Πολιτείας & Πολιτικών κομμάτων

Ιωάννης Πανάρετος: Το αβάσιμο της βάσης του 10


Πηγή: http://ypepth.opengov.gr/panaretos/?p=1344#more-1344 16 / 04 / 2010 



Η καλύτερη εκδοχή για την καθιέρωση της βάσης του δέκα είναι ότι είχε ως στόχο να εισαγάγει ένα ελάχιστο ποιοτικό επίπεδο το οποίο θα πρέπει να χαρακτηρίζει τους μαθητές ώστε να μπορούν να σπουδάσουν σε Τμήματα Πανεπιστημίων ή ΤΕΙ. Τέσσερα χρόνια μετά, δεν υπάρχει η παραμικρή μετρήσιμη ένδειξη ότι η βάση του δέκα συνεισέφερε στην βελτίωση του επιπέδου των φοιτητών και σπουδαστών. Τουναντίον, μελετώντας κανείς τα στοιχεία των ετών κατά τα οποία ίσχυσε το μέτρο αυτό, παρατηρεί ότι το αυθαίρετο αυτό όριο προκάλεσε παραδοξότητες.

Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τα στοιχεία του Υπουργείου, παρατηρείται ότι, στο σύνολο των κατευθύνσεων, και καθ’ όλα τα έτη ισχύος του μέτρου, υπάρχει διψήφιο ποσοστό μαθητών (που ξεπερνά σε ορισμένες περιπτώσεις το 20%) οι οποίοι, ενώ κατά μέσον όρο κατόρθωσαν να συγκεντρώσουν βαθμολογία δέκα, απέτυχαν να περάσουν την βάση στα βασικά μαθήματα της κατεύθυνσής τους – τα μαθήματα εκείνα, δηλαδή, τα οποία συνιστούν τα πλέον ενδεικτικά της καταλληλότητας ενός μαθητή για να σπουδάσει στο φάσμα των Τμημάτων της επιλογής του. Τα στοιχεία αυτά παρουσιάζονται αναλυτικά στους πίνακες που ακολουθούν.

Από το άλλο μέρος, από τα στοιχεία προκύπτει ότι στα τέσσερα χρόνια εφαρμογής του μέτρου, περίπου δύο χιλιάδες μαθητές απέτυχαν να εισαχθούν σε Πανεπιστήμια και ΤΕΙ διότι δεν συγκέντρωσαν μέσο όρο βαθμολογίας άνω του δέκα, αν και κατάφεραν να περάσουν το δέκα στο βασικό μάθημα της κατεύθυνσής τους. Δεν είναι καθόλου σαφές τι κάνει την πρώτη μερίδα μαθητών περισσότερο ή λιγότερο κατάλληλη από την δεύτερη μερίδα, ιδιαίτερα όταν αναλογιστεί κανείς ότι στην διαμόρφωση του μέσου όρου συνεισφέρουν μαθήματα μειωμένης συνάφειας με το αντικείμενο της κατεύθυνσης που επιλέγει ο υποψήφιος.

Χθες μάλιστα, η ίδια η πρώην Υπουργός κα Γιαννάκου, επί Υπουργίας της οποίας θεσπίστηκε το μέτρο, χαρακτήρισε επί λέξει «συμβολική» την ύπαρξη της βάσης του δέκα, παραδεχόμενη την επί της ουσίας αποτυχία του μέτρου να διασφαλίσει την ποιότητα την οποία ευαγγελιζόταν.

Η ύπαρξη μίας τέτοιας αυθαίρετης βάσης (είτε αυτή είναι το δέκα είτε κάτι άλλο) για την διασφάλιση της ποιότητας πάσχει ως πρακτική και ακαδημαϊκά αλλά και στρατηγικά.

Από ακαδημαϊκής απόψεως, ένα τέτοιο μέτρο προσπαθεί να συνδυάσει σε μία εξέταση δύο στόχους εκ διαμέτρου αντίθετους:

α) Την διάγνωση ενός ελαχίστου επιπέδου, που απαιτεί θέματα μειωμένης δυσκολίας.

β) Τον διαγωνισμό με σκοπό να υπάρξει μία αντιπροσωπευτική κατάταξη των υποψηφίων με ευρεία διασπορά, που απαιτεί θέματα αυξημένης δυσκολίας.

Από απόψεως Εθνικής Στρατηγικής, η διαχρονική πολιτική στην Ελλάδα, αλλά και σε όλες τις χώρες της Ευρώπης και της Αμερικής τα τελευταία 20 χρόνια, υπήρξε η προσπάθεια διεύρυνσης της πρόσβασης στην τριτοβάθμια εκπαίδευση σε όσο το δυνατόν περισσότερους νέους (μαζική τριτοβάθμια εκπαίδευση). Δεν είναι δυνατόν η πολιτεία από την μία να κάνει τεράστιες επενδύσεις σε υποδομές και εκπαιδευτικό προσωπικό για την επίτευξη αυτού του στόχου, και ύστερα η ίδια να οδηγεί σε υποαπασχόληση το ανθρώπινο δυναμικό και τις υποδομές, κατασπαταλώντας τεράστιους πόρους. Σημειώνεται, ότι δεν υπάρχει χώρα στον κόσμο που να έχει κενές θέσεις τριτοβάθμιας εκπαίδευσης τις οποίες μάλιστα να δημιουργεί με τεχνητά φίλτρα.

Η ύπαρξη ενός κριτηρίου ποιότητας για την εισαγωγή στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, αποτελεί την απόληξη μίας ριζικότερης αλλαγής στην λογική του συστήματος τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, και δεν μπορεί να αντιμετωπίζεται με όρους επικοινωνιακούς. Οποιοδήποτε τέτοιο κριτήριο θα πρέπει να ενταχθεί σε μία συνολικότερη μελέτη πάνω στην φύση της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης που θέλουμε να έχουμε ως χώρα, και θα απαιτήσει δομικές αλλαγές που να αξιοποιούν με τον καλύτερο δυνατό τρόπο τις υπάρχουσες υποδομές.

Στις προθέσεις του Υπουργείου είναι μία συνολικότερη μελέτη πάνω στην δομή της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, και οποιοσδήποτε προβληματισμός πάνω στην λειτουργία του εξεταστικού συστήματος θα πρέπει να ενταχθεί εκεί. Η φυσιογνωμία του εξεταστικού συστήματος είναι αλληλένδετη με την φυσιογνωμία της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, και οποιαδήποτε αποσπασματική αντιμετώπιση των ζητημάτων περί το εξεταστικό είναι καταδικασμένη σε αποτυχία.

Τέλος, πρέπει να τονισθεί ότι το να θεσπιζόταν από φέτος ένα νέο κριτήριο εισαγωγής σε Πανεπιστήμια και ΤΕΙ θα ήταν, πέρα από βεβιασμένο, κατάφορα άδικο για τους μαθητές που προετοιμάζονται για τις Πανελλαδικές εξετάσεις. Δεν είναι δυνατόν ένας διαγωνιζόμενος να προετοιμάζεται επί δύο χρόνια για μία μορφή εξέτασης, και λίγο πριν την έναρξη της διαδικασίας να τροποποιούνται οι κανόνες του παιχνιδιού.

Έχει διατυπωθεί και ο ισχυρισμός ότι δεν πρέπει να μπαίνουν στην τριτοβάθμια εκπαίδευση μαθητές με χαμηλές βαθμολογίες. Σήμερα όμως κανείς δεν μπορεί να εμποδίσει ένα νέο που έχει τελειώσει το Λύκειο να συνεχίσει τις σπουδές του. Και αυτό γίνεται είτε στα ιδιωτικά κολλέγια είτε σε Πανεπιστήμια του εξωτερικού. Και με τις οδηγίες της ΕΕ όταν πάρουν τον τίτλο σπουδών θα μπορούν να αποκτήσουν επαγγελματικά δικαιώματα στην Ελλάδα.

Και μερικές λέξεις για τον λαϊκισμό. Θα ήταν εύκολο για την ηγεσία του Υπουργείου Παιδείας να διατηρήσει το μέτρο για ικανοποιήσει τους «σοβαρούς αναλυτές» οι οποίοι επιθυμούσαν την διατήρησή της. Αυτό όμως θα ήταν λαϊκισμός. Γιατί θα αγνοούσε την πραγματικότητα και τα στοιχεία μόνο και μόνο για να κερδίσει εντυπώσεις.

Η άμεση κατάργηση της βάσης του 10 επομένως ήταν η μόνη δυνατή επιλογή.

Στοιχεία αναφορικά με την εισαγωγή υποψηφίων σε πανεπιστημιακές σχολές και ΤΕΙ για τα ακαδημαϊκά έτη 2006-07, 2007-08, 2008-09

Από το σχολικό έτος 2005-2006, οι μαθητές και οι απόφοιτοι εξετάζονται σε πανελλαδικό επίπεδο στα τέσσερα (4) μαθήματα κατεύθυνσης και σε δύο (2) μαθήματα γενικής παιδείας, από τα οποία το ένα (1) είναι υποχρεωτικά η Νεοελληνική Γλώσσα.

Κάθε υποψήφιος δικαιούται να δηλώσει στο μηχανογραφικό του δελτίο μέχρι δύο επιστημονικά πεδία. Αν επιλέξει δύο επιστημονικά πεδία, τότε το ένα τουλάχιστον θα έχει μαθήματα αυξημένης βαρύτητας τα μαθήματα της κατεύθυνσης στα οποία εξετάστηκε το σχολικό έτος που απέκτησε την βεβαίωση πρόσβασης. Για το δεύτερο επιστημονικό πεδίο που θα επιλέξει θα πρέπει να έχει εξεταστεί σε εθνικό επίπεδο και στα δύο μαθήματα αυξημένης βαρύτητας του επιστημονικού πεδίου είτε είναι μαθήματα κατεύθυνσης, είτε είναι μαθήματα γενικής παιδείας που τα αντικαθιστούν.

Αν τα επιστημονικά πεδία που προτίθεται να επιλέξει ο υποψήφιος έχουν ως μαθήματα αυξημένης βαρύτητας τα μαθήματα της κατεύθυνσης που εξετάστηκε, τότε ο υποψήφιος αυτός έχει την δυνατότητα να επιλέξει ως δεύτερο μάθημα γενικής παιδείας οποιοδήποτε από τα τέσσερα επιλεγόμενα μαθήματα γενικής παιδείας.

Στην αντίθετη περίπτωση (όπως στην περίπτωση μαθητή θετικής κατεύθυνσης που επιθυμεί να επιλέξει το 1ο και 2ο επιστημονικό πεδίο), ο υποψήφιος αυτός θα πρέπει να επιλέξει ως δεύτερο μάθημα γενικής παιδείας εκείνο από τα τέσσερα επιλεγόμενα, το οποίο μαζί με το μάθημα της Νεοελληνικής Γλώσσας αντικαθιστούν τα μαθήματα αυξημένης βαρύτητας του 1ου επιστημονικού πεδίου.

Για την εξαγωγή των συμπερασμάτων που ακολουθούν έχουν αντληθεί στοιχεία από τις βάσεις της μηχανογράφησης του Υπουργείου Παιδείας, Δια Βίου Μάθησης και Θρησκευμάτων.

Τα στοιχεία

Οι πίνακες που ακολουθούν παρουσιάζουν συγκεντρωτικά στοιχεία των επιδόσεων των επιτυχόντων σε Πανεπιστήμια και ΤΕΙ για τα έτη 2006 έως 2009, ανά κατεύθυνση, με βάση τα μαθήματα αυξημένης βαρύτητας του Τμήματος επιτυχίας τους.

Στους πίνακες 1 έως 4 εμφανίζονται συγκεντρωτικά στοιχεία για τα δύο μαθήματα αυξημένης βαρύτητας που ελήφθησαν υπόψη για την εισαγωγή τους χωρίς την πληροφορία ποια ήταν αυτά (για παράδειγμα αν ήταν Μαθηματικά και Φυσική ή Βιολογία και Νεοελληνική Γλώσσα).

Πίνακας 1 http://ypepth.opengov.gr/panaretos/wp-content/uploads/2010/04/pinakas1.pdf

Πίνακας 2 http://ypepth.opengov.gr/panaretos/wp-content/uploads/2010/04/pinakas2.pdf

Πίνακας 3 http://ypepth.opengov.gr/panaretos/wp-content/uploads/2010/04/pinakas3.pdf

Πίνακας 4 http://ypepth.opengov.gr/panaretos/wp-content/uploads/2010/04/pinakas4.pdf

Από την εξέταση των παραπάνω πινάκων, προκύπτει σημαντικό ποσοστό μαθητών που έχουν εισαχθεί σε κάποιο Πανεπιστημιακό ίδρυμα ή ΤΕΙ ενώ είχαν βαθμολογία μικρότερη του 10 σε ένα τουλάχιστον από τα δύο βασικά μαθήματα. Συγκεκριμένα, για το έτος 2006 (Πίνακας 1), τα ποσοστά των επιτυχόντων με βαθμό μικρότερο του 10 για το Α΄ μάθημα αυξημένης βαρύτητας κυμαίνονται από 9,2% (863 μαθητές) για τη 2η κατεύθυνση, έως 24,1% (6066 μαθητές) για τον β΄ κύκλο της 3ης κατεύθυνσης. Τα αντίστοιχα ποσοστά για το Β΄ μάθημα αυξημένης βαρύτητας κυμαίνονται από 8% (790 μαθητές) για τη 2η κατεύθυνση έως 22% (5659 μαθητές) για τον β΄ κύκλο της 3ης κατεύθυνσης.

Για το έτος 2007, τα υψηλότερα ποσοστά των επιτυχόντων με βαθμό μικρότερο του 10 εμφανίζονται στα Α και Β μαθήματα αυξημένης βαρύτητας του 2ου κύκλου της 3ης κατεύθυνσης και είναι 20,2% (5727 μαθητές) και 20% (5592) μαθητές, αντίστοιχα.

Για το έτος 2008, το ποσοστό των επιτυχόντων με βαθμό μικρότερο του 10 για το Α΄ μάθημα αυξημένης βαρύτητας του 1ου κύκλου της 3ης κατεύθυνσης εκτοξεύεται στο 30% (7382 μαθητές) και για το Β΄ μάθημα αυξημένης βαρύτητας φτάνει στο 14,6% (3604 μαθητές) στον 2ο κύκλο της 3ης κατεύθυνσης.

Τέλος, για το έτος 2009, το υψηλότερο ποσοστό επιτυχόντων με βαθμό μικρότερο του 10 παρατηρείται, όσον αφορά το Α΄ μάθημα αυξημένης βαρύτητας, στον 1ο κύκλο της 3ης κατεύθυνσης στο 19,5% (92 μαθητές), ενώ για το Β΄ μάθημα αυξημένης βαρύτητας, στον 2ο κύκλο της 3ης κατεύθυνσης στο 12,8% (3137 μαθητές).

Στον πίνακα 5, παρουσιάζονται ενδεικτικά ποσοστά των επιτυχόντων για τα έτη 2007 και 2008, με βάση την επίδοση των μαθητών σε συγκεκριμένα βασικά μαθήματα κάθε μιας από τις κατευθύνσεις (π.χ. Αρχαία και Ιστορία).

Συγκρίνοντας τους πίνακες 2 και 3 με τον πίνακα 5, παρατηρούμε ότι τα ποσοστά του πίνακα 5 των μαθητών οι οποίοι έχουν εισαχθεί σε Πανεπιστήμια και ΤΕΙ με βαθμολογία μικρότερη του 10 σε ένα τουλάχιστον από τα βασικά μαθήματα της κατεύθυνσής τους είναι ακόμα μεγαλύτερα από τα προηγούμενα.

Αυτό γιατί τα αποτελέσματα του πίνακα 5 αφορούν στα βασικά μαθήματα της κατεύθυνσης που επιλέγουν οι μαθητές στο λύκειο, και όχι σε αυτά που ελήφθησαν τελικά υπόψη για τις αντίστοιχες Σχολές στις οποίες πέτυχαν.

Πίνακας 5 http://ypepth.opengov.gr/panaretos/wp-content/uploads/2010/04/pinakas5.pdf

Όπως προαναφέραμε, το να έχει εξετασθεί ένας μαθητής για παράδειγμα στην 2η κατεύθυνση δεν σημαίνει απαραίτητα ότι τα βασικά μαθήματα στην Σχολή επιτυχίας του είναι π.χ. τα μαθηματικά και η φυσική. Αυτό συμβαίνει διότι έχει την δυνατότητα, εκτός από κάποιο από τα επιστημονικά πεδία της κατεύθυνσής του, να δηλώσει και να εισαχθεί και σε άλλο επιστημονικό πεδίο άλλης κατεύθυνσης. Αυτό γίνεται με αντικατάσταση των μαθημάτων αυξημένης βαρύτητας από δύο άλλα μαθήματα Γενικής Παιδείας (μειωμένου συντελεστή βαρύτητας) βάσει του συνολικού αριθμού των μορίων του.

Ας υποθέσουμε ότι ένας μαθητής προέρχεται από την θεωρητική κατεύθυνση και έχει δηλώσει το 1ο Επιστημονικό Πεδίο, όπου τα Μαθήματα Αυξημένης Βαρύτητας είναι η Ιστορία και τα Αρχαία. Εφ’ όσον έχει εξετασθεί και στα δύο μαθήματα Γενικής Παιδείας, «Νεοελληνική Γλώσσα» και «Βιολογία», έχει την δυνατότητα να δηλώσει και το 3ο Επιστημονικό Πεδίο. Τα μαθήματα όμως αυτά είναι μαθήματα βαρύτητας με μικρότερο συντελεστή.

Ως χαρακτηριστικά παραδείγματα του φαινομένου της εισαγωγής σε Πανεπιστήμια και ΤΕΙ μαθητών, οι οποίοι σημείωσαν ιδιαίτερα χαμηλή επίδοση σε μαθήματα βασικά για το Τμήμα εισαγωγής τους, αναφέρουμε τα εξής:

Μαθητής, ο οποίος έχει συγκεντρώσει βαθμό πρόσβασης 14,97 για την εισαγωγή του στο Μαθηματικό Τμήμα του Πανεπιστημίου Αιγαίου, έχει επίδοση στο βασικό μάθημα των Μαθηματικών μόλις 5,1.

Μαθητής έχει επιτύχει στο Τμήμα Αγγλικής Γλώσσας και Φιλολογίας του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών με 12.369, έχοντας γράψει μόνο 6,8 στο μάθημα των Αρχαίων (μάθημα αυξημένης βαρύτητας για την συγκεκριμένη κατεύθυνση).

Από τα παραπάνω, συμπεραίνουμε ότι είτε το κριτήριο είναι το σύνολο των μορίων, είτε ο Γενικός Βαθμός Πρόσβασης, παρατηρούνται υψηλά ποσοστά επιτυχόντων οι οποίοι στα μαθήματα αυξημένης βαρύτητας δεν συγκεντρώνουν την βάση του 10, όχι μόνο στο κάθε ένα μάθημα ξεχωριστά, αλλά ούτε και στα δύο μαθήματα μαζί.

Συμβαίνει όμως και το αντίθετο. Υποψήφιοι με βαθμό πάνω από 10 στα βασικά μαθήματα να αποκλείονται γιατί δεν πέτυχαν μέσο όρο 10 στο σύνολο των εξεταζομένων μαθημάτων.

Από τα στοιχεία προκύπτει ότι τα μεγαλύτερα ποσοστά μη-επιτυχόντων μαθητών σε Πανεπιστήμια ή ΤΕΙ με βαθμό άνω του 10 στα δύο βασικά μαθήματα της κάθε κατεύθυνσης σπουδών[1] παρατηρούνται κυρίως στην 1η Κατεύθυνση (στα μαθήματα των Αρχαίων και της Ιστορίας). Μάλιστα το 2009, το ποσοστό των μη-επιτυχόντων, οι οποίοι είχαν βαθμό μεγαλύτερο του 10 στο μάθημα των Αρχαίων, ήταν 6,1% (730 μαθητές), ενώ στο μάθημα της Ιστορίας, το αντίστοιχο ποσοστό ήταν 3% (364 μαθητές).


--------------------------------------------------------------------------------

[1] 1η κατεύθυνση- ΘΕΩΡΗΤΙΚΗ: ΑΡΧΑΙΑ και ΙΣΤΟΡΙΑ, 2η Κατεύθυνση – ΘΕΤΙΚΗ: ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΑ και ΦΥΣΙΚΗ, 3η Κατεύθυνση – ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΗ Α ΚΥΚΛΟΣ: ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΑ και ΦΥΣΙΚΗ, 4η Κατεύθυνση – ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΗ Β ΚΥΚΛΟΣ: ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΑ και ΦΥΣΙΚΗ

 



Αποστολή σελίδας   Εκτυπώσιμη μορφή σελίδας   Προσθήκη σελίδας στα Αγαπημένα 
Πείτε τη γνώμη σας για το άρθρο
©1998-2024, Έδρα Εκπαίδευσης, Ι.Π.Ε.Τ.
 
Επιστροφή
Δημοσιεύθηκε την: 18.04.2010 09:55:01
 
Αναγνώσθηκε 447 φορές