Πολιτείας & Πολιτικών κομμάτων

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΕΘΝΙΚΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΕΥΜΑΤΩΝ


ΓΡΑΦΕΙΟ ΤΥΠΟΥ


ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΤΥΠΟΥ
ΜΑΡΙΕΤΤΑΣ ΓΙΑΝΝΑΚΟΥ
ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΘΝΙΚΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΕΥΜΑΤΩΝ

ΠΕΜΠΤΗ 14 ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ 2006


ΥΠΟΥΡΓΟΣ: Θυμάστε ότι από το 2004 σας είπα πει, ότι ένα από τα ζητήματα που είχε θέσει η Εκκλησία της Ελλάδος ήταν το θέμα της Εκκλησιαστικής Δικαιοσύνης. Ο νόμος για την Εκκλησιαστική Δικαιοσύνη είναι του 1932 και επανειλημμένα είχαν δει το φως της δημοσιότητας σχόλια με βασικό επίκεντρο και πυρήνα π.χ. ότι ο Μητροπολίτης ήταν ταυτόχρονα κατήγορος και υπερασπιστής του κατηγορουμένου, πράγματα τα οποία δεν στέκουν.

Βέβαια η Εκκλησιαστική Δικαιοσύνη δεν υπακούει σε κανόνες Ποινικής Δικονομίας κλασικούς, το καταλαβαίνετε, διότι περιέχει άλλα στοιχεία, που έχουν σχέση με την αντίληψη για τα θρησκευτικά πράγματα κλπ., τους Ιερούς Κανόνες και όλα τα υπόλοιπα.

Δημιουργήσαμε, λοιπόν, μια Επιτροπή με τέσσερα μέλη από την πλευρά του Υπουργείου και τρία μέλη από την πλευρά της Εκκλησίας με Πρόεδρο τον Αρχιεπίσκοπο, που επεξεργάστηκε την υπάρχουσα νομοθεσία και έστειλε συγκεκριμένη πρόταση.

Ταυτόχρονα επειδή το Υπουργείο πρέπει να ζητήσει τη γνώμη της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος το στείλαμε επίσημα στον Αρχιεπίσκοπο, ώστε να ζητήσει αυτή τη γνώμη, διότι αυτό επιβάλλει ο νόμος και ταυτόχρονα το στείλαμε και στον εκπρόσωπο των Εφημερίων, με τον οποίο είχαμε επικοινωνία, ο κ. Κυριαζής είχε επικοινωνία, είναι ο κ. Ευστάθιος Κολλάς, ο οποίος ήταν ο προηγούμενος και νυν Πρόεδρος των Εφημερίων προκειμένου να σχολιαστεί.

Δηλαδή είναι ένα σχέδιο που δίδεται προς διαβούλευση. Έγινε πάρα πολύ μακρά εργασία από ανθρώπους πολύ ικανούς και το Υπουργείο εκεί δεν τοποθέτησε κανέναν του Εκκλησιαστικού Δικαίου ή οποιονδήποτε εκκλησιαστικό παράγοντα, αλλά τοποθέτησε νομικούς κύρους, οι οποίοι γνωρίζουν τα πράγματα.

Και έτσι υπήρξε κατά τη γνώμη μου μία πιο αναλυτική αντιμετώπιση της υπάρχουσας νομοθεσίας και του μέλλοντος, όπου χωρίς, όπως είπα, να υπακούει στους κλασικούς κανόνες της Ποινικής Δικονομίας η Εκκλησιαστική Δικαιοσύνη, ταυτόχρονα έλαβε υπόψη της τις ελευθερίες, τα δικαιώματα κλπ., τα οποία απαιτεί η εποχή μας.

Το δίνουμε στη δημοσιότητα κατ’ αρχήν, γιατί δεν θέλουμε να υπάρξουν παρεξηγήσεις, άπαξ και έχει πάει και στις δύο πλευρές, είναι ένα κείμενο προς διαβούλευση από την πλευρά του Υπουργείου. Βέβαια θα πάρουμε και τις προτάσεις των εφημερίων, όπως είπα, θα μας στείλει και την άποψη της η Ιεραρχία.

Πιστεύουμε, ότι έχει γίνει εξαιρετική δουλειά, λεπτομερής δουλειά, είναι 150 άρθρα, κάτι τέτοιο, είναι πολύ μεγάλο, συγκεντρώνει όλη την Εκκλησιαστική Δικαιοσύνη και ταυτόχρονα βοηθάει γενικότερα μέσα σε ένα κλίμα όπου κατά καιρούς αμφισβητούνται διάφορα πράγματα, είναι ανάγκη να πλησιάσουμε και τα εκκλησιαστικά ζητήματα.

Το γεγονός ότι η Εκκλησία είναι ένας παραδοσιακός οργανισμός δεν σημαίνει, ότι δεν πρέπει σε ορισμένα θέματα να υπάρχουν προσαρμογές, αυτό το καταλαβαίνετε.

Ο κ. Κυριαζής μπορεί να σας πει και λεπτομέρειες, αλλά εγώ θα σας πω έτσι μερικά στοιχεία, ότι κατ’ αρχήν συστηματοποιείται η ύλη της Εκκλησιαστικής Δικονομίας και θέτει ως βάση τη σειρά των διαδοχικών σταδίων της Εκκλησιαστικής δίκης με βάση τη συγκρότηση και την αρμοδιότητα των εκκλησιαστικών δικαστηρίων και κατάληξη της σχέσης της με τη πιθανή δίκη ενώπιον ποινικών δικαστηρίων, διότι πολλές φορές τα εκκλησιαστικά δικαστήρια ακολουθεί και το ποινικό δικαστήριο.

Αυτό μπορεί να επιλύσει πολλά προβλήματα που προκαλεί η ανεπιτυχής διατύπωση του ισχύοντος νόμου και διευκολύνει το έργο όσων ασχολούνται με την Εκκλησιαστική Δικαιοσύνη. Είναι ένας συγκεντρωμένος όγκος, ένα έργο συγκεκριμένο.

Καταργείται η περιορισμένη προφορικότητα της διαδικασίας, η οποία υπήρχε και θεσπίζεται η υποχρέωση των μαρτύρων να εμφανιστούν και στο ακροατήριο, ώστε η δίκη παίρνει μεγαλύτερη ουσία.

Ο εγκαλούμενος μπορεί να παρίσταται όχι μόνο με συνήγορο, αλλά και δια συνηγόρου χωρίς να είναι υποχρεωμένος να προσέλθει ο ίδιος. Και έχει δικαίωμα να διορίσει ως συνήγορο είτε κληρικό, είτε δικηγόρο.

Άρα το σημείο αιχμής το οποίο δεχόταν κριτική από τους Εφημέριους νομίζουμε ότι ικανοποιείται απολύτως. Όταν συγκροτούνται τα Επισκοπικά Δικαστήρια προβλέπεται τα δύο τακτικά, πλην του Μητροπολίτη, μέλη να μην διορίζονται απ‘ αυτόν, αλλά να γίνονται με εκλογή από τον κλήρο της Μητρόπολης.

Άρα στην περίπτωση που είναι κατήγορος ο Μητροπολίτης, δεν είναι ελέγχων σε μία δίκη, ενώ είναι και ο κατήγορος. Καταλαβαίνετε ότι έτσι θα φαλκιδευόταν η διαδικασία. Πραγματικά επιτυγχάνονται διαδικασίες σαν αυτές που προβλέπονται στα ποινικά δικαστήρια, όπου ο κατηγορούμενος κατά κάποιο τρόπο αισθάνεται ότι θα κριθεί αντικειμενικά και όχι απ’ αυτόν που τον κατηγορεί μόνο.

Οι εξουσίες του Μητροπολίτη περιορίζονται, δηλαδή κατά το ισχύον Δίκαιο εκείνος ασκεί την ανάκριση και στο τέλος εκδικάζει την υπόθεση. Εδώ υπάρχουν ειδικά όργανα τα οποία ασκούν την δίωξη. Και επομένως ορίζονται πρόσωπα, τα οποία δεν μπορεί να υποθέσει κανείς, ότι δεν είναι αντικειμενικά.

Λαμβάνεται πρόνοια για σειρά διατάξεων για την εξασφάλιση του αδιάσπαστου της ανάκρισης και της κρίσης, έτσι καθιερώνεται η δυνατότητα του ανακριτή να διεξαγάγει το έργο και εκτός έδρας και μέσα στην Περιφέρεια και αλλού. Δεν περιορίζεται δηλαδή στις πληροφορίες που παίρνει από την περιοχή γιατί μπορεί το πρόσωπο το οποίο κατηγορείται να είχε και άλλες δραστηριότητες σε άλλες περιοχές. Η κρίση δηλαδή γίνεται πιο αντικειμενική.

Ενοποιούνται βέβαια τα πρακτικά και η απόφαση του δικαστηρίου και επομένως γίνεται σαφέστατη η αιτιολογία της απόφασης, ώστε να μην υπάρχουν κατηγορίες για αυθαιρεσία. Και εισάγεται το ένδικο μέσο της αίτησης αναίρεσης και συνιστάται αναιρετικό δικαστήριο, ένα δικαίωμα που έχουν και όλοι οι πολίτες έξω.

Εισάγεται η επανάληψη της διαδικασίας, ώστε σε περίπτωση που κάποιος καταδικάστηκε με βάση πλαστά έγγραφα ή ψευδείς καταθέσεις, αν αποδειχτεί αυτό με αμετάκλητες αποφάσεις του δικαστηρίου, να μπορεί να αποκατασταθεί, ενώ μέχρι τώρα δεν μπορούσε.

Υπάρχουν ελαφρύνσεις βέβαια στις κυρώσεις. Και η χάρη απονέμεται μόνο με απόφαση της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου, χωρίς να απαιτείται Προεδρικό Διάταγμα, που είχε προκαλέσει πάρα πολλές αμφισβητήσεις για το πώς αποφασίζει ο υπουργός κλπ.

Αυτά είναι τα κεντρικά σημεία του σχεδίου αυτού, που ελπίζουμε ότι πολύ σύντομα, μετά και τις προτάσεις που θα δεχτούμε ή τη γνώμη που θα δεχτούμε από την πλευρά και της Ιεραρχίας, αλλά και των Εφημέριων που κατ’ εξοχήν τους αφορά το ζήτημα αυτό.

Πιστεύουμε, ότι είναι ένα θέμα πολύ σημαντικό για συγκεκριμένο κόσμο, αλλά και για τον ευρύτερο κόσμο είναι ένα σοβαρό θέμα, γιατί δίνει και μια άλλη διάσταση στο χώρο της Εκκλησίας. Έχουμε δει πολλές συγκρούσεις στο παρελθόν μεταξύ ομάδων υποστηριζόντων, τον έναν ή τον άλλον και άλλα τέτοια θέματα, τα οποία δημιουργούν αναταραχή ανάμεσα στους πιστούς και δεν ξέρει και κανείς ποιος έχει δίκιο και ποιος έχει άδικο.

Οι διαδικασίες που προτείνονται εδώ, αποτελούν έναν πολύ σημαντικό εκσυγχρονισμό, φεύγει τελείως η υπόθεση απ’ αυτό που ξέραμε, χωρίς να σημαίνει ότι ξέραμε όλοι μας λεπτομέρειες, φεύγει από το κλειστό σύστημα, όπου κάποιοι κρίνουν έτσι και αλλιώς και δίνεται η διάσταση και του δικαιώματος του πολίτη που έχει αυτός ο οποίος κρίνεται είτε είναι βέβαια Εφημέριος, είτε είναι Μητροπολίτης, είτε οτιδήποτε, γιατί αφορά σε όλους η υπόθεση αυτή.

Παρά το γεγονός ότι τα θέματα αυτά δε θεωρούνταν ελκυστικά στο παρελθόν για το Υπουργείο Παιδείας, εμείς νομίζουμε ότι πρέπει να δώσει έμφαση το Υπουργείο και στην πλευρά της εκκλησίας και να βοηθήσει να εκσυγχρονιστεί χωρίς την αντίληψη ότι ας μείνουν όλα όπως έχουν, δε βαριέσαι, αφού τόσα χρόνια ήταν έτσι.

Αυτό ταυτόχρονα έχει ένα θετικό στοιχείο και γι’ αυτούς που θέλουν να γίνουν ιερείς. Και αν λάβουμε υπόψη μας ότι στο μέλλον μέσω της εκκλησιαστικής εκπαίδευσης θα έχουμε και ιερείς καλύτερου επιπέδου και πιο μορφωμένους αντιλαμβάνεστε σε συνδυασμό με αυτό ότι αισθάνονται και αυτοί πολίτες με περισσότερα δικαιώματα.

Αυτά ήθελα να σας πω εγώ, ο κ. Κυριαζής να σας πει ποια ήταν τα μέλη της επιτροπής που εξεπόνησαν αυτή την πρόταση νόμου.

κ. ΚΥΡΙΑΖΗΣ: Εγώ ήθελα να σας πω κατ’ αρχήν το εξής. Ότι η επιτροπή η οποία συνεστήθη ήταν στις 9/6/2005 και την αποτελούσαν ο Μακαριότατος Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και Πάσης Ελλάδας κ. Χριστόδουλος ως Πρόεδρος.

Ο κ. Μπακάλης Κωνσταντίνος Πρόεδρος του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους ως Αναπληρωτής Προέδρου και μέλη ο υποφαινόμενος, ο κ. Μαρίνος Επίτιμος Αντιπρόεδρος του ΣτΕ, ο κ. Τραϊάνος Ομότιμος Καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών, ο κ. Χρυσανθάκης Καθηγητής Πανεπιστημίου Αθηνών και η κα Πηνελόπη Φουντεδάκη Αναπληρώτρια Καθηγήτρια Παντείου Πανεπιστημίου.

Η επιτροπή έκανε 17 πολύωρες συνεδριάσεις μέσα σε ένα χρόνο και εκπόνησε αυτό το προσχέδιο νόμου που αποτελείται από 150 άρθρα.

Για να καταλήξουμε εδώ, θα σας πω 2 - 3 βασικά θέματα. Πρώτον, λάβαμε υπόψη μας τον υπάρχοντα νόμο 5383 του 1932, ένα σχέδιο που υπήρχε του Κίτρους Βαρνάβα, ένα άλλο σχέδιο του Παπαστάθη και ένα σχέδιο του νυν Μητροπολίτη Θεσσαλονίκης Άνθιμου, το οποίο δεν είχε ολοκληρωθεί, δεν είχε καταλήξει. Αυτά ήταν τα σημεία που είχαμε λάβει υπόψη.

Κατά τη διάρκεια των συνεδριάσεων, εξ αρχής, διατυπώθηκαν 5 βασικά ερωτήματα, επί των οποίων προσπαθήσαμε να δώσουμε απάντηση. Το πρώτο κρίσιμο ερώτημα έγκειται στο κατά πόσο θα προσδοθούν στα εκκλησιαστικά δικαστήρια σαφή χαρακτηριστικά πειθαρχικών συμβουλίων.

Το δεύτερο ερώτημα έγκειται στο κατά πόσο θα διατηρηθεί η περιορισμένη προφορικότητα κατά την κύρια διαδικασία, αυτό που ανέφερε και η κα Υπουργός.

Το τρίτο, κατά πόσο θα διατηρηθεί η περιορισμένη δημοσιότητα κατά την κύρια διαδικασία. Εδώ πρέπει να πούμε ότι έχουν ληφθεί υπόψη και οι αποφάσεις της ΕΣΔΑ.

Το τέταρτο ερώτημα, κατά πόσο θα απαιτηθεί η προσωπική παρουσία του κατηγορουμένου στην ακροαματική διαδικασία. Και το πέμπτο, που αφορά την εναρμόνιση του βαθμού συμμετοχής των Επισκόπων στα διάφορα στάδια της διαδικασίας επί υποθέσεων στις οποίες εμπλέκονται μέλη του κλήρου.

Μερικά βασικά που θα ήθελα να πω τελείως επιγραμματικά, είναι ότι συγκεκριμενοποιείται πλέον ο σκοπός των εκκλησιαστικών δικαστηρίων, προστίθεται μεταξύ αυτών, δηλαδή του επισκοπικού, συνοδικού και δευτεροβάθμιου, προστίθενται δύο ακόμα δικαστήρια. Ο Μητροπολίτης ο ίδιος για πολύ απλές περιπτώσεις, για να μην υπάρχει πληθώρα υποθέσεων που πηγαίνουν στα δικαστήρια τα κανονικά. Και επίσης το Αναιρετικό Δικαστήριο, το οποίο προαναφέρθηκε.

Προβλέπεται η υποχρεωτική εμφάνιση των μαρτύρων στο ακροατήριο. Απαλείφθηκαν κάποιες κατηγορίες προσώπων που δεν γίνονται δεκτοί ως μάρτυρες σύμφωνα με τον παλαιό νόμο, παράδειγμα, δούλοι, γυναίκες, πένητες κλπ.

Προβλέπεται η δυνατότητα επίκλησης της τιμής και της συνείδησης όσων μαρτύρων αρνούνται αν ορκιστούν. Επιπλέον ο κατηγορούμενος δικαιούται να παρίσταται πλέον με δύο συνηγόρους.

Την κανονική δίωξη, εδώ τίθενται πλέον δύο νέοι όροι και το ποιος ασκεί την κανονική δίωξη. Την κανονική δίωξη την ασκούν πλέον ο Πρωτέκδικος που ορίζεται από την Ιερά Σύνοδο, που αφορά Ιεράρχες και οι Έκδικοι των Μητροπόλεων. Ο Πρωτέκδικος είναι εν ενεργεία ή σχολάζων ή Τιτουλάριος Μητροπολίτης. Και οι Έκδικοι είναι Πρεσβύτεροι προτεινόμενοι από τον Μητροπολίτη.

Δηλαδή αυτό είναι από τα πιο βασικά σημεία θα ήθελα να επισημάνω, δηλαδή διαχωρίζεται η άσκηση της κανονικής δίωξης από την εκδίκαση της υπόθεσης. Πιστεύουμε ότι αυτό είναι από τα πιο σοβαρά, αυτό που ανέφερε και η κα Υπουργός, γιατί μέχρι πρότινος στο πρόσωπο ενός ήταν και τα δύο στοιχεία.

Επίσης εισάγεται νέος θεσμός στο στάδιο της προκαταρκτικής εξέτασης που δεν υπήρχε μέχρι σήμερα στην Εκκλησιαστική Δικαιοσύνη, ένα είδος δηλαδή ΕΔΕ που γίνεται.

Επίσης εισάγεται νέα διάταξη που ρυθμίζει τη διαδικασία επιβεβαιωμένων παραπτωμάτων, είναι το λεγόμενο Αυτόφωρο. Προβλέπεται πλέον στην περίπτωση των εκκλησιαστικών παραπτωμάτων η επιβολή προσωρινής απαγόρευσης Ιεροπραξιών και για Αρχιερείς που δεν υπήρχε μέχρι τώρα.

Τίθεται χρονικό όριο τριών μηνών στη διάρκεια της ανάκρισης για να τελειώνει κάποτε. Και τίθεται επίσης νέα διάταξη που ρυθμίζει τη δημοσιότητα στο ακροατήριο, που είναι και σύμφωνη με το άρθρο 93 του Συντάγματος.

Επίσης εισάγεται το ένδικο μέσο της αίτησης αναίρεσης με το Αναιρετικό Δικαστήριο. Εισάγεται ο νέος θεσμός της επανάληψης της διαδικασίας σε περιπτώσεις έκδοσης διαφορετικών αποφάσεων για την ίδια πράξη ή αποκάλυψης νέων στοιχείων κλπ.

Και τέλος καταργείται ο σωματικός περιορισμός ως ποινή που επέβαλε το Επισκοπικό Δικαστήριο.

Αυτά θα έλεγα είναι από τα πιο βασικά σημεία και όλα αυτά τα οποία, όπως σας είπα, ελήφθησαν υπόψη και είχαμε αυτά τα σχέδια νόμου που υπήρχαν, το βασικό νόμο που ισχύει τώρα και επίσης μία απάντηση στα κρίσιμα ερωτήματα, τα πέντε, τα οποία είχαν απασχολήσει την Επιτροπή.

Πιστεύουμε, ότι και σαν Επιτροπή όταν παραδώσαμε το κείμενο, ότι αυτό είναι, θα έλεγα, εκσυγχρονισμένο κείμενο, είναι ένα κείμενο που αφορά τη σύγχρονη εποχή, δεν είναι πλέον το κείμενο του 1932, χωρίς να φεύγει και από τους Ιερούς Κανόνες της Εκκλησίας. Και πιστεύω, ότι είναι ένα πολύ ισορροπημένο προς κάθε κατεύθυνση κείμενο.

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Θα ήθελα να ρωτήσω το εξής. Πρώτον, που έκανε εντύπωση, ότι ένα νομοσχέδιο το οποίο αφορούσε τους Εφημέριους όλης της χώρας και δεν υπάρχει στην Επιτροπή εκπρόσωπος των Εφημέριων; Πρώτη ερώτηση είναι αυτή.

Δεύτερον, θα ήθελα να ρωτήσω περισσότερο τον κ. Κυριαζή που ήταν και στην Επιτροπή να μας αριθμήσει τους κανόνες, αν μπορεί να το κάνει περιληπτικά, βάσει των οποίων ισχύουν και πάλι υπάρχουν τα Επισκοπικά Δικαστήρια, κάτι το οποίο απορρίπτουν και ο Ιερός Σύνδεσμος Κληρικών Ελλάδος και οι Εφημέριοι και δεν υπάρχει στους κανόνες;

Και ο Πρωτέκδικος και Έκδικος, οι δυο όροι που εισηγείστε σε ποια νομολογία, βάση που στο Βυζάντιο, στην Κωνσταντινούπολη που είχαν οριστεί; Ήταν όμως για διαφορετικές υποθέσεις και όχι για υποθέσεις Επισκοπικών Δικαστηρίων.

κ. ΚΥΡΙΑΖΗΣ: Το θέμα του Επισκοπικού Δικαστηρίου πράγματι ο Ιερός Κλήρος ήθελε την κατάργησή του. Εδώ πέρα δεν καταργήθηκε, απλώς διευρύνθηκε όμως και έγινε πιο δημοκρατικός. Δηλαδή εδώ υπάρχει ο Μητροπολίτης πάλι ο οποίος προεδρεύει, άλλος όμως ασκεί τη δίωξη, την ασκεί ο Έκδικος και επιπλέον οι δύο Πρεσβύτεροι οι οποίοι συμμετέχουν, αυτοί δεν ορίζονται πλέον από τον Μητροπολίτη, αλλά εκλέγονται μέσα από όλο τον Κλήρο της Μητρόπολης. Αυτό είναι μια ουσιαστική αλλαγή.

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Οι κανόνες ?

κ. ΚΥΡΙΑΖΗΣ: Αυτό δεν το ξέρω.

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Επειδή είμαι και Θεολόγος, δεν υπάρχει κανένας Ιερός Κανόνας που να ορίζει και να θεσπίζει Επισκοπικό Δικαστήριο, γιατί πάντα τα κανονικά παραπτώματα των Ιερέων βάσει των Ιερών Κανόνων κρίνονται εν Συνόδω, από Αρχιερείς εν Συνόδω.

Άρα εδώ βλέπουμε κάτι διαφορετικό, το οποίο ?

κ. ΚΥΡΙΑΖΗΣ: Θα μου επιτρέψτε να μην μπω σε τέτοιο θέμα, σε καθαρά θέμα κανόνων ή θεολογικό θέμα αυτή τη στιγμή. Αυτές τις ερμηνείες θα τις δώσουν οι καθ’ ύλην αρμόδιοι. Εγώ σας εξηγώ πιο πολύ το πολιτικό αν θέλετε μέρος ή αν θέλετε την ουσία του πράγματος όσον αφορά τα Εκκλησιαστικά Δικαστήρια πως ήταν και πως γίνονται.

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Οπότε τα παραπτώματα τα ποινικά μπορεί να τα εξετάζει και η Ποινική Δικονομία. Τώρα τα κανονικά παραπτώματα, υπάρχουν Κανόνες, Ιεροί Κανόνες της Εκκλησίας μας, που ορίζουν ποιοι τα εξετάζουν και πώς τα εξετάζουν.

Εδώ βλέπουμε σε ένα νομοσχέδιο ότι δεν έχει βασιστεί πάνω στους Ιερούς Κανόνες και επιμένουν στα Επισκοπικά Δικαστήρια, το οποίο είναι ένας θεσμός δυτικός και δεν έχει να κάνει καθόλου με την Ορθόδοξη Εκκλησία.

ΥΠΟΥΡΓΟΣ: Ακούστε, ο νόμος για την Εκκλησιαστική Δικαιοσύνη υπήρχε. Δεν τον φτιάχνουμε εμείς για πρώτη φορά. Εμείς διευρύνουμε τα δικαιώματα, αλλάζουμε τελείως την περί τα Δικαστήρια αντίληψη και νομίζουμε ότι είναι ένα πάρα πολύ μεγάλο βήμα. Από κει και πέρα θα δούμε σε λεπτομέρειες και τη θέση των Ιερέων, αλλά δεν μπορούν να μην υπάρχουν. Σε όλο τον κόσμο υπάρχουν Εκκλησιαστικά Δικαστήρια.

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Όχι στην Ορθόδοξη Εκκλησία, για Επισκοπικό.

ΥΠΟΥΡΓΟΣ: Ναι, εντάξει, αλλά και από ποιους θα συντεθούν τα Δικαστήρια; Θα το δούμε αυτό. Θα μας πουν την άποψή τους. Κοιτάξτε, η Εκκλησιαστική Δικαιοσύνη επί της ουσίας είναι ένα μικτό σύστημα. Παίρνει κομμάτια από την Ποινική Δικονομία. Αυτό κάνει στην ουσία, έτσι; Και με βάση τους Ιερούς Κανόνες.

Στην εποχή που είμαστε, δεν είμαστε πια στην εποχή ούτε της άμεσης δημοκρατίας, ούτε των ελαχίστων ανθρώπων, ούτε της Γενικής Συνέλευσης που θα αποφασίσει κλπ. Δηλαδή πρέπει να είναι κάτι θεσμοθετημένο με συγκεκριμένους κανόνες. Πολλές φορές τα ζητήματα αυτά πάνε στα Ανώτατα Δικαστήρια κλπ. Τα ξέρετε. Δηλαδή εκφεύγουν της Εκκλησιαστικής Δικαιοσύνης μετά.

Άρα πρέπει και το πρώτο βήμα, που είναι η Εκκλησιαστική Δικαιοσύνη, να μην περιορίζεται μόνο στους Ιερούς Κανόνες, αλλά να βάζει και κάποιους κανόνες που συνάδουν με περαιτέρω διαδικασίες.

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: (Μιλάει χωρίς μικρόφωνο)

ΥΠΟΥΡΓΟΣ: Ναι. Κοιτάξτε, από την αρχή κάναμε μια συνεννόηση να μπουν επιστήμονες στην Επιτροπή αυτή. Να γίνει μια επιστημονική δουλειά και εν συνεχεία να το δούμε. Και όπως βλέπετε, είναι μέσα επιστήμονες οι οποίοι δεν είναι καν των εκκλησιαστικών πραγμάτων. Δηλαδή δεν έχουν καμία σχέση με?

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: άνω σ’ αυτό, συγνώμη που παρεμβαίνω. Εάν οι Κληρικοί έχουν αντιρρήσεις, προτείνουν προτάσεις - βελτιώσεις, εσείς είστε ανοιχτή σ’ αυτό το πράγμα;

ΥΠΟΥΡΓΟΣ: Βεβαίως, θα συζητήσουμε μαζί τους. Το τι θα δεχθούμε, δεν μπορώ να δεσμευθώ, αλλά γι’ αυτό τους το στείλαμε, για παρατηρήσεις?

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Η πρώτη ερώτηση αφορά την κα Υπουργό. Θέλω να μας πείτε αυτό το σχέδιο, το προσχέδιο πότε θα φτάσει στη Βουλή. Αν υπάρχει dead line. Δηλαδή αν έχετε θέσει χρονικό όριο τόσο στην Ιεραρχία, όσο και στον ΙΣΚΕ για να σας απαντήσει.

ΥΠΟΥΡΓΟΣ: Ακούστε, η Ιεραρχία πρέπει να συνεδριάσει. Συνεδριάζει πότε;

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: 10 Οκτωβρίου.

ΥΠΟΥΡΓΟΣ: Αρχές Οκτωβρίου. Πρέπει να συνεδριάσει για να στείλει την άποψή της υποχρεωτικώς εκ του νόμου. Εν τω μεταξύ εμείς θα συζητήσουμε με την πλευρά των Εφημέριων και επομένως θα έρθει η τελική πρόταση.

κ. ΚΥΡΙΑΖΗΣ: Έχω συζητήσει κατ’ επανάληψη με τον Πατέρα Κολλά και έχει πάρει το κείμενο και του είπα ότι όταν θα έχουμε τις προτάσεις θα συζητήσουμε όλα τα θέματα που θα φέρουν οι Εφημέριοι γι’ αυτό το κείμενο και συγχρόνως θα πάρουμε και από την Ιεραρχία και μετά θα δούμε πώς θα προχωρήσει.

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Βλέπετε δηλαδή μέχρι τέλος του χρόνου;

ΥΠΟΥΡΓΟΣ: Ελπίζω, ναι.

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Η δεύτερη ερώτηση αφορά τον κ. Κυριαζή. Ο Έκδικος και ο Πρωτέκδικος θα έχουν ειδικές γνώσεις ή θα επιλέγει ο Μητροπολίτης της αρεσκείας του έναν Κληρικό για οποιαδήποτε υπόθεση;

κ. ΚΥΡΙΑΖΗΣ: (Μιλάει χωρίς μικρόφωνο) Στο άρθρο 70 προβλέπεται ποιοι ακριβώς θα είναι ο Πρωτέκδικος και ο Έκδικος. Ο Πρωτέκδικος θα είναι από την Ιερά Σύνοδο και θα είναι Μητροπολίτης. Φυσικά επειδή, εντός εισαγωγικών θα πω μια λέξη, ο Πρωτέκδικος και ο Έκδικος παίζουν το ρόλο του «Εισαγγελέα» γιατί αυτοί ουσιαστικά ασκούν τη δίωξη κλπ. Αυτοί πρέπει να έχουν κάποιες γνώσεις. Γι’ αυτό προβλέπεται μέσα ο Πρωτέκδικος ειδικά, ο οποίος θα ορίζεται από την Ιεραρχία, να έχει γνώσεις Νομικής κατά προτίμηση. Επειδή όμως είναι δύσκολο στους Έκδικους να βρείτε Νομικούς σε όλες τις Μητροπόλεις, είπαμε να είναι τουλάχιστον Πρεσβύτεροι που να έχουν πτυχίο Ανωτάτης Εκπαίδευσης κατά προτίμηση και ειδικές γνώσεις ή και εμπειρία.

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Ευχαριστώ.

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Ήθελα να ρωτήσω το εξής. Όταν ξέσπασαν τα σκάνδαλα στην Εκκλησία, ο Αρχιεπίσκοπος και η Ιεραρχία θέλησε να κάνει κάθαρση. Ένα από τα βασικά στοιχεία και σημεία που προεβλήθησαν τότε ήταν ότι προχωρούμε. Υπήρχε ένας αντίλογος από τους λαϊκούς, από την κοινή γνώμη «μα δεν προχωρείτε γρήγορα» και τότε είχαν πει ότι το πλαίσιο το οποίο έχουμε και κινούμαστε δεν μας επιτρέπει.

Θα ήθελα να ρωτήσω μάλλον τον κ. Κυριαζή αν αυτό το καινούριο νομοθετικό πλαίσιο επιτρέπει την απονομή δικαιοσύνης γρηγορότερα από το προηγούμενο και να μας εξηγήσετε τι σημαίνει το αυτόφωρο περισσότερο.

κ. ΚΥΡΙΑΖΗΣ: Σίγουρα έχει ληφθεί αυτό υπόψη. Σε συζητήσεις που έγιναν στις Συνεδριάσεις είχε ληφθεί υπόψη αυτό και γι’ αυτό υπάρχουν κάποιες διατάξεις μέσα οι οποίες είναι προς αυτήν την πλευρά. Παράδειγμα ότι, αν υπάρχει καταγγελία, θα επεμβαίνει αυτόματα ο Έκδικος ή ο Πρωτέκδικος. Θα επεμβαίνει άμεσα ο Μητροπολίτης.

Αν υπάρχει τώρα θέμα που έχει επιληφθεί πρώτη η Δικαιοσύνη γενικά, αυτή θα ενημερώνει άμεσα τους Μητροπολίτες και θα υπάρχει μια πιο γρήγορη αντιμετώπιση ώστε να μην υπάρχει χρονοβόρα διαδικασία στην εκδίκαση αυτών των υποθέσεων, ακριβώς για να φεύγουν όλα αυτά τα φαινόμενα, τα οποία μπορεί ενδεχομένως να υπάρξουν κάποια στιγμή.

Τώρα όσον αφορά το θέμα του αυτοφώρου, είναι αυτό το οποίο επεμβαίνει άμεσα, δηλαδή αν συλληφθεί είτε από την Αστυνομία σαν κοινός, όχι Ιερέας, συλλαμβάνεται ή υπάρχει μια άμεση καταγγελία, τότε να επεμβαίνει αυτόματα, να γίνεται άμεσα η διαδικασία αυτή της Δικαιοσύνης.

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: (Μιλάει χωρίς μικρόφωνο) Δεν υπήρχε?

κ. ΚΥΡΙΑΖΗΣ: Όχι. Το αυτόφωρο γίνεται τώρα.

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ («FLASH»): Θέλω να ρωτήσω διευκρινιστικά για δυο σημεία τα οποία είναι πραγματικά από τα νέα αυτού του νομοσχεδίου. Διαβάζω στο δελτίο που μας μοιράσατε ότι κατά τη συγκρότηση των Επισκοπικών Δικαστηρίων προβλέπεται τα δυο τακτικά, πλην του Μητροπολίτη, μέλη να μη διορίζονται απ’ αυτόν όπως γίνεται τώρα, αλλά να εκλέγονται από τον Κλήρο της Μητρόπολης. Και επειδή, όσο πρόλαβα να δω στο σχέδιο νόμοι, η διαδικασία της εκλογής καθορίζεται από τη Σύνοδο, έχει μεριμνήσει, έχει προβλέψει το Υπουργείο να τηρείται μυστική ψηφοφορία έτσι ώστε να διασφαλίζεται και το αδιάβλητο της εκλογής των δυο Δικαστών;

Και το δεύτερο που θέλω να ρωτήσω, σχετικά με το θεσμό του Έκδικου. Επειδή προτείνεται -απ’ ό,τι διαβάζω- από τον Μητροπολίτη, δεν φοβάστε ότι ο διορισμός αυτός ουσιαστικά θα διακυβεύσει και την καινοτομία αυτή;

κ. ΚΥΡΙΑΖΗΣ: Όσον αφορά το θέμα το δεύτερο του Έκδικου, σίγουρα ο Μητροπολίτης θα προτείνει κάποια ονόματα και από κει και πέρα θα επιλέγονται από την Ιερά Σύνοδο. Αυτό πιστεύουμε ότι πρέπει να έχει και ο Μητροπολίτης κάποιο λόγο στο ποιοι είναι για την Μητρόπολή του, γιατί δεν μπορεί να ξέρει ο καθένας τι γίνεται στην κάθε Μητρόπολη. Άρα πρέπει να υπάρχει μια εισήγηση.

Και το δεύτερο, όσον αφορά το θέμα το πώς θα γίνονται οι εκλογές, αυτό είναι στάνταρ. Το πώς θα γίνονται οι εκλογές, αυτό θα το ρυθμίσει η Διαρκής Ιερά Σύνοδος. Δε νομίζω ότι είναι θέμα τόσο του Υπουργείου, όσο είναι θέμα εσωτερικό της Εκκλησίας το πώς θα γίνονται αδιάβλητα οι εκλογές.

ΥΠΟΥΡΓΟΣ: Θέλω να πω ότι διευρύνονται τα όρια της αντικειμενικότητας. Δηλαδή δεν είναι πια εύκολο ένας Μητροπολίτης, δεν λέω ότι το κάνανε, αλλά δεν είναι εύκολο να ξεπεράσει τα όρια ή αν υπάρχουν προσωπικές συγκρούσεις εκεί, να κρίνει μόνος του την υπόθεση και αυτό είναι το σημαντικό νομίζω. Αυτό είναι το σημαντικό βήμα.

Και κατά κάποιο τρόπο μ’ αυτές τις διαδικασίες γίνεται και πιο ανοιχτό το σύστημα, πιο δημοσιοποιήσιμο, πιο ανοιχτό. Δεν είναι ένα κλειστό σύστημα και νομίζω πρέπει να έχουμε ?. υπέρ του κατηγορουμένου. Έτσι δεν είναι;

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Για να γίνω πιο σαφής, ένα παράδειγμα και δεν ξέρω αν προβλέπεται. Αφορούσε μια συγκεκριμένη Μητρόπολη, όπου ήταν μια παράνομη μετάθεση ενός Ιερέα. Προσέφυγε στο Συμβούλιο της Επικρατείας. Η απόφαση αυτή, το Συμβούλιο Επικρατείας πήρε απόφαση υπέρ του Ιερέα.

Ο Μητροπολίτης κράτησε μόνο για μια βδομάδα τον Ιερέα στο ναό που έπρεπε να πάει και μετά τον ξαναμετάθεσε πάλι παράνομα, συνεχώς και του λέει ότι αν έχεις χρήματα για να δίνεις στο Συμβούλιο της Επικρατείας, να προσφεύγεις. Τέτοιες περιπτώσεις μη τήρησης αποφάσεων Ποινικών Δικαστηρίων που αθωώνουν τους Ιερείς, προβλέπονται μέσα στο νομοσχέδιο;

ΥΠΟΥΡΓΟΣ: Θα σας πω κάτι καταρχήν. Αυτά μπορείτε να τα συναντήσετε και έξω, εκτός Εκκλησίας. Θα σας θυμίσω ότι στη δεκαετία του ΄80 καμία σχεδόν απόφαση του Συμβουλίου Επικρατείας δεν γινόταν δεκτή από τη Διοίκηση. Εγώ θυμάμαι απίστευτες υποθέσεις της εποχής. Από ένα σημείο και πέρα, από το ’90 και μετά άρχισε μια προσαρμογή στις αποφάσεις των Ανωτάτων Δικαστηρίων.

Άρα αυτό που γίνεται εδώ στο Εκκλησιαστικό Δίκαιο μπορεί να γίνει και στο χώρο των πολιτών, που δεν είναι άνθρωποι της Εκκλησίας. Βέβαια δεν είναι σωστό αυτό, εάν αποφασίζει το Ανώτατο Δικαστήριο και υπάρχει μια προσφυγή εκεί. Πρέπει οι αποφάσεις να γίνονται σεβαστές. Ό,τι και να προβλέψει κανείς, δεν μπορεί να προβλέψει. Τι; Διοικητικές ποινές να προβλέψει στο νόμο; Ο νόμος ορίζει σαφώς ότι οι αποφάσεις του Ανωτάτου Δικαστηρίου είναι σεβαστές.

Από κει και πέρα επαφίεται στον πατριωτισμό των Ελλήνων, όπως λέμε, αλλά αρκεί αυτό. Δεν μπορούμε να βάλουμε τίποτε άλλο. Δηλαδή τι; Κάποιου είδους τιμωρία; Δεν μπορεί ο νόμος. Θα είναι και αντισυνταγματική η διάταξη. Ο νόμος ορίζει ότι πρέπει να σεβόμαστε τις αποφάσεις των Ανωτάτων Δικαστηρίων και νομίζω ότι σπάνια θα δει κανείς να μην τις σέβονται, γιατί εκεί μπορεί να γίνει πολύ μεγάλη φασαρία. Δηλαδή να πάρει δημοσιότητα το θέμα και να είναι πολύ αρνητικό γι’ αυτόν που δεν τις σέβεται, αλλά συνήθως έτσι λειτουργεί.

ΣΥΝΤΟΝΙΣΤΗΣ: Υπάρχει άλλη ερώτηση για το συγκεκριμένο;

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Όχι για το συγκεκριμένο.

ΣΥΝΤΟΝΙΣΤΗΣ: Για το νομοσχέδιο εννοώ. Άλλη ερώτηση επί της παρουσίασης του νομοσχεδίου; Η κα Αντωνιάδου από «ΤΟ ΒΗΜΑ».

κα ΑΝΤΩΝΙΑΔΟΥ («ΤΟ ΒΗΜΑ»): Επειδή σήμερα μας παρουσιάσατε την αλλαγή ενός νόμου που ισχύει από το 1932 και με αφορμή το γεγονός ότι προηγουμένως παρευρεθήκατε στην ? διαβεβαίωση του νέου Αρχιεπισκόπου Κρήτης. Θα ήθελα να σας ρωτήσω, με αφορμή και το γεγονός ότι και ο Οικουμενικός Πατριάρχης, αλλά και ο νέος Αρχιεπίσκοπος έχουν εκφράσει την επιθυμία τους για την αλλαγή του καταστατικού χάρτη στην αυτονόμου Εκκλησία της Κρήτης, θα ήθελα να σας ρωτήσω τι προτίθεστε να κάνετε.

ΥΠΟΥΡΓΟΣ: Υπάρχει μια Επιτροπή η οποία εξετάζει το θέμα αυτό. Δεν έχει συγκληθεί, αλλά όχι με ευθύνη του Υπουργείου, για να γίνω σαφέστερη. Θα παραταθεί η διάρκειά της και θα εξετάσει αυτά τα θέματα. Αλλά εφόσον έχει γίνει Επιτροπή, δεν βλέπω κανένα λόγο για δημοσιότητα και ανακοινώσεις μονομερείς.

κα ΑΝΤΩΝΙΑΔΟΥ: Τουλάχιστον μπορείτε να μας πείτε με ευθύνη τίνος δεν έχει συγκληθεί, αφού δεν είναι το Υπουργείο, άρα εννοείτε προφανώς της Εκκλησίας και ποιος είναι ο λόγος;

ΥΠΟΥΡΓΟΣ: Υπήρχαν θέματα για να έρθουν από εκεί, κωλύματα ουσιαστικά ας πούμε. Δεν αρνηθήκαμε εμείς να συνεδριάσουμε. Ο κ. Κυριαζής είναι Πρόεδρος. Φυσικά έχουν εμπόδια, ας πούμε, τα οποία υπήρχαν, τα οποία ήταν αντικειμενικώς μη υπερβάσιμα.

κα ΠΑΠΟΥΤΣΑΚΗ («MEGA»): Είναι λίγο παρεμφερές το θέμα. Μιλάω για τα βιβλία, τα καινούρια βιβλία κα Υπουργέ και τις αντιρρήσεις της Εκκλησίας όσον αφορά τα Θρησκευτικά και στην Ιστορία. Θα ήθελα να μας πείτε αν φέτος, μάλλον να επαναλάβετε αν φέτος είναι δοκιμαστική η περίοδος των βιβλίων και αν είστε διατεθειμένη από του χρόνου να αλλάξουν κάποια πράγματα και ενδεχομένως και να αλλάξουν κι αυτά τα οποία υποδεικνύει η ίδια η Εκκλησία να αλλάξουν.

ΥΠΟΥΡΓΟΣ: Πρέπει να σας πω ότι εγώ δεν έχω λάβει κάποιο επίσημο έγγραφο σχετικά με τα βιβλία. Επίσης ότι τα βιβλία θα αξιολογηθούν στην ουσία τον πρώτο χρόνο μέσα στα σχολεία, αυτό είναι αλήθεια. Αυτό δεν σημαίνει ότι αν από μια ή άλλη πλευρά δεν αρέσει κάτι θα αποσυρθούν τα βιβλία, για να είμαστε εξηγημένοι. Αυτά θα εξεταστούν. Οι παρατηρήσεις οι διάφορες θα εξεταστούν με αντικειμενικό τρόπο από το Υπουργείο. Όπως αντιλαμβάνεστε το Υπουργείο έχει μια πιο σφαιρική αντίληψη γενικότερα των πραγμάτων. Έχει κακοπάθει το σχολικό βιβλίο σε προηγούμενες φάσεις. Σας θυμίζω την Ιστορία της Γ’ Λυκείου, που τελικά ακόμα και με τις διορθώσεις ήταν αδύνατον να μπει στα σχολεία και επομένως καλό είναι να είμαστε προσεκτικοί. Πρέπει να είμαστε αντικειμενικοί όσο πιο πολύ μπορούμε. Ο καθένας θέλει να γράφει τη δική του Ιστορία παραδείγματος χάρη κλπ, αλλά ο καθένας θέλει να γράφει τη δική του ιστορία. Τα πράγματα δεν είναι έτσι.

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Μία τελευταία ερώτηση. Έχει να κάνει με τη διαφθορά κυρία Υπουργέ. Ποια είναι η δική σας η άποψη.

ΥΠΟΥΡΓΟΣ: Η δική μου άποψη και πολιτική στάση εδώ και πάρα πολλά χρόνια είναι πολύ συγκεκριμένη. Διαφθορά μπορεί να υπάρχει παντού και κάτω από οποιοδήποτε καθεστώς. Σημασία έχει ένα. Η κυβέρνηση να είναι ταγμένη στην καταπολέμησή της και αυτή η κυβέρνηση είναι ταγμένη περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη κυβέρνηση της χώρας στην καταπολέμηση της διαφθοράς. Δεν τα κουκουλώνει.

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Παραπονούνται απ’ τα ΤΕΕ της Νοσηλευτικής ότι με την μετατροπή των ΤΕΕ σε ΕΠΑΛ και ΕΠΑΣ, τα ΤΕΕ Νοσηλευτικής γίνονται ΕΠΑΣ, με αποτέλεσμα τα παιδιά να μη μπορούν να δώσουν πανελλήνιες εξετάσεις και ζητούν απ’ το Υπουργείο όπως λένε να το ξανασκεφτεί το ζήτημα και να γίνουν Επαγγελματικά Λύκεια, για να μπορούν αυτά τα παιδιά να πηγαίνουν στα ΤΕΙ και να ολοκληρώνουν τις σπουδές τους.

ΥΠΟΥΡΓΟΣ: Γιατί ειδικώς τα ΤΕΕ Νοσηλευτικής;

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Είπαν ότι έχει δημοσιευτεί ήδη κάποια απόφαση στο site του Υπουργείου Παιδείας ότι γίνανε Επαγγελματικές Σχολές και άρα δεν έχουν δικαίωμα να πάρουν μέρος στις πανελλήνιες με το νέο σύστημα και ανησυχούν, γιατί λένε ότι τα ΤΕΙ Νοσηλευτικής τροφοδοτούνται κυρίως απ’ αυτά.

ΥΠΟΥΡΓΟΣ: Τα ΤΕΕ τα οποία θα τελειώσουν, θα μπαίνουν με τον ίδιο τρόπο έως ότου λήξει αυτή η φουρνιά. Δεν τους κλείνει κανείς την πόρτα. Μετά από εκεί και πέρα όποιος θέλει θα πάει στο Επαγγελματικό Λύκειο, όποιος θέλει θα πάει στις Επαγγελματικές Σχολές. Είναι δικό τους δικαίωμα. Απ’ τις Επαγγελματικές Σχολές στο Πανεπιστήμιο δε γίνεται, το καταλαβαίνετε.

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Ζητούν να μη γίνουν Επαγγελματική Σχολή αλλά Επαγγελματικό Λύκειο. Γι’ αυτό, υπάρχει περίπτωση να το σκεφτείτε αυτό το πράγμα;

ΥΠΟΥΡΓΟΣ: Επαγγελματικό Λύκειο δε μπορεί να γίνει η Κομμωτικής, Μοδιστρικής κλπ, για να είμαι σαφής. Να σοβαρευτούμε. Το Επαγγελματικό Λύκειο είναι ισότιμο με το Ενιαίο Λύκειο. Θα μπορούν να μπαίνουν όχι με ποσοστώσεις αλλά οπουδήποτε θέλουν. Ακόμα και κάποιος απ’ το Επαγγελματικό Λύκειο θα μπορεί να μπει στη Φιλολογία.

Περιλαμβάνουν αρκετές ανθρωπιστικές σπουδές. Περιλαμβάνουν δηλαδή όλη τη βασική γνώση που έχει ένα λύκειο. Οι Επαγγελματικές Σχολές δεν είναι το ίδιο. Πως θα γίνει; Δε μπορούμε να βάλουμε στο λύκειο όπως ήταν στα ΤΕΕ διάφορες ειδικότητες που δεν έχουν καμία σχέση.

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Κυρία Υπουργέ εγώ θέλω να σας ξαναγυρίσω στα εκκλησιαστικά και να ζητήσω μία σαφέστατη απάντηση, γιατί πολλά έχουν ακουστεί το προηγούμενο διάστημα, στο θέμα της εγκυκλίου του κ. Ράμα για την εξομολόγηση, εάν υπήρξε καθ’ οιονδήποτε τρόπο προσυνεννόηση ή ενημέρωση της εκκλησίας και του Αρχιεπισκόπου από παράγοντα του Υπουργείου.

ΥΠΟΥΡΓΟΣ: Το Υπουργείο ασκεί την πολιτική του μέσα στα πλαίσια των διαδικασιών και των νόμων. Το Υπουργείο είχε οχληθεί και απ’ τον Συνήγορο του Πολίτη για το ζήτημα αυτό. Δε θεωρώ ότι θεωρούσε ποτέ το Υπουργείο, δεν ξέρω, έκαναν διάφορα πράγματα στα σχολεία, υπήρχαν αντιρρήσεις κάποιων γονέων, δε θεώρησε ποτέ το Υπουργείο ότι ο χώρος του σχολείου είναι χώρος εξομολόγησης.

Άλλωστε και η ίδια η απάντηση της εκκλησίας στην ουσία μιλάει για βοήθεια στην επίλυση προβλημάτων κλπ, δε μιλούσε για εξομολόγηση κατ’ ουσίαν, δηλαδή τυπικά ήταν αυτό. Αλλά το Υπουργείο μέσα στα πλαίσια της δεοντολογίας και των αρμοδιοτήτων του, έκανε την εγκύκλιο όπως έπρεπε, έδωσε το δικαίωμα στον πίνακα ανακοινώσεων των σχολείων να αναρτάται το πρόγραμμα της ενορίας για τις εξομολογήσεις και όλα τα άλλα, μέσα στη συμμετοχή σε μια τοπική κοινωνία.

Αλλά θεωρεί όπως σας είπα ότι ο χώρος του σχολείου δεν είναι χώρος εξομολόγησης.

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Απλά να ρωτήσω ξανά αυτό που ρώτησε ο συνάδελφος, γιατί έχει σημασία αυτό που ρώτησε. Στην αρχή στη Σύνοδο μας είπαν ότι δεν το ξέρανε και πέσανε απ’ τα σύννεφα, δεν το γνωρίζανε, αιφνιδιάστηκαν. Υπήρχαν ωστόσο πληροφορίες ότι ο Αρχιεπίσκοπος είχε ενημερωθεί. Απλά αυτό θέλουμε να ξέρουμε, είχε ενημερωθεί ή δεν είχε ενημερωθεί;

ΥΠΟΥΡΓΟΣ: Δεν ξέρω να σας πω, διότι εμένα μου ζητήθηκε να τη δω, δηλαδή μου την έδειξε ο Ειδικός Γραμματέας την εγκύκλιο και τη θεώρησα σωστή και την ενέκρινα.

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Στην εγκύκλιο που έχετε στείλει, αναφέρετε χαρακτηριστικά ότι έχει γίνει συνεννόηση μετά απ’ την παρέμβαση του Συνηγόρου του Πολίτη, με τους γονείς, με Συλλόγους Γονέων και εκκλησιαστικούς παράγοντες. Το γράφει η εγκύκλιος. Ποιοι ήταν αυτοί οι παράγοντες που συνεννοηθήκατε για να βγάλετε την εγκύκλιο;

ΥΠΟΥΡΓΟΣ: Εγώ δεν έκανα καμία συνεννόηση. Σας είπα, είδα την πρόταση της εγκυκλίου και την ενέκρινα.

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Άρα θα ξέρει ο κ. Ράμμας με ποιους συνεργάστηκε.

ΥΠΟΥΡΓΟΣ: Ο κ. Ράμμας συνεργάστηκε με εμένα. Ακούστε, ο Συνήγορος του Πολίτη είχε έρθει εδώ, κάναμε εδώ μια σύσκεψη και έθεσε ορισμένα ζητήματα, ορισμένα των οποίων είχαν απαντηθεί, ορισμένα των οποίων έπρεπε να απαντηθούν. Το μελετήσαμε αρκετά αυτό επί ένα χρόνο. Και είπαμε και στο Συνήγορο του Πολίτη και επί της ουσίας ότι κατά κάποιο τρόπο δεν υπάρχει και κανένα είδος πίεσης.

Εκκλησίες δόξα τω Θεώ υπάρχουν, η εξομολόγηση έχει την έννοια του απορρήτου κλπ, χρειάζεται κατά κάποιο τρόπο ησυχία, χρειάζεται περιβάλλον κλπ. Δεν είναι ο χώρος του σχολείου ο καλύτερος. Νομίζω μη το σπουδαιολογείτε. Εμείς κάνουμε το καθήκον μας. Γενικώς είμαστε Υπουργείο που διαλέγεται και συνεννοείται κλπ. Εάν κάπου δεν συνεννοηθούμε, κάνουμε αυτό που πρέπει.

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Η περίφημη επιστολή της Συνόδου έφτασε στα χέρια σας σήμερα;

ΥΠΟΥΡΓΟΣ: Όχι ακόμη. Ίσως να έχει φτάσει τώρα. Δεν την έχω πάρει. Σεβαστή είναι. Θα απαντήσω επί όλων των σημείων όταν τη λάβω, θα δω τι γράφει.



Αποστολή σελίδας   Εκτυπώσιμη μορφή σελίδας   Προσθήκη σελίδας στα Αγαπημένα 
Πείτε τη γνώμη σας για το άρθρο
©1998-2024, Έδρα Εκπαίδευσης, Ι.Π.Ε.Τ.
 
Επιστροφή
Δημοσιεύθηκε την: 14.09.2006 19:00:01
 
Αναγνώσθηκε 1074 φορές