Διαφόρων Φορέων

Διοικώντας την μετα-εθνική ιθαγένεια


Του Παναγιώτη Δ. Ζαρίφη
[1]


Η ιθαγένεια, ως νομικός δεσμός του προσώπου προς μία συγκεκριμένη κρατική οντότητα, αποτελεί πολύ κρίσιμη έννοια στην συγκρότηση των εννόμων τάξεων. Παρά το γεγονός ότι η ακριβής νοηματοδότηση της έννοιας του ανήκειν σε μία πολιτεία έχει σημαντικές διαφοροποιήσεις μέσα στον χρόνο, ο εννοιολογικός πυρήνας της παραμένει αξιοσημείωτα αναλλοίωτος.

Σήμαινε πάντα ότι το πρόσωπο που χαρακτηρίζεται πολίτης α) χαίρει ιδιαίτερης  προστασίας από την έννομη τάξη της πολιτείας, της οποίας είναι μέλος, ιδίως σε σχέση με άλλες πολιτείες και β) έχει ιδιαίτερες υποχρεώσεις προς την πολιτεία, όπως η φοροδοσία ή η υποχρέωση στρατιωτικής υπηρεσίας.

Με την εξέλιξη και διεύρυνση των δικαιωμάτων, ο υπήκοος γίνεται πολίτης, μπορεί δηλαδή, υπό ορισμένες προϋποθέσεις, να είναι μέλος του σώματος που ονομάζουμε «λαό» υπό στενή έννοια, του βασικού οργάνου αποφάσεων στην δημοκρατία.

Η ιθαγένεια είναι στην πραγματικότητα η μήτρα όλων των δικαιωμάτων: των ατομικών, των πολιτικών, των κοινωνικών. Αλλά, μέχρι τουλάχιστον τον Μεσοπόλεμο, δεν αντιμετωπιζόταν η ίδια ως δικαίωμα. Αρχικά στο πλαίσιο της Κοινωνίας των Εθνών και αργότερα στο πλαίσιο του ΟΗΕ η ιθαγένεια γίνεται θεμελιώδες δικαίωμα και υπογράφεται σειρά ολόκληρη συμβάσεων που την αφορούν.

Βάση απονομής της ιθαγένειας στην χώρα μας αποτελεί η εξ αίματος συγγενική σχέση με άλλα πρόσωπα που την έχουν, δηλαδή κυριαρχεί η αρχή του δικαίου του αίματος. Η επιλογή αυτή δεν είναι τυχαία: αρχικά συμβόλιζε την στροφή από το (ορθόδοξο) Γένος στο ελληνικό Έθνος, ενώ αργότερα χρησιμοποιήθηκε στην συγκρότηση της Μεγάλης Ιδέας.

Ακολούθησαν αλλεπάλληλες επεκτάσεις των εδαφικών ορίων της χώρας. Ο συγκερασμός της βασικής αρχής του δικαίου του αίματος με την πραγματικότητα της εισδοχής εκατομμυρίων νέων πολιτών οδήγησε σε ένα ιδιαίτερα περίπλοκο θεσμικό πλαίσιο διαπίστωσης και απονομής της ιθαγένειας, βασισμένο κυρίως σε πολυμερείς και διμερείς διεθνείς συνθήκες. Παράλληλα, η κυρίαρχη επιλογή υπέρ ενός «φυλετικά καθαρού» έθνους δημιούργησε προβλήματα με τον χειρισμό των υφισταμένων, κυρίως πολιτιστικών και γλωσσικών, αλλά και εθνικών μειονοτήτων.

Παράλληλα, στην περίοδο του Εμφυλίου πολέμου, η ιθαγένεια (δηλαδή η μαζική αφαίρεσή της, ακόμη και από νήπια) χρησιμοποιήθηκε ως ένα ακόμη όπλο ενός φοβικού κράτους, που έβλεπε παντού εχθρούς.

Με αυτές τις πολιτικές και ιδεολογικές προϋποθέσεις είναι φυσικό η υπηρεσία που διαχειριζόταν την διαπίστωση, αλλά και την απόδοση της ιθαγένειας, να έχει εξελιχθεί μέσα από φοβερές αγκυλώσεις ως ένας άκαμπτος και συχνά ανορθολογικός θεματοφύλακας της εθνικής καθαρότητας. Παράλληλα η δυσκολία του εξειδικευμένου διοικητικού αντικειμένου και η υποστελέχωση μετέτρεψαν την υπηρεσία σε ένα ιδιότυπο «κολαστήριο» υπαλλήλων, οι οποίοι παρέμεναν καθηλωμένοι υπηρεσιακά, ανάμεσα σε τεράστιους σωρούς φακέλων και ενώπιον εξοργισμένων αιτούντων.

Στην τρέχουσα συγκυρία, τόσο το δόγμα όσο και η διοικητική οργάνωση απόδοσης της ιθαγένειας στην Ελλάδα έχουν προ πολλού εκμετρήσει το ζην…

Η ιθαγένεια αρχίζει σιγά - σιγά να αποδεσμεύεται από την εθνικότητα, και αυτό είναι ένα από τα αποτελέσματα της παγκοσμιοποίησης: η κινητικότητα των ανθρώπινων πληθυσμών έχει αυξηθεί δραματικά και η χώρα μας φιλοξενεί έναν από τους μεγαλύτερους αναλογικά πληθυσμούς μεταναστών στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Παράλληλα η ενεργοποίηση της λεγόμενης ιθαγένειας της Ευρωπαϊκής  Ένωσης, η εξέλιξη της νομικής φύσης της ιθαγένειας από σχέση ρυθμιζόμενη αποκλειστικά από την κυρίαρχη κρατική βούληση σε διεθνώς προστατευόμενο ανθρώπινο δικαίωμα, αλλά και η αναμφισβήτητη δημογραφική γήρανση του Ελληνικού πληθυσμού θέτουν έμπρακτα την Διοίκηση ενώπιον του ζητήματος της μετα-εθνικής ιθαγένειας.

Τα προηγούμενα χρόνια, παρά την σοβαρότατη τομή που επετεύχθη στο δίκαιο της ιθαγένειας με την αποκατάσταση των πολιτικών προσφύγων, την κατάργηση του περίφημου άρθρου 19, αλλά και την αποκέντρωση στις 13 Περιφέρειες κάποιων αρμοδιοτήτων, ριζικές τομές δεν έγιναν. Προφανώς δεν κατέστη αντιληπτή η στροφή και οι αναγκαιότητες των καιρών.

Δεν αντιληφθήκαμε ότι οι μετανάστες ήρθαν εδώ για να μείνουν και ότι , αν δεν ενσωματωθούν, αυτοί και τα παιδιά τους, στην πολιτική κοινωνία, θα έρθουμε αντιμέτωποι με βαθύτατες ρήξεις του κοινωνικού σώματος, περιθωριοποίηση και ένα πολύ πιο οξύ «μειονοτικό».

Αν θέλουμε να ανταποκριθούμε στις  προκλήσεις και τις αναγκαιότητες αυτές θα πρέπει να σκεφθούμε σοβαρά

·        Την αποστασιοποίηση από την απόλυτη κυριαρχία του δικαίου του αίματος με την εισαγωγή σε μεγαλύτερο βαθμό αρχών από το δίκαιο του τόπου γέννησης, που θα χωράει τους μετανάστες και τους κατιόντες τους.

·        Την ανάπτυξη συστηματικών και πολυεπίπεδων ενεργών πολιτικών ενσωμάτωσης και ιθαγένειας, δεδομένου ότι οι ομάδες – στόχοι προέρχονται από γειτονικές χώρες, με αναδυόμενους μεγαλοϊδεατικούς εθνικισμούς.

·        Την πρόβλεψη κάποιων μέτρων μετριασμού της απόλυτης διακριτικής ευχέρειας του Υπουργού Εσωτερικών στην πολιτογράφηση.

·        Την εισαγωγή μέτρων διαφάνειας και περιορισμού της αυθαιρεσίας στις διαδικασίες πολιτογράφησης και την διάρκειά τους.

·        Την στελεχιακή ενίσχυση και εκπαίδευση των υπαλλήλων στο ούτως ή άλλως πολύπλοκο θεσμικό πλαίσιο, με παράλληλη στήριξη πληροφοριακών δομών και δικτύωσης.

·        Την συσχέτιση της ιδιότητας του «επί μακρόν διαμένοντος» με την διαδικασία της πολιτογράφησης, ώστε να υπάρχει ένα ελάχιστο αποδείξιμο επίπεδο ένταξης στην κοινωνική ζωή της χώρας.

·        Την υιοθέτηση πανηγυρικών τύπων και γενικότερα σοβαρότητας στις διαδικασίες της πολιτογράφησης, ώστε να δημιουργείται συνείδηση.

Εννοείται ότι οι μετανάστες που ζουν στην χώρα μας δεν μπορούμε να απαιτούμε να γίνουν κοινωνοί του συνόλου των αξιών που συγκροτούν την ελληνική ταυτότητα. Έτσι δεν είναι παραδεκτό να τους κρίνουμε βάσει του πόσο …μοιάζουν με Έλληνες. Από την άλλη, η πολύ-πολιτισμική «βίβλος» και η «νέα» ιστοριογραφία, όντας κατ’ εξοχήν θεωρητικά όπλα για τον (ταξικό) κατακερματισμό της κοινωνίας, εν ονόματι της διατήρησης των …πολιτιστικών διαφορών, δεν μπορούν να γίνουν αποδεκτές.

Οι νέοι συμπολίτες μας πρέπει να διευκολυνθούν, εφ’ όσον αποδεδειγμένα το επιθυμούν, να γίνουν ολοκληρωμένα και ενεργά μέλη της κοινωνίας και της πολιτείας μας. Ο βαθμός στον οποίο θα μετάσχουν και «της ημετέρας παιδείας», πρέπει να θυμόμαστε, εξαρτάται από μας!



[1] Ο Παναγιώτης Δ. Ζαρίφης είναι νομικός, απόφοιτος της Εθνικής Σχολής Δημόσιας Διοίκησης και εργάζεται ως στέλεχος του Υπουργείου Εσωτερικών.



Αποστολή σελίδας   Εκτυπώσιμη μορφή σελίδας   Προσθήκη σελίδας στα Αγαπημένα 
Πείτε τη γνώμη σας για το άρθρο
©1998-2024, Έδρα Εκπαίδευσης, Ι.Π.Ε.Τ.
 
Επιστροφή
Δημοσιεύθηκε την: 06.02.2007 22:30:01
 
Αναγνώσθηκε 362 φορές