Ειδήσεις & Άρθρα επικαιρότητας για την εκπαίδευση

Η γλώσσα σύνορα δεν έχει και σύνορα γκρεμίζει

Η γλώσσα σύνορα δεν έχει και σύνορα γκρεμίζει
 

1.200 άτομα από 60 χώρες έχουν καθίσει στα θρανία του Κυριακάτικου Σχολείου Μεταναστών στον Κολωνό!
Της ΣΤΕΛΛΑΣ ΧΑΡΑΜΗ Φωτό: ΜΑΡΙΟΣ ΛΩΛΟΣ



Η γλώσσα μου», της Β΄ Δημοτικού. Το σχολικό εγχειρίδιο που βρίσκεται σε μια γωνιά της βιβλιοθήκης του Κυριακάτικου Σχολείου Μεταναστών είναι, απλά, η αφορμή. Κάθε Κυριακή, στον τρίτο όροφο μιας παλιάς πολυκατοικίας στον Κολωνό, η ελληνική γλώσσα γίνεται τόπος και λόγος συνάντησης. Σκυτάλη για μια εκπαίδευση χωρίς όρους, προϋποθέσεις ή πτυχία. Πρόσκληση αρμονικής συνύπαρξης και συγχρωτισμού γηγενών και μεταναστών. Εργαλείο γνώσης και επικοινωνίας. Για 1.200 μετανάστες από 60 χώρες που έχουν καθίσει στα θρανία του από το 2004 (οπότε και ιδρύθηκε), τους 200 μαθητές που κάθε εβδομάδα δηλώνουν αδιάλειπτη παρουσία σε μια από τις τέσσερις τάξεις, τους 300 που βρίσκονται σε λίστα αναμονής και τους 50 Ελληνες εθελοντές-καθηγητές τους, το Κυριακάτικο Σχολείο είναι πυρήνας ενός διαπολιτισμικού διαλόγου. Μια τέτοια Κυριακή συνάντησα την καθηγήτρια Μαρία Παπαμίχου και το μαθητή Μπακάρ Χουσέιν Ελ Μπακάρ στριμωγμένους σε μια αίθουσα τόσο μικρή όσο το μήκος δύο θρανίων. Και ως αδήριτοι φορείς αυτής της σχέσης άρχισαν να μιλούν. Ελληνικά.

Μπακάρ Χουσέιν Ελ Μπακάρ - Mαθητής
«Στο σχολείο είμαι ο εαυτός μου»
Στα 24 του χρόνια ο Μπακάρ Χουσέιν Ελ Μπακάρ από τη Συρία ρίχτηκε στο χωνευτήρι της αθηναϊκής μεγαλούπολης. Μόλις 14 μήνες μετά, η χειμαρρώδης ευφράδεια με την οποία χειρίζεται την ελληνική γλώσσα εντυπωσιάζει, αν και παρακολουθεί το τρίτο από τα πέντε εξάμηνα –έχει ταλέντο στο να αναπαράγει πολύ γρήγορα τις λέξεις που ακούει, εξηγεί η δασκάλα του. «Μου αρέσουν τα ελληνικά, αλλά είναι δύσκολα», λέει καθώς σημειώνει κάτι στο τετράδιό του (μετά θα μου εξηγήσει ότι είναι άγνωστες ελληνικές λέξεις). «Αν δεν ξέρω ελληνικά, δεν θα βρω δουλειά, δεν θα μπορώ ούτε να ψωνίσω στο σούπερ μάρκετ». Το μάθημα της Κυριακής είναι μια μικρή γιορτή για τον Μπακάρ. Είναι ένας τρόπος για να κατανοήσει καλύτερα την ελληνική πραγματικότητα και πρωτίστως να ανακαλύψει ένα κομμάτι ελληνικής ταυτότητας που δεν του παρέχεται από πουθενά αλλού. «Στο σχολείο Ελληνες και ξένοι είναι μαζί. Μόνο εδώ συμβαίνει αυτό. Δεν μιλάω με άλλους Ελληνες εκτός από τους καθηγητές και το αφεντικό μου». Τους τελευταίους μήνες εργάζεται ως υδραυλικός. Οταν αρνήθηκε οι συνάδελφοί του να του αλλάξουν το όνομα σε ελληνικό, έγινε «ο Σύριος». «Δεν είμαι ο Βασίλης ή ο Χρήστος. Είμαι ο Μπακάρ. Δεν θέλω να κρύβομαι πίσω από ένα ελληνικό όνομα», παραδέχεται με ευγενικό κυνισμό. Μοιραία για τον Μπακάρ η ιδεώδης όψη της ελληνικής κοινωνίας αντανακλά στο πρόσωπο των δασκάλων του. «Οταν αρρώστησα, η κ. Μαρία μου έφερε φάρμακα. Δεν ζήτησα όλοι οι Ελληνες να είναι φιλικοί μαζί μου, απλώς να καταλαβαίνουν ότι κι ο μετανάστης είναι άνθρωπος». Κουνάει ζωηρά το κεφάλι του όταν τον ρωτάω αν έχει μάθει τι σημαίνει η λέξη «διαφορετικός»: «Ξέρω, όμως δεν αισθάνομαι διαφορετικός. Μόνο όταν κάποιοι άλλοι με αναγκάσουν». Μετά τεντώνει τα χέρια του και μονολογεί, σχεδόν σίγουρος, πως αυτή η πόλη περιφρουρεί τις διαφορές παρά τις ομοιότητες των κατοίκων της. «Είναι όλα τα δάχτυλά μου ίδια; Ετσι κι όλοι οι ξένοι δεν είναι ίδιοι. Στο σχολείο δεν χρειάστηκε να αποδείξω αν είμαι καλός ή κακός μετανάστης. Είμαι ο εαυτός μου».

Μαρία Παπαμίχου - Kαθηγήτρια
«Δεν έχουμε χώρο - έχουμε ψυχή!»
Τον Οκτώβριο του 2006, η Μαρία Παπαμίχου, καθηγήτρια Γερμανικών και κοινωνική παιδαγωγός, συστήνεται σε μια χούφτα μεταναστών. Κανείς τους δεν μιλάει ελληνικά. Η εμπειρία της ως μετανάστριας στη Γερμανία την εμπνέει, οι πεποιθήσεις της για το μεταναστευτικό πρόβλημα την οδηγούν στα νέα της καθήκοντα. «Είναι μια προσπάθεια προκειμένου να μη συντηρούνται δύο παράλληλες κοινωνίες μέσα σε μια πόλη. Το δικό μου μέσο είναι η γλώσσα. Αυτό ξέρω να κάνω», θα πει. Το πολιτικό στίγμα που διατρέχει την αντιρατσιστική δράση του σχολείου δεν στάθηκε καθοριστικό στην απόφασή της: «Είναι σαφές ότι η δράση του σχολείου συνδέεται με την Αριστερά και πως η στάση ζωής του καθενός είναι πολιτική. Ομως, δεν θα το εξέταζα στενά πολιτικά. Επέλεξα να είμαι εδώ λόγω προσωπικών αξιών». Τότε, φιλανθρωπία, ουμανισμός, η επόμενη απορία. «Σε καμία περίπτωση», έρχεται η κατηγορηματική απάντηση. Η Μαρία αρνείται να δει τους μαθητές της μέσα από το φακό του ευημερούντος. «Οίκτο δεν ένιωσα ποτέ για το μετανάστη. Μόνο συγκίνηση για την πορεία ζωής του». Στο Κυριακάτικο Σχολείο η διδασκαλία της ελληνικής γλώσσας δεν αποσκοπεί στην αναγκαστική αφομοίωση του αλλόγλωσσου μαθητή ούτε μεταφράζεται σε προσπάθεια «ελληνοποίησής» του. «Δεν κάνουμε χρήση της γλώσσας με πατερναλιστική διάθεση.

Ούτε θεωρούμε ότι ο μετανάστης πρέπει να μοιάζει με Ελληνα για να τον αποδεχτούμε. Ο καθένας μας μπαίνει σε αυτή την τάξη κουβαλώντας τον πλούτο της χώρας του», ξεκαθαρίζει. Ο ενάμισης χρόνος διδασκαλίας σηματοδοτεί για τη Μαρία Παπαμίχου ενάμιση χρόνο διδαχής. «Μαθαίνω να βλέπω τη ζωή μέσα από μάτια που έχουν δει διαφορετικά τον κόσμο. Ή να δοκιμάζω τα όρια της ανεκτικότητάς μου. Πολλοί δάσκαλοι του σχολείου έχουν βάλει τους μαθητές στη ζωή τους. Εγώ το προσπαθώ». Παρακολουθώντας τη Μαρία να διορθώνει τα γραπτά των μαθητών της όρθια στο λιγοστό ελεύθερο χώρο της αίθουσας, αναρωτιέσαι αν αυτή είναι η ελληνική εκδοχή της ζούγκλας του μαυροπίνακα. Η μεγαλοπρεπής άρνηση που εισέπραξαν πρόσφατα οι εκπαιδευτικοί του Κυριακάτικου Σχολείου όταν ζήτησαν να φιλοξενηθούν στους χώρους δημόσιου σχολείου του Κολωνού τούς υπενθύμισε ότι πρέπει να πορευτούν με τα μέσα που διαθέτουν. Οπως παρατηρεί και η ίδια, «δεν έχουμε χώρο, αλλά ψυχή στο μάθημα».


Το πείραμα της Γκράβας

Η Στέλλα Πρωτονοταρίου οραματίστηκε ένα σχολείο χωρίς σύνορα. Το 132ο Δημοτικό του σχολικού συγκροτήματος της Γκράβας (22 σχολεία, 4.500 μαθητές) αποτέλεσε για μια οκταετία πρωτοποριακό δείγμα προώθησης της διαπολιτισμικής εκπαίδευσης υιοθετώντας, παράλληλα με τα μαθήματα ελληνικών, τη διδασκαλία της μητρικής γλώσσας στους μετανάστες, συνδυαστικά με την εκμάθηση ελληνικών στους γονείς τους. Ως διευθύντρια μιας σχολικής κοινότητας όπου το 72% των μαθητών είναι μετανάστες, η κυρία Πρωτονοταρίου επιχείρησε να δημιουργήσει γέφυρες εμπιστοσύνης μεταξύ γονέων και παιδιών, Ελλήνων και μη. «Πολεμήθηκε η ξενοφοβία πολλών γονέων, ενώ μειώθηκε σημαντικά η επιθετικότητα μεταξύ μαθητών. Αξιοποιήσαμε στοιχεία της κουλτούρας και του πολιτισμού των μεταναστών ως πλούτο. Διαφορετικά, ο αλλοδαπός μαθητής έχανε την αυτοεκτίμησή του, άλλαζε το όνομά του, έλεγε ψέματα». Παρ’ όλα αυτά, το περασμένο φθινόπωρο μπήκε φρένο στις δράσεις του σχολείου με την απομάκρυνση της Στέλλας Πρωτονοταρίου από τη διεύθυνση του 132ου Δημοτικού. Ο Γεώργιος Τσιάκαλος, καθηγητής Παιδαγωγικής του ΑΠΘ και ένας εκ των ιδρυτών του διαπολιτισμικού σχολείου (ενηλίκων) μεταναστών «Οδυσσέας», υπενθυμίζει πως στις αρχές της δεκαετίας του ’70 Ελληνες επιστήμονες και ομογενείς πρωτοστάτησαν στην εφαρμογή διδασκαλίας της ελληνικής γλώσσας στις χώρες υποδοχής. «Ενώ απαιτούμε την υλοποίηση του συστήματος για τα παιδιά των Ελλήνων στις χώρες του εξωτερικού, το ξεχνάμε εντελώς όταν πρόκειται για παιδιά αλλοδαπών στην Ελλάδα. Κι εκεί που εφαρμόστηκε, αντί να επιδοκιμαστεί, τιμωρήθηκε από τις σχολικές αρχές».

Κατά τον καθηγητή του ΑΠΘ, ο θεσμικός ρατσισμός στην ελληνική παιδεία εντοπίζεται στην αδυναμία της πολιτείας να προβεί σε μια ολοκληρωμένη παρέμβαση. «Οι δάσκαλοι δεν επιμορφώνονται σε ζητήματα διαπολιτισμικής εκπαίδευσης, τα αναλυτικά προγράμματα και τα βιβλία δεν λαμβάνουν υπόψη τους μετανάστες μαθητές, η μητρική γλώσσα δεν διδάσκεται και ο βασικός θεσμός των τάξεων υποδοχής καταργήθηκε», τονίζει η κυρία Πρωτονοταρίου, συνοψίζοντας τα λάθη στην εκπαίδευση των μεταναστών. Αλλωστε, αν το σχολείο δεν αποτελέσει πυρήνα ένταξης, τότε «ο αυλόγυρος θα λειτουργεί με βάση τα προβλήματά τους», διαπιστώνει ο κ. Τσιάκαλος.


 




Πηγή:

ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ ΤΥΠΟΣ


Αποστολή σελίδας   Εκτυπώσιμη μορφή σελίδας   Προσθήκη σελίδας στα Αγαπημένα 
Πείτε τη γνώμη σας για το άρθρο
©1998-2024, Έδρα Εκπαίδευσης, Ι.Π.Ε.Τ.
 
Επιστροφή
Δημοσιεύθηκε την: 07.04.2008 05:30:01
 
Αναγνώσθηκε 391 φορές