσωπος της Νέας Δημοκρατίας κ. Καλός έχει το λόγο.

ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΚΑΛΟΣ: Κύριε Πρόεδρε, άκουσα τον κύριο Υπουργό στη δευτερολογία του με πολλή προσοχή. Πάντοτε τον ακούω έστω και αν διαφωνούμε σε πάρα πολλά πράγματα.
Θα ήθελα να πω, λοιπόν, την απάντηση της Νέας Δημοκρατίας στην ατάκα με την οποία έκλεισε τη δευτερολογία του ο κύριος Υπουργός. Τα κόμματα θα βοηθήσουν σ' αυτόν το διάλογο. Δεν θα αφήσουν το θεσμό να χαθεί. Εγώ σας προειδοποίησα ότι πρέπει να υπάρξει αλλαγή νοοτροπίας. Το είπα ίσως με οξύ τόνο αλλά νομίζω ότι η διαφωνία δικαιολογεί τον τόνο με τον οποίο προσεγγίσαμε αυτό το θέμα.
Τα κόμματα που εισηγούνται προτάσεις διαλόγου, θεσμοθέτηση οργάνων διαλόγου έστω και αν αυτά απορρίπτονται δεν είναι δυνατόν να μη συνδράμουν στο διάλογο. Δεν είναι δυνατό να μη σημειώσει η Νέα Δημοκρατία, κύριε Υπουργέ, ότι δώσατε στη δημοσιότητα δύο μόλις ημέρες πριν έρθει στην επιτροπή η πρότασή μας, το δικό σας σχέδιο προεδρικού διατάγματος. Κάλλιο αργά παρά ποτέ.
Δεύτερον, θέλω να αναφερθώ σ' αυτό που είπατε για τα εύσημα που όντως πρέπει να αποδώσουμε σ' αυτήν την Αίθουσα. Πράγματι μπορούμε σε πάρα πολλά θέματα να συνεννοηθούμε. Το εύσημα πρέπει να δοθούν σε εκείνους που καθημερινά μοχθούν για να είναι σήμερα το δημόσιο σχολείο στη συνείδηση και στο μυαλό όλων το πρώτιστο ζητούμενο. Εγώ θα συμφωνήσω με τα στοιχεία που δώσατε αν αυτά τα αποδίδετε εντίμως -δεν έχω λόγο να μην το πιστέψω- σε εκείνους οι οποίοι είναι οι πρωτεργάτες αυτών που επετεύχθησαν.
Απαντήστε μου όμως στην τριτολογία σας τι κάνετε εσείς ως Υπουργείο για τα θεσμικά και για τα άλλα τους αιτήματα; Τι κάνετε για τους λειτουργούς της πρωτοβάθμιας και της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης. Για παράδειγμα συζητάμε για το ασφαλιστικό. 'Εχουμε ανοίξει ένα διάλογο ο οποίος μπορεί τώρα να έχει παγώσει αλλά σε μερικές ημέρες θα ξεπαγώσει και από μηδενική βάση θα βάλουμε και τα προβλήματα των εκπαιδευτικών. Απαντήστε μας σ' αυτό τουλάχιστον για να δούμε τις προθέσεις σας και να τις χειροκροτήσουμε αν είναι καλές. Θα βάλετε την υπογραφή σας κάτω από την υπογραφή του κ. Γιαννίτση για να διδάσκει ένας δάσκαλος στα εξήντα πέντε του χρόνια ή ένας γυμναστής στα εξήντα πέντε του χρόνια να διδάσκει σωματική αγωγή κάνοντας εφαλτήριο; Αυτό θα κάνετε ή θα προσανατολιστείτε σε ένα ειδικό ασφαλιστικό για τους εκπαιδευτικούς. Να λοιπόν ποιες είναι οι καλώς εννοούμενες προκλήσεις της Αντιπολίτευσης προς την κυβερνητική πολιτική.

ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ (Κωνσταντίνος Βρεττός): Κύριε συνάδελφε, έχουν παγώσει οι πρότασεις.

ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΚΑΛΟΣ: Τέλος, θέλω να απαντήσω στον απόντα από την Αίθουσα εισηγητή του ΠΑΣΟΚ και αρκετά αγαπητό συνάδελφο κ. Καστανίδη. Θα ήθελα να του πω ότι δεν κατανοώ τι δεν κατανοεί αφού λείπει από την Αίθουσα όταν εγώ τα λέω. Είπε δε ότι η πολιτική που αλλάζει έγινε και από εμάς. Για παράδειγμα όταν ήρθε ο κ. Σουφλιάς έκανε άλλη πολιτική απ' αυτή που έκανε ο κ. Κοντογιαννόπουλος. Αυτό το παράδειγμα είναι ατυχέστατο. Πρέπει να πω ότι όταν ήρθε ο κ. Σουφλιάς έκανε σταθερή πολιτική διαλόγου, έκανε ερωτηματολόγια, έκανε εθνικό διάλογο. Αυτόν το διάλογο η γαλλική κυβέρνηση μετά από έξι χρόνια τον μιμήθηκε ακριβώς όπως τον θεσμοθέτησε για τα κρίσιμα θέματα εκείνης της περιόδου ο κ. Σουφλιάς.
Σημειώστε ότι ο κ. Σουφλιάς είναι στο κόμμα της Νέας Δημοκρατίας δόξα τω Θεώ, ενώ εσείς έχετε στο κόμμα σας τον κ. Κοντογιαννόπουλο, ο οποίος δεν έκανε διάλογο αλλά όλα εκείνα που είχαμε εκείνη την περίοδο.

ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ (Κωνσταντίνος Βρεττός): Ο κύριος Υπουργός έχει το λόγο.

ΠΕΤΡΟΣ ΕΥΘΥΜΙΟΥ (Υπουργός Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων): Είναι φανερό ότι δεν θα ήθελα να μπω σε όλες τις δυνητικές τροπές που θα μπορούσε να πάρει η συζήτηση. Θέλω μόνο να κρατήσω ως απάντηση προς τον κ. Καλό αυτό που είπα προς το Προεδρείο της ΟΛΜΕ που με επισκέφθηκε σε διευρυμένη βάση και με εκπροσώπους ΕΛΜΕ.
Είπα λοιπόν, ότι, το Υπουργείο Παιδείας στο διάλογο τον ασφαλιστικό πρέπει να υπάρχει μία ιδιαίτερη προσέγγιση για το θέμα των εκπαιδευτικών που προσδιορίζεται από τις ειδικές συνθήκες που αντιμετωπίζει ο κλάδος. 'Οπως ανέφερα δημόσια και επίσημα σε αυτούς λίγο πριν τους δεχτώ τη Δευτέρα το μεσημέρι είχα μια συνεννόηση με τον κ. Γιαννίτση, στην οποία και ο κ. Γιαννίτσης υπήρξε σύμφωνος ότι στα πλαίσια του διαλόγου πέραν της εκπροσώπισης της ΟΛΜΕ απο την ΑΔΕΔΥ θα υπάρξει ευθεία σχέση της ΟΛΜΕ με το Υπουργείο Εργασίας έτσι ώστε να αναδειχθεί η συγκεκριμένη πλευρά και τα συγκεκριμένα ζητήματα που περιβάλλουν τη διδασκαλία είτε του δασκάλου είτε του καθηγητή.
Επομένως, νομίζω ότι απαντώ και σε σας, κύριε Καλέ, με τον ίδιο ακριβώς τρόπο.
Εν κατακλείδι, εφόσον το κοινό ζητούμενο είναι ο διάλογος, εμείς θα προτείναμε την ενεργοποίηση όλων των μηχανισμών διαλόγου είτε στη Βουλή, στις επιτροπές, είτε στην Ολομέλεια, αλλά θα θεωρούσαμε ότι η ενίσχυση ενός πραγματικού ακηδεμόνευτου Εθνικού Συμβουλίου Παιδείας θα έδινε σε όλους, Κυβέρνηση και κόμματα, έναν πολύτιμο στρατηγικό εταίρο στη χάραξη συνολικά των πολιτικών παιδείας και κατά τούτο αυτό ζητούμε να ενισχυθεί και αυτό ζητούμε να υπάρξει από όλους.
Ευχαριστώ.

ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ (Κωνσταντίνος Βρεττός): Κύριοι συνάδελφοι, έχω την τιμή να ανακοινώσω στο Σώμα ότι τη συνεδρίασή μας παρακολουθούν από τα βόρεια θεωρεία εκατόν είκοσι τρεις μαθητές και πέντε συνοδοί-καθηγητές από το 3ο Γυμνάσιο Καρδίτσας, αφού προηγουμένως ξεναγήθηκαν στην έκθεση της αίθουσας "ΕΛΕΥΘΕΡΙΟΣ ΒΕΝΙΖΕΛΟΣ", για τα ογδόντα χρόνια από την
ενσωμάτωση της Θράκης με την Ελλάδα.
Τους καλωσορίζουμε στο Κοινοβούλιο.

(Χειροκροτήματα από όλες τις πτέρυγες)

Κηρύσσεται περαιωμένη η συζήτηση επί της αρχής της πρότασης νόμου αρμοδιότητας του Υπουργείου Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων: "Εθνικός διάλογος για την Παιδεία και τη συγκρότηση σχετικών Επιτροπών".
Οι αποδεχόμενοι την αρχή της πρότασης νόμου παρακαλώ να εγερθούν.
(Εγείρονται οι αποδεχόμενοι την πρόταση του νόμου)
Δεν ηγέρθη ο απαιτούμενος και προβλεπόμενος από το Σύνταγμα και τον Κανονισμό της Βουλής αριθμός Βουλευτών και συνεπώς η πρόταση νόμου απορρίπτεται.
../..

 Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΟΙ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΣ



Αποστολή σελίδας   Εκτυπώσιμη μορφή σελίδας   Προσθήκη σελίδας στα Αγαπημένα 
Πείτε τη γνώμη σας για το άρθρο
©1998-2024, Έδρα Εκπαίδευσης, Ι.Π.Ε.Τ.
 
Επιστροφή
Δημοσιεύθηκε την: 26.04.2001 00:00:00
 
Αναγνώσθηκε 553 φορές