Ειδήσεις & Άρθρα επικαιρότητας για την εκπαίδευση

Οι μαθητές αποκηρύσσουν τον ρατσισμό

Στα θρανία χωράμε εμείς και οι άλλοι... 
 
Της Λινας Γιανναρου

Αυτή τη φορά δεν ήταν η εθνική επέτειος που έφερε στην επιφάνεια ένα καλά κρυμμένο μυστικό της ελληνικής κοινωνίας, τον φόβο απέναντι στον «ξένο». Το περιστατικό της Αμαρύνθου επισκίασε το «δίλημμα» εάν οι αλλοδαποί μαθητές πρέπει ή όχι να σηκώνουν τη σημαία, έθεσε όμως το ίδιο βασανιστικό ερώτημα, το οποίο -επειδή η λέξη ρατσισμός ακούγεται σκληρή σε κάποια αυτιά- συνοψίζουμε στο εξής: μήπως είμαστε ανεκτικοί... υπό όρους απέναντι στους μετανάστες (και κατ' επέκταση και στα παιδιά τους); Μήπως η συγκατοίκηση Ελλήνων και αλλοδαπών στα ίδια θρανία δεν είναι τόσο ομαλή όσο οι αρμόδιοι θέλουν να την παρουσιάζουν;

Ιδια απάντηση

Η «Κ» έδωσε τον λόγο στα ίδια τα παιδιά, για να λάβει απ' όλα περίπου την ίδια απάντηση -μια απάντηση που θα μπορούσε να γίνει και σλόγκαν: «Ρατσισμός; Εξω από τα σχολεία».

Ο 16χρονος Δημήτρης Τριανταφύλλου, μαθητής Β΄ Λυκείου στο 28ο Λύκειο Παγκρατίου, έχει δέκα συμμαθητές που κατάγονται από την Αλβανία. «Οι σχέσεις μας είναι μια χαρά, όπως με όλους τους συμμαθητές μας. Μάλιστα έχουν δημιουργηθεί και πάρα πολλές στενές φιλίες μεταξύ Αλβανών και Ελλήνων, δεν υπάρχει κανένα θέμα», λέει στην «Κ».

Δυστυχώς υπάρχει

Παρακολουθώντας τα πρόσφατα γεγονότα της Εύβοιας, πάντως, στο μυαλό του επιβεβαιώθηκε ότι άλλο σχολείο και άλλο κοινωνία. «Δεν ξέρω τι έγινε πραγματικά, αλλά ένα είναι σίγουρο: εάν τα παιδιά που λέγεται ότι έκαναν αυτά τα πράγματα στο κορίτσι ήταν ξένα, τώρα όλοι θα είχαν πέσει να τα εκτελέσουν. Δυστυχώς, υπάρχει ρατσισμός. Οχι όμως στα παιδιά. Υπάρχει έξω στην κοινωνία».

Το σχολικό συγκρότημα της Γκράβας συγκεντρώνει από τα μεγαλύτερα ποσοστά αλλοδαπών μαθητών στην Αθήνα. Εκεί φοιτά ο 17χρονος Ορέστης Λαζαρίδης. «Δεν θυμάμαι ποτέ κάποιος να έχει τσακωθεί γι' αυτό το θέμα, δεν πετάμε σπόντες, δεν μας ενδιαφέρει από πού είναι ο καθένας», σημειώνει στην «Κ». «Ολοι κάνουμε παρέα με όλους, είτε είναι Αλβανοί είτε Αφρικανοί είτε οτιδήποτε άλλο. Είμαστε φίλοι». Κατά τη γνώμη του, λοιπόν, δεν υπάρχει θέμα ρατσισμού; «Στο σχολείο δεν «παίζει» θέμα ρατσισμού», λέει, χρησιμοποιώντας τη χαρακτηριστική φρασεολογία της ηλικίας του.

Για να συμπληρώσει αμέσως: «Αυτό δεν σημαίνει όμως ότι ισχύει το ίδιο και όταν κλείνουν οι πόρτες του σχολείου. Υπάρχουν παιδιά που δεν συμπαθούν για παράδειγμα τους Αλβανούς, αλλά δεν έχουν κανένα πρόβλημα με τους συμμαθητές τους που είναι από την Αλβανία».

«Κοίτα τον αράπη»

Διαφορετική είναι πάντως η εικόνα που σκιαγραφεί για το ελληνικό σχολείο ο Τόμι Οκαλαουόν από τη Νιγηρία, μαθητής σήμερα της Α΄ Λυκείου, ο οποίος ζει στη χώρα μας από το 1993. Ο 16χρονος Τόμι θεωρεί ότι ο ρατσισμός, αν και πιο «εξασθενημένος» σε σχέση με παλαιότερα, όταν δηλαδή ο ίδιος πήγαινε στο Δημοτικό, εξακολουθεί να είναι παρών στις σχολικές αίθουσες.

«Θυμάμαι πολύ έντονα το πρώτο πράγμα που άκουσα όταν πρωτομπήκα στην τάξη, στο Δημοτικό. Γύρισαν δύο παιδιά και είπαν: «Τώρα αυτός ο μαύρος θα έρθει στην τάξη μας;»», διηγείται στην «Κ». «Δεν είχα δώσει σημασία. Αλλωστε τότε δεν ήξερα καλά καλά τη διαφορά μεταξύ λευκών και μαύρων. Τα πράγματα από τότε έχουν βελτιωθεί. Και σήμερα βέβαια ακούω όπου κι αν πάω να λένε «κοίτα τον μαύρο» ή «κοίτα τον αράπη», αλλά από την άλλη έχω γνωρίσει και παιδιά που είναι εναντίον του ρατσισμού. Εχει βοηθήσει και η μόδα του hip hop!», λέει χαριτολογώντας...

 

 

Αρκετοί γονείς αποφασίζουν να αλλάξουν σχολείο στα παιδιά τους

Υπάρχουν περιοχές σε όλη τη χώρα, όπου τα προβλήματα της συνύπαρξης Ελλήνων και αλλοδαπών μαθητών δεν αποτελούν θεωρία, αλλά καθημερινή πραγματικότητα, την οποία ταυτόχρονα με τα παιδιά βιώνουν οι δάσκαλοι και οι γονείς τους. Δεν υπάρχουν προστριβές, δεν υπάρχουν όμως και φιλίες, αναφέρουν στην «Κ» καθηγητές μέσης εκπαίδευσης σχετικά με τη σχέση Ελλήνων και αλλοδαπών μαθητών. «Δεν αντιμετωπίζουμε ιδιαίτερα προβλήματα», σημειώνει ο κ. Λ. Βουδογιώργης, καθηγητής στο Τεχνικό Λύκειο Περιστερίου. «Στο σχολείο υπάρχουν πολλοί αλλοδαποί μαθητές, κυρίως από την Αλβανία, οι οποίοι μάλιστα κατά κανόνα είναι και καλύτεροι μαθητές από τους Ελληνες. Είναι επιμελείς, συνεπείς. Δεν υπάρχουν προβλήματα ούτε μεταξύ των μαθητών, είναι ήρεμα τα πράγματα», συμπληρώνει. «Από την άλλη πλευρά, δύσκολα δημιουργούνται φιλίες μεταξύ Αλβανών και Ελλήνων. Μέσα στην τάξη όλα είναι μια χαρά, αλλά μετά οι δρόμοι χωρίζουν». Παρόμοια εικόνα παρουσιάζει και η κ. Σούλα Mαυρογιάννη καθηγήτρια σε Γυμνάσιο της Πιερίας, στο οποίο επίσης η παρουσία αλλοδαπών μαθητών δεν είναι αμελητέα. «Γενικά οι σχέσεις των παιδιών μεταξύ τους είναι καλές», τονίζει. «Οταν πάει να δημιουργηθεί ένταση, φροντίζουμε να μην εξελιχθεί. Πάντως, οι παρέες είναι εμφανώς διαχωρισμένες. Οι αλλοδαποί κάνουν παρέα με τους αλλοδαπούς και οι Ελληνες με τους Ελληνες -σπάνια ενώνονται. Δεν είναι όμως περίεργο, δεδομένου ότι πολλά παιδιά όταν έρχονται στο σχολείο, δεν μιλούν ακόμη καλά τη γλώσσα. Αυτό τους ενώνει».

Την ίδια ώρα, είναι γνωστό ότι στις περιοχές όπου ο αριθμός των αλλοδαπών μαθητών είναι ιδιαίτερα αυξημένος, πολλοί γονείς επιλέγουν να αλλάξουν σχολείο στα παιδιά τους. Κάτι τέτοιο δεν πέρασε ποτέ από το μυαλό της κ. Σοφίας Τριανταφύλλου, ο γιος της οποίας φοιτά σε σχολείο του κέντρου της Αθήνας, με ισχυρή παρουσία ξένων παιδιών. «Ποτέ δεν δημιουργήθηκε κανένα πρόβλημα, γιατί να αλλάξουν σχολείο;», σημειώνει στην «Κ». «Με κάτι τέτοιες κινήσεις δημιουργούμε τα προβλήματα. Εμείς φταίμε για ό,τι συμβαίνει στη νεολαία μας, ακόμα και για τα ακραία πράγματα που έγιναν στην Αμάρυνθο».

Η 12χρονη κόρη της κ. Αουα Σάνκο από τη Σιέρα Λεόνε, για παράδειγμα, ποτέ δεν θα ξεχάσει όταν η «κολλητή» της φίλη τής είπε ότι δεν θα κάνει πια παρέα μαζί της «γιατί η μαμά μου μού είπε ότι είσαι κατώτερη». «Δεν έφταιγε το κορίτσι, αυτά της είχε διδάξει η μητέρα της. Η κόρη μου όμως σημαδεύτηκε από αυτό», λέει στην «Κ» η κ. Σάνκο. «Οπως και από τη συμπεριφορά κάποιων δασκάλων, που ενώ γνώριζαν ότι μιλά άπταιστα ελληνικά -εδώ γεννήθηκε! - δεν της έδιναν ποτέ το λόγο. Τα τελευταία χρόνια τα πράγματα έχουν βελτιωθεί, αλλά είναι χαρακτηριστικό ότι δεν έχει πολλούς φίλους Ελληνες. Οι “κολλητές” είναι από την Αλβανία».

 

 

Σε πολλά σχολεία έως και το 70% αλλοδαποί
Τον αριθμό 110.000 πλησιάζουν οι αλλοδαποί μαθητές που φοιτούν στα ελληνικά σχολεία, αριθμός που αντιστοιχεί περίπου στο 7% του συνολικού μαθητικού πληθυσμού. Μόλις πριν από μια δεκαετία, τα παιδιά των μεταναστών στα σχολεία δεν ξεπερνούσαν τις 8.000...

Σύμφωνα με στοιχεία του Ινστιτούτου Μεταναστευτικής Πολιτικής, το 66% των αλλοδαπών μαθητών προέρχονται από Αλβανία, το 10,6% από Βουλγαρία και το 4,1% από Ρουμανία.

Τη μεγαλύτερη συσσώρευση αλλοδαπών μαθητών εμφανίζει η Περιφέρεια Αττικής, όπου επί συνόλου 225.114 μαθητών, οι 23.454 είναι παιδιά μεταναστών. Στη Θεσσαλονίκη, το ποσοστό των αλλοδαπών δεν ξεπερνά το 6,7%.

Ρεκόρ αλλοδαπών μαθητών καταγράφεται σε σχολεία του κέντρου της Αθήνας (της Κυψέλης, των Πετραλώνων, στο Γκάζι, της πλατείας Βάθης), όπου το ποσοστό ξεπερνά ακόμα και το 70%.

Είναι χαρακτηριστικό ότι σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα του Εθνικού Κέντρου Κοινωνικών Ερευνών (την οποία η «Κ» παρουσίασε στις 7/10/06), το 30,7% των μαθητών σχολείων του Δήμου Αθηναίων στην πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση είναι αλλοδαποί.

Σύμφωνα με την ίδια έρευνα, μόνο το 17% των αλλοδαπών μαθητών δήλωσε προβλήματα ένταξης στα αθηναϊκά σχολεία, ενώ το 58% των δασκάλων και καθηγητών πιστεύουν ότι η παρουσία παιδιών μεταναστών στις τάξεις δεν επηρεάζει την εκπαιδευτική διαδικασία.

Επίσης, όπως αποκαλύπτουν τα στοιχεία, τα παιδιά μάλλον... δεν έχουν τίποτα να χωρίσουν. Το 76% των μαθητών της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης δήλωσαν ότι έχουν φίλους άλλης εθνικότητας, ενώ στο δημοτικό το ποσοστό φθάνει το 84%. Ενδιαφέρον πάντως είναι το ότι από τα παιδιά που δεν κάνουν παρέα με τους αλλοδαπούς συμμαθητές τους, ένα ποσοστό 6% δήλωσαν ότι «δεν θέλουν οι γονείς τους».

 


Δεν αρκούν τα λόγια συμπάθειας
Του Παυλου Χαραμη*

Είμαστε έτοιμοι να υποστηρίξουμε ότι έχουμε κάνει σημαντικά βήματα, ως κοινωνία και ως εκπαιδευτικό σύστημα, σε ό,τι αφορά την ισότιμη ένταξη και αποδοχή των παιδιών των μεταναστών στα σχολεία μας. Και έρχεται ένα περιστατικό όπως αυτό της Αμαρύνθου ή νωρίτερα του μικρού Αλεξ στη Βέροια, να αμφισβητήσει την αισιοδοξία μας. Οχι μόνο για την ίδια την ανήλικη δράση, αλλά κυρίως για την ενήλικη αντίδραση, που επιστρατεύει πρόσωπα και θεσμούς σε μια σταθερή επιδίωξη ομόθυμης αποσιώπησης. Βήματα προς τη θετική κατεύθυνση φαίνεται πως έχουν γίνει. Ανάμεσα στο πρώτο και στο δεύτερο επεισόδιο της σημαιοφορίας του Οδυσσέα Τσενάι είχε ήδη διανυθεί μεγάλη απόσταση. Και η κοινωνία της Αμαρύνθου πρόσφατα αποδέχτηκε σημαιοφόρο την αλλοδαπή μαθήτρια, για να κλείσει όμως στη συνέχεια τα μάτια μπροστά στην προφανή ύβρη. Είναι λοιπόν μόνιμη η έγνοια μας μήπως πρόκειται για επιφανειακές αλλαγές -μια επίφαση «πολιτικής ορθότητας» που στο βάθος της εκκολάπτει το αυγό του φιδιού.

Δεν διδάσκει τίποτε σε κάποιους η ιστορική εμπειρία, με την πλούσια, μακραίωνη γηγενή μεταναστευτική εμπειρία, δεν διδάσκει ούτε η σύγχρονη πολυπολιτισμική πραγματικότητα. Πίσω από τα λάβαρα της δικής μας «ανωτερότητας» συνωστίζονται σήμερα κάθε είδους στερεότυπα και προκαταλήψεις: φυλετικής καθαρότητας («δε γεννήθηκε Ελληνας/Ελληνίδα»), εθνικής ανωτερότητας («δεν μπορεί να σταθεί δίπλα μας»), θρησκευτικής δυσανεξίας («πιστεύει στο σταυρό;»), σεξισμού («τα ’θελε και τα ’παθε»). Για κάποιους ο αλλοδαπός μετανάστης είναι χρήσιμος για να δουλεύει, όχι για να απολαμβάνει ισότιμα τα δημόσια αγαθά της κοινωνίας της οποίας είναι ενεργό μέλος. «Ζητήσαμε εργάτες και ήρθαν άνθρωποι», λεγόταν παλιότερα για τους μετανάστες. Δεν μπορείς να κόψεις στα δυο τον άνθρωπο. Τα αρνητικά φαινόμενα είναι η κορυφή του παγόβουνου. Κάτω της βρίσκονται τα σοβαρά προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι μετανάστες και τα παιδιά τους. Δεν αρκούν τα λόγια συμπάθειας και κατανόησης στα θύματα της ακραίας συμπεριφοράς. Απαιτούνται συνολικές πολιτικές, που αντιμετωπίζουν συνδυασμένα τα προβλήματα μέσα και έξω από το σχολείο με στόχο μια κοινωνία ανεκτικότητας και αλληλεγγύης.

*Ο κ. Χαραμής είναι πρόεδρος του Κέντρου Μελετών και Τεκμηρίωσης (ΚΕΜΕΤΕ) της ΟΛΜΕ.

 

 

Για μια πετυχημένη ένταξή τους
Του Αθανασιου Ε. Γκοτοβου*

Από το 1990 και μετά τα ελληνικά σχολεία δεν είναι πλέον αυτά που ξέραμε. Οπως σε όλες σχεδόν τις χώρες της Ε.Ε., ένα σημαντικό ποσοστό του μαθητικού πληθυσμού -από 8% έως 20%- είναι μαθητές με μεταναστευτικό υπόβαθρο. Παιδιά από διαφορετικές εθνότητες, θρησκείες και γλωσσικές κοινότητες φοιτούν στα ίδια δημόσια σχολεία με τους γηγενείς μαθητές και η συμβίωση αυτή χρειάζεται παιδαγωγική στήριξη. Δεν είναι η πολιτισμική ετερότητα η ίδια που προκαλεί το πρόβλημα, αλλά η διαχείρισή της. Και σ’ αυτό που λέμε «διαχείριση» ανήκουν τόσο τα μέτρα της πολιτείας για την υποβοήθηση της ένταξης, όσο και η «πολιτική» της σχολικής μονάδας για την εφαρμογή των μέτρων, την αναθεώρηση ξεπερασμένων πρακτικών, τη θετική εμπλοκή των γονέων στην ευρύτερη σχολική ζωή και την αξιοποίηση των γνώσεων των εκπαιδευτικών. Οι τελευταίοι φαίνεται ότι ενδιαφέρονται να συμβάλουν στην ένταξη των μεταναστών μαθητών, αλλά δεν πείθονται πάντοτε για την καταλληλότητα των παιδαγωγικών όρων κάτω από τους οποίους θα προσφέρουν τη βοήθειά τους. Κάποιοι έχουν την υποχρέωση να τους πείσουν. Η επικοινωνία ανάμεσα σε μαθητές με διαφορετικό πολιτισμικό υπόβαθρο δεν είναι εκ προδιαγραφής προβληματική, μπορεί όμως εύκολα να διολισθήσει στη σύγκρουση αν δεν προσέξουμε ιδιαίτερα. Η πόλωση και η ομαδοποίηση, οι μειονοτικές λογικές -ακόμη και οι καλοπροαίρετες- ετοιμάζουν το δρόμο για την ενεργοποίηση στερεοτύπων και προκατάληψης από όλες τις πλευρές απέναντι στους κάθε φορά «άλλους». Δεν είναι δυνατόν να υπάρχουν μεγάλες καθυστερήσεις, κενά και ασυνέχειες στην υλοποίηση των υποστηρικτικών μέτρων για την ένταξη των μεταναστών μαθητών που ξεκίνησαν το 1997 και έπρεπε να αποτελούν και σήμερα προτεραιότητα για την πολιτεία. Η εμπειρία των άλλων ευρωπαϊκών χωρών δείχνει ότι τα λάθη και οι παραλείψεις στον τομέα αυτό πληρώνονται πολύ ακριβά. Αν πιστεύουμε ότι το πρόβλημα θα λυθεί από μόνο του με το χρόνο ή ότι θα λυθεί μόνο αν εκριζωθεί από την κοινωνία ο ρατσισμός, κάνουμε μεγάλο λάθος. Για μια επιτυχημένη ένταξη των μεταναστών στο σχολείο χρειάζεται γνώση, ευδιάκριτη παιδαγωγική άποψη για το τι ακριβώς επιδιώκουμε, καλή οργάνωση και πολλή δουλειά. Και φυσικά πόροι. Η χώρα διαθέτει το ανθρώπινο δυναμικό για μια τέτοια προσπάθεια.

*Ο κ. Γκότοβος είναι καθηγητής Παιδαγωγικής στο Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων.




Πηγή: ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ
Αποστολή σελίδας   Εκτυπώσιμη μορφή σελίδας   Προσθήκη σελίδας στα Αγαπημένα 
Πείτε τη γνώμη σας για το άρθρο
©1998-2024, Έδρα Εκπαίδευσης, Ι.Π.Ε.Τ.
 
Επιστροφή
Δημοσιεύθηκε την: 08.11.2006 23:05:01
 
Αναγνώσθηκε 631 φορές