Φορέων Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης

Ανδρέας Τσολακόπουλος σχολικός σύμβουλος Δ.Ε.


 


Η ΠΟΙΟΤΗΤΑ ΚΑΙ Η ΠΟΣΟΤΗΤΑ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ


Άλλη μια θεώρηση


Το να έχει κανείς κάποια άποψη είναι απόλυτα σεβαστό, γιατί αυτή είναι κι η ατομική του αντίληψη, έστω κάποια στιγμή, επειδή βρίσκεται σ’ ένα συγκεκριμένο σημείο και «βλέπει» το θέμα σαν ένα γεγονός (είτε φορά έγχρωμα γυαλιά, είτε το οπτικό του πεδίο είναι περιορισμένο ή ευρυγώνιο κλπ).


Γι αυτό, εξάλλου, όλες οι απόψεις είναι σεβαστές, ως πραγματικές προσωπικές εικόνες, αλλά, όπως είναι φυσικό, δεν μπορεί να είναι και από όλους παραδεκτές, γιατί ο καθένας μπορεί να βρίσκεται σε άλλες συνθήκες, ακόμη και στην ίδια χωροχρονική στιγμή και να «βλέπει» διαφορετικά.


Για να διατυπώσει, όμως, κανείς μία γνώμη (γνώση) για κάποιο ζήτημα, πρέπει να το έχει ερευνήσει και να το έχει μελετήσει σε βάθος, όσο γίνεται σφαιρικότερα (με περισσότερες απόψεις), αλλά και πάλι θα μείνουν και μερικές «γωνίες» ανεξερεύνητες.


Πολλοί «ειδικοί», οι οποίοι, όμως, ρυθμίζουν και τη ζωή μας κατά κάποιο τρόπο καθοριστικό, μέσα από προσωπικά τους και μόνο βιώματα, αναπλάθουν οράματα, π.χ. για την εκπαίδευση, χωρίς να έχουν επίγνωση της κατάστασης.


Τα οράματα, όμως (ακόμη κι οι αγαθές προθέσεις), όταν δε συνοδεύονται από γνώση, ικανότητα κι αποτελεσματικότητα, είναι ουτοπία.


Είναι βρύση χωρίς νερό.


Τα τελευταία χρόνια διαπιστώνουμε ότι οι μαθητές μας δε γνωρίζουν βασικές έννοιες και το προβάλουμε αυτό, συνεχώς, στα μέσα επικοινωνίας, χωρίς να εξετάσουμε τις ρίζες του «κακού».


Και ακούει κανείς από επίσημα χείλη το παρακάτω σχιζοφρενικό, που εξετάζοντάς το φαινομενικά και αόριστα είναι ελκυστικό:


Να προωθήσουμε την ποιότητα στην εκπαίδευση, παρά την ποσότητα (σύγκριση ανόμοιων!), εννοώντας και υιοθετώντας την εισαγωγή, όσο γίνεται και περισσότερης ποσότητας ύλης (που την μεταφέρουμε αυτούσια από τα πανεπιστήμια!), την οποία θα ελέγχουμε κι όλας, αν εμπεδώθηκε από όλους τους μαθητές, ανεξάρτητα από τα ενδιαφέροντα, τις κλίσεις και τις ιδιαιτερότητές τους.


Κι αυτός ο έλεγχος, τις περισσότερες φορές, είναι καταλυτικός για το μέλλον των μαθητών μας.


Πόσοι δυστυχισμένοι πολίτες «παράγονται», γιατί δεν μπόρεσαν να εισαχθούν στην πρώτη επιλογή τους, π.χ. στην τριτοβάθμια εκπαίδευση και κατάντησαν στην 50η προτίμησή τους;


Πόσα μαθηματικά π.χ. φαινόμενα χάθηκαν από την επιστημονική κοινότητα, γιατί έγραψαν ένα μόριο λιγότερο στη χημεία λ.χ., που δε διδάσκεται στο μαθηματικό τμήμα;


Ένα σχετικό πείραμα μπορεί να μας πείσει για τις αδιάβλητες κι αντικειμενικές εξετάσεις, που, ωστόσο, δεν έχουν ίχνος αξιοκρατίας και κύρους.


Ένας αριστούχος πτυχιούχος (εκ του αποτελέσματος) είναι σχεδόν βέβαιο ότι δεν μπορεί να εισαχθεί στη σχολή από την οποία αποφοίτησε με άριστα!


Το εξεταστικό σύστημα είναι μετέωρο και μάλιστα αντιοικονομικό


(αφού μόνο οι εισαγωγικές στοιχίζουν όσο οι βασικές λειτουργικές δαπάνες όλων των πανεπιστημίων).


Προτείνουμε ιστορία 800 σελίδων, διδάσκουμε υψηλές αναλύσεις λογοτεχνικών κειμένων και τριγωνομετρικές συναρτήσεις (π.χ. ακόμα και στην υποχρεωτική εκπαίδευση, όπου ο απόφοιτος, αυτοτελώς, πρέπει να είναι υποψιασμένος πολίτης κι όχι ημιμαθής και έρμαιο των αετονύχηδων) και στο τέλος, ακόμη κι ο απόφοιτος του λυκείου, δεν μπορεί να γράψει σωστά το όνομά του, να κάνει μια απλή πράξη, ή να απαντά ότι την 28η Οκτωβρίου έχουμε την επέτειο της απελευθέρωσης από τους Τούρκους!


Ξέχωρα με το πρόβλημα του τεχνοαναλφαβητισμού, που κυριαρχεί στην Ελληνική νοοτροπία, αλλ’ αυτό αναλύθηκε σε άλλο σημείωμά μας.


Μην έχουμε αυταπάτες, όμως.


Από μια τάξη 30 μαθητών, μας παρακολουθούν, κάθε φορά, ελάχιστοι (κι ας μας βλέπουν όλοι στα μάτια), γιατί έχουν τα δικά τους (εφηβικά κυρίως) προβλήματα και στοχασμούς και δεν τους ενδιαφέρουν όλα, όσα εμείς προγραμματίσαμε γι αυτούς, να τα μάθουν με τη βία και αναγκαστικά, χωρίς να τους ρωτήσουμε ή να τους πείσουμε, αν είναι χρήσιμα ή ικανοποιούν τις ανάγκες όλων.


Είναι εξ υποθέσεως αδιάφοροι επισκέπτες, οπότε ο ρόλος μας, ως εκπαιδευτικών, είναι να τους δίνουμε συνεχώς ερεθίσματα και κίνητρα να μας προσέξουν περισσότερο, αλλ’ αυτό δεν προλαβαίνουμε να το κάνουμε, για όλα τα αντικείμενα.


Πρέπει να δίνουμε προτεραιότητα στα βασικά και στις αναλλοίωτες και διαχρονικές γνώσεις κλειδιά, που είναι προαπαιτούμενες για όλους και μετά ή στο στάδιο της εμπέδωσης της διδασκαλίας μας ή σε μαθήματα επιλογής, να προσθέτουμε και άλλες γνώσεις με διαβαθμισμένη δυσκολία, ώστε να ικανοποιούνται περισσότερες ιδιαιτερότητές τους.


Οι μαθητές πρέπει να βιώσουν, όλοι (και με τη βοήθεια της ενισχυτικής κλπ) την κεντρική ιδέα του κάθε μαθήματος που θα τους είναι εφαλτήριο για την παραπέρα πρόοδό τους, τουλάχιστον την κοινωνική.


Δε χρειάζεται να βγει όλη η ύλη! Τις λεπτομέρειες τις εκθέτει πολύ καλύτερα το βιβλίο.


Ρωτήσαμε μια νεαρή δημοσιογράφο, που αποφοίτησε με άριστα από το πανεπιστήμιο και είχε 20 στα μαθηματικά του λυκείου, που τελείωσε πριν 5 χρόνια, να μας πει ποιο είναι το πηλίκο του 5 δια του μισού και νόμιζε ότι της μιλούσαμε στα Κινέζικα! Τι της έμεινε από το άριστα;


Φυσικά, της έμεινε μόνο η «διαπαιδαγώγηση» (και η διέγερση, έστω, της κριτικής σκέψης), μέσα από την επικοινωνία της τάξης, που θα πρέπει να τονιστεί, με την ευκαιρία, ότι δεν υπάρχουν παιδαγωγικά μαθήματα, αλλά μέσα από την κάθε διδασκαλία και με την αποκλειστική ευθύνη του εκάστοτε εκπαιδευτικού, διαπαιδαγωγούνται οι μαθητές (και μάλιστα περισσότερο, μέσα από τα τεχνολογικά μαθήματα, που κακώς, από μερικούς, θεωρούνται ότι στοχεύουν μόνο στην κατάρτιση).


Είναι ματαιότητα πλέον να προσπαθούμε, με κόπο και άγχος να παρακολουθήσουμε την εκρηκτική αύξηση των γνώσεων, γιατί οι περισσότερες απ’ αυτές τις γνώσεις απαξιώνονται, πρακτικά, με γρήγορους ρυθμούς (αφού, εξάλλου, μπορούμε να τις βρούμε αμέσως στις τράπεζες πληροφοριών κλπ), οπότε, το ζητούμενο δεν είναι η ποσότητα της γνώσης, που μερικοί την εννοούν ως το κριτήριο της αναβάθμισης της ποιότητας της εκπαίδευσης.


Πρέπει οι μαθητές να μυηθούν στη μάθηση, αλλά και να βιώσουν τα θεμελιώδη.


Και να δεχτούμε, επιτέλους, ότι η νοημοσύνη δεν αφορά μόνο στη λογικομαθηματική και τη γλωσσική δυνατότητα ή ικανότητα του ατόμου, αλλά ότι αυτή είναι πολλαπλή και με άλλες δεξιότητες.


Κάθε επάγγελμα είναι αξιοπρεπές, αρκεί να το κάνεις σωστά και να είσαι ευχαριστημένος γι αυτό.


Με την κατάργηση των μονοθέσιων Δημοτικών σχολείων δε βελτιώθηκε η κατάσταση, παρά τους παλαιότερους ισχυρισμούς μας για άνιση μεταχείριση.


Μπορεί, τυπικά ο μαθητής να «έκανε» μόνο μία ώρα μάθημα τη μέρα, αλλά όταν ο δάσκαλος επαναλάμβανε τα βασικά στις μικρότερες τάξεις, αυτά εμπεδώνονταν από τους μεγαλύτερους, που μελετούσαν εκείνη την ώρα τη δική τους ύλη, αλλά «άκουγαν», συγχρόνως και τη διδασκαλία των μικρότερων τάξεων και ουσιαστικά βίωναν τα βασικά που χρειάζονταν, για να προχωρήσουν στο Γυμνάσιο κλπ.


Δεν ισχυριζόμαστε την επάνοδο στα παλαιά, αλλά υπάρχει τρόπος να γυρίσει ο δάσκαλος, το πρωταρχικό πολιτιστικό κύτταρο, πίσω στο χωριό (με κίνητρα), για τις απογευματινές ώρες και για άλλες δραστηριότητες, στο κτίριο, που έμεινε ορφανό και μόνο και για να ζωντανέψει και το χωριό.


Εμείς, όμως, τι κάνουμε; Μεταφέρουμε όλη την υπάρχουσα επιστημονική γνώση στην πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση, για να δείξουμε ότι τα ξέρουμε όλα, προσδοκώντας να παράγουμε μικροεπιστήμονες, συγχρόνως, για όλες τις ειδικότητες!


Να βγάλουμε, παράλληλα και με το «στανιό» και φυσικομαθηματικούς και φιλόλογους και νομικούς κλπ!, ανεξάρτητα από τα ιδιαίτερα ταλέντα των μαθητών.


Κι αναρωτιέται κανείς, τι ρόλο θα παίξουν τα πανεπιστήμια!


Τελευταία εφεύραμε και τη βάση στις περιττές και εφήμερες γνώσεις για να τυραννούμε τα παιδιά, αλλά αυτή η βάση θα είναι διαφορετική για τις διάφορες σχολές! Αν δεν την «πιάσεις» δεν εισάγεσαι πουθενά, ενώ αν την «πιάσεις», δεν εισάγεσαι απαραίτητα κι εκεί που θέλεις!


Οι ξένοι έχουν ορθάνοικτες τις πόρτες και «ψάχνουν» για κείνους τους ελάχιστους, που θα «σώσουν» την ανθρωπότητα, αλλά και να δημιουργούν ευτυχισμένους και όχι νευρωτικούς ανθρώπους.


Εμείς, καλλιεργούμε τον απαγορευμένο καρπό και ξύνουμε τις αρρωστημένες νοοτροπίες της πτυχιομανίας μας, με αποτέλεσμα, ο κάθε γονιός να νιώθει την ηθική υποχρέωση, ακόμη και με ενέσεις, να στείλει το παιδί του στο πανεπιστήμιο.


Αλλά η φύση εκδικείται, γιατί ήδη οι θέσεις είναι περισσότερες από τους υποψήφιους.


Σε λίγο τα Ιδρύματα θα ψάχνουν σπουδαστές και θα διαφημίζουν τις παροχές τους.


Χρειάζεται, όμως κι η αυτοκριτική μας.


Τι κάνουμε να εμπεδώσουν όλοι οι μαθητές τα βασικά και να πιάσουν τη «βάση»;


Μπορεί να φαίνεται παράλογο και κόντρα στο κατεστημένο, αλλά η δευτεροβάθμια (και φυσικά η πρωτοβάθμια) πρέπει ν’ αποκοπεί από την καθαρή επιστημονική γνώση, αυτή καθαυτή και να αντικατασταθεί από την εφαρμογή της επιστήμης, δηλαδή με την τεχνολογία του κάθε μαθήματος.


Να διδάσκεται η τεχνολογία των Ελληνικών, της ιστορίας, των μαθηματικών και όλων των άλλων μαθημάτων, που θα είναι βασικά για τον λειτουργικό αλφαβητισμό των μαθητών και που θα χρησιμοποιηθούν ως υπόβαθρο για τη συνέχιση των αντίστοιχων σπουδών τους.


Όλοι οι πολίτες να αποκτούν τις θεμελιώδεις γνώσεις και δεξιότητες, υποχρεωτικά (με ενισχυτική, άλλη αντισταθμιστική κλπ) και να προάγονται ακώλυτα, γιατί εξαιτίας των περιττών και εφήμερων γνώσεων, σε βάρος των βασικών (ακόμα και η πρόσθετη διδακτική στήριξη γίνεται για την προετοιμασία των εξετάσεων) οι μαθητές χάνουν την αυτοπεποίθησή τους, απογοητεύονται (μερικοί τους λένε και βλάκες) και στο τέλος διακόπτουν τις προσπάθειές τους.


Πηγαίνουν στο Λύκειο ή στην ΤΕΕ και δεν έχουν τις προαπαιτούμενες βάσεις, ενώ «διδάχτηκαν» άλλα «ανώτερα» πράγματα.


Τα μαθήματα, φυσικά, δε θα υπερβαίνουν τα οκτώ και θα είναι διαθεματικά και διεπιστημονικά.


(ενώ εμείς κατακερματίζουμε την ύλη, για να ικανοποιήσουμε άσκοπες συντεχνιακές επιθυμίες).


Αν δε γνωρίζεις τους μαθητές δεν μπορείς και να τους διδάξεις. Είναι απαράδεκτο να υπάρχουν ακόμη τα μονόωρα, τα δίωρα και τα τρίωρα. Γιατί να διδάσκονται οι μαθητές π.χ. από μία ώρα χημεία ή θρησκευτικά κλπ σε όλες τις τάξεις και δεν μεταφέρονται όλες οι ώρες σε μία τάξη; Ποιον θίγει;


Ασφαλώς τη στενοκεφαλιά μας. Οι «εγκέφαλοι» προτείνουν μεταρρυθμίσεις στο κέλυφος της εκπαίδευσης (εξωτερικά), με τις μεταβολές στη διάρθρωση και στις ονομασίες, που είναι χωρίς ουσία και παραγνωρίζουν την εσωτερική μεταρρύθμιση (με τα αναλυτικά προγράμματα, τα βιβλία, τη λειτουργία των θεσμών, την επιμόρφωση και το διπλασιασμό των μισθών των εκπαιδευτικών, που θα είναι αυστηρά αποκλειστικής απασχόλησης).


Ποιότητα στην εκπαίδευση, επομένως, εννοούμε την επιλογή της κρίσιμης (ελάχιστης) μάζας της ύλης, ως αυτονόητης προϋπόθεσης, αλλά ο στόχος είναι η ποσότητα στην εκπαίδευση, το έργο και η αποτελεσματικότητα, με την έννοια όχι τον όγκο της ύλης, αλλά το πλήθος των αποδεκτών της, δηλαδή τη μαζικοποίησή της. Όσο γίνεται, να μην υπάρχουν φραγμοί (με τις αναξιοκρατικές εξετάσεις, βασικά) και να εκπαιδεύονται όσο γίνεται περισσότεροι μαθητές.


Τελευταία, μας προέκυψε και άλλο «φρούτο» με την πρόταση για την ενιαία δωδεκάχρονη υποχρεωτική εκπαίδευση, λες και εμποδίζεται κανείς να φοιτήσει σήμερα στο λύκειο.


Ποιον κοροϊδεύουμε; Αυτοί που διακόπτουν, το κάνουν , παρά την ποινικοποίηση, πολύ νωρίτερα και θα συνεχίσουν να το κάνουν, γιατί οι βάσεις τους είναι μετέωρες. Τι κάνουμε γι αυτούς;


Γιατί δε φροντίζουμε για τη βασική, κυριολεκτικά, προσχολική αγωγή τους;


Ενώ γνωρίζουμε ότι τα πάντα διαμορφώνονται μέχρι το 6ο έτος της ηλικίας μας, εμείς εξαγγέλλουμε, υποκριτικά, ίσες ευκαιρίες, χωρίς, όμως, να φροντίσουμε για τις ίδιες αφετηρίες.


Όταν ένα παιδάκι συνήθισε να περπατά ξυπόλυτο στ’ αγκάθια μέχρι ν’ αρχίσουν οι ίσες ευκαιρίες από την πρώτη Δημοτικού, πώς θα καθίσει αυτό στα ίδια θρανία με τα υπόλοιπα;


Θα απογοητευτεί και θα διακόψει, πολύ νωρίς, με όλες τις κοινωνικές, τουλάχιστον, συνέπειες.


Ας φροντίσουμε, επομένως, για την αγωγή του παιδιού από την ώρα που γεννιέται (αλλά και νωρίτερα) ιδρύοντας ανοικτούς κρατικούς βρεφονηπιακούς σταθμούς (με δύο βρέφη ανά νηπιοκόμο και όσοι έχουν χρήματα, ας τα στείλουν στα ιδιωτικά), με σύγχρονη επιδότηση της παρουσίας του ενός γονιού, σε παράλληλη τάξη γονέων και να δούμε πώς κλείνουν φυλακές και δικαστήρια!


Δε μελαγχολούμε, αλλά αγωνιζόμαστε κι ελπίζουμε, να βρεθεί κάποτε ο αναμορφωτής, που θα πλαισιωθεί από ικανούς εισηγητές, για να κάνει την πραγματική μεταρρύθμιση.


Έτσι θα προστεθεί και όραμα στην εκπαίδευση, όχι μόνο να παρακολουθεί τα κοινωνικά δρώμενα, ακολουθώντας και ασθμαίνοντας, αλλά να βελτιώνει και την κοινωνία.


Η ποιότητα, ως προς την επιλογή της κρίσιμης ύλης, είναι η προϋπόθεση και η ποσότητα, ως προς τον αριθμό των εκπαιδευόμενων, είναι ο στόχος της εκπαίδευσης.


Ανδρέας Τσολακόπουλος
6945273082



Αποστολή σελίδας   Εκτυπώσιμη μορφή σελίδας   Προσθήκη σελίδας στα Αγαπημένα 
Πείτε τη γνώμη σας για το άρθρο
©1998-2024, Έδρα Εκπαίδευσης, Ι.Π.Ε.Τ.
 
Επιστροφή
Δημοσιεύθηκε την: 05.01.2006 00:00:00
 
Αναγνώσθηκε 662 φορές