Διαφόρων Φορέων

Πρωτοβουλία Εκπαιδευτικών σε Ειδική Άδεια Υπηρεσιακής Εκπαίδευσης

 


Αγαπητή Έδρα

 

Το ΣΝ "Αύξηση των συντάξεων του Δημοσίου και άλλες διατάξεις" προβλέπει τη δικαίωση ενός μακροχρόνιου αγώνα στον οποίο και σεις σταθήκατε στο πλευρό μας.

Με το άρθρο 7 προβλέπεται η καταβολή του Κινήτρου απόδοσης στους εκπαιδευτικούς που βρίσκονται σε εκπαιδευτική άδεια και η αναδρομική ισχύς της διάταξης από 1-1-04. Αυτό σημαίνει ότι θα επιστραφεί στους δικαιούχους όλο το ποσό που παρακρατήθηκε.

 

Συμπεριλαμβάνουμε στο σχέδιο νόμου και μικρό μόνο μέρος της εισηγητικής έκθεσης που αφορά το άρθρο 7.

Παρακαλούμε για την ενημέρωση του εκπαιδευτικού κόσμου με όποιο τρόπο εσείς νομίζετε πρόσφορο.

 

Για την ΠΕΣΕΑΥΕ 

Αντώνης Ν. Μπέσιος

 

 

 

ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ

 

Αύξηση συντάξεων  Δημοσίου  και άλλες διατάξεις.

 

 

΄Αρθρο 1

Αύξηση επιδόματος εξομάλυνσης

 

1.   α. Το επίδομα εξομάλυνσης της περιπτ. α’ της παρ. 1 του άρθρου 29 του Ν.2768/1999 (ΦΕΚ 273Α’) από 1η Ιανουαρίου 2005 καταβάλλεται ως εξής:

 

Για σύνταξη                                             μέχρι     308€      Επίδομα     15€

 

          »               από    308,01€                 »       456€           »            17€

 

          »                  »     456,01€                  »       761€           »            27€

 

          »                  »     761,01€                 »     1.100€           »            45€

 

          »                 »    1.100,01€                »     1.300€           »            46€

 

          »                  »   1.300,01€                »     1.500€           »            47€

       

          »                  »   1.500,01€                »     1.800€           »            48€

 

          »                  »   1.800,01€                »     2.100€           »            49€

 

          »                  »   2.100,01€                »     2.400€           »            50€

 

          »                  »   2.400,01€                »     3.000€           »            51€

 

         »                   »   3.000,01€                 »    3.500€           »            53€

 

         »                   »   3.500,01€ και άνω                                »            55€

 

            β. Εφόσον το δικαιούμενο, σύμφωνα με τις διατάξεις της προηγούμενης περίπτωσης, επίδομα εξομάλυνσης είναι μικρότερο αυτού που καταβαλλόταν την 31η Δεκεμβρίου 2004, η διαφορά διατηρείται ως προσωπική και αμεταβίβαστη.  

2.         Οι διατάξεις του πρώτου εδαφίου της παρ. 5 του άρθρου 55 του Κώδικα Πολιτικών και Στρατιωτικών Συντάξεων (Π.Δ. 166/2000 ΦΕΚ 153Α’), όπως ισχύουν,  αντικαθίστανται  από 1η Ιανουαρίου 2005 ως εξής:

            «5. Το κατώτατο όριο σύνταξης ή βοηθήματος των συνταξιούχων και βοηθηματούχων του Δημοσίου γενικά, καθορίζεται, χωρίς το συνυπολογισμό του επιδόματος εξομάλυνσης καθώς και του τυχόν καταβαλλόμενου επιδόματος ανικανότητας, σε ποσοστό σαράντα τρία επί τις εκατό (43%) του μηνιαίου βασικού μισθού του εισαγωγικού μισθολογικού κλιμακίου της ΔΕ κατηγορίας, όπως ισχύει κάθε φορά».

3.         Οι διατάξεις του πρώτου εδαφίου της παρ. 2 του άρθρου 18 του Κώδικα Συντάξεων Προσωπικού Σιδηροδρόμων (Π.Δ. 167/2000 ΦΕΚ 154Α’), αντικαθίστανται από 1η Ιανουαρίου 2005 ως εξής:

            «2. Το κατώτατο όριο σύνταξης ή βοηθήματος των συνταξιοδοτούμενων από το Δημόσιο σιδηροδρομικών συνταξιούχων και βοηθηματούχων, καθορίζεται, χωρίς το συνυπολογισμό του επιδόματος εξομάλυνσης καθώς και του τυχόν καταβαλλόμενου επιδόματος ανικανότητας, σε ποσοστό σαράντα τρία επί τις εκατό (43%) του μηνιαίου βασικού μισθού του εισαγωγικού μισθολογικού κλιμακίου της ΔΕ κατηγορίας, όπως ισχύει κάθε φορά».

4. Τα ποσά των περιπτώσεων α’, β’  και γ’ της παρ. 7 του άρθρου 1 του Ν.2592/1998 (ΦΕΚ 57Α’), όπως ισχύουν, αυξάνονται από 1η Ιανουαρίου 2005 σε 93, 166, και 238, ΕΥΡΩ, αντίστοιχα.

5.         Οι διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου 88 του Κώδικα Πολεμικών Συντάξεων (Π.Δ. 168/2000 ΦΕΚ 155/Α’), όπως ισχύουν, αντικαθίστανται  από 1η Ιανουαρίου 2005 ως εξής:

            «1. Η βασική μηνιαία πολεμική σύνταξη ανικανότητας που αναγνωρίζεται στους ανάπηρους πολέμου οπλίτες, των οποίων η σύνταξη δεν κανονίζεται με βάση το μισθό ενεργείας, είναι ίση με (1,206%) του μηνιαίου βασικού μισθού του λοχαγού, όπως αυτός ισχύει κάθε φορά, ανά εκατοστό ανικανότητας.»

6.      Ειδικά για το έτος 2005 και μόνο για τον υπολογισμό της σύνταξης, τα ποσά των περιπτώσεων α’, β’ και δ’ της παρ. 1 του άρθρου 10 του Ν.3075/2002 (ΦΕΚ 297Α’), λαμβάνονται υπόψη αυξημένα σε  ποσοστό  3,6%. Το ίδιο ισχύει και για τα ποσά των παρ. 2, 3  περ. ζ’ , 5 και 6, του άρθρου 30 του Ν.3205/2003 (ΦΕΚ 297Α’), τα οποία λαμβάνονται υπόψη για τον υπολογισμό της βουλευτικής σύνταξης.

 

΄Αρθρο 2

Επιστροφή ειδικής μηνιαίας εισφοράς συνταξιούχων Δημοσίου και φορέων Κύριας και Επικουρικής Ασφάλισης

 

1.         Tα ποσά  της ειδικής μηνιαίας εισφοράς υπέρ του Δημοσίου, που παρακρατήθηκαν κατά το χρονικό διάστημα από 1 Ιανουαρίου 2001 μέχρι 30 Ιουνίου 2004 από τις συντάξεις των συνταξιούχων του Δημοσίου, σύμφωνα  με τις διατάξεις του άρθρου 20 του Ν. 2084/1992 (ΦΕΚ 165 Α΄), όπως αντικαταστάθηκαν με τις διατάξεις του άρθρου 26 του Ν. 2592/1998 (ΦΕΚ 254 Α΄) και τροποποιήθηκαν με τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 3 του Ν. 3234/2004 (ΦΕΚ 52 Α’), η οποία καταργήθηκε από 1 Ιουλίου 2004 με τις διατάξεις του άρθρου 1 του Ν. 3245/2004 (ΦΕΚ 110Α΄), επιστρέφονται από 1 Ιουλίου 2006,  ως εξής:

 

Για συνολικό ποσό επιστροφής  μέχρι 200,00€, εφάπαξ. 

Για ποσό από 200,01€ έως 300,00€, σε δύο ισόποσες εξαμηνιαίες δόσεις.

Για ποσό από 300,01€ έως 400,00€, σε τρεις ισόποσες εξαμηνιαίες δόσεις.

Για ποσό από 400,01€ έως 500,00€, σε τέσσερις ισόποσες εξαμηνιαίες δόσεις.           

Για ποσό από 500,01€ και άνω, σε  πέντε ισόποσες εξαμηνιαίες δόσεις.      

                             

2.         Οι διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου έχουν εφαρμογή και για τις συντάξεις των υπαλλήλων των Ν.Π.Δ.Δ. που διέπονται από το ίδιο με τους δημοσίους υπαλλήλους συνταξιοδοτικό καθεστώς είτε αυτές βαρύνουν το Δημόσιο είτε τους οικείους φορείς, καθώς και για τις συντάξεις των σιδηροδρομικών υπαλλήλων και των υπαλλήλων των ασφαλιστικών Ταμείων του προσωπικού των σιδηροδρομικών δικτύων, που διέπονται από το καθεστώς του Ν.Δ. 3395/1995 (ΦΕΚ 276 Α΄).        

3.         Τα ποσά της ειδικής μηνιαίας εισφοράς υπέρ του Λογαριασμού Αλληλεγγύης Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης (Λ.Α.Φ.Κ.Α) που παρακρατήθηκαν κατά το χρονικό διάστημα από 1 Ιανουαρίου 1999 μέχρι 30 Ιουνίου 2004 από τις συντάξεις των συνταξιούχων των φορέων Kύριας και Επικουρικής Ασφάλισης, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 60 του Ν. 2084/1992, όπως αντικαταστάθηκαν με τις διατάξεις των άρθρων 25 παρ. 3 του Ν. 2556/1997 (ΦΕΚ 270 Α΄) και 39 του Ν. 2956/2001 (ΦΕΚ 258 Α΄) και τροποποιήθηκαν με τις διατάξεις της παρ. 8 του άρθρου 4 του Ν. 3029/2002 (ΦΕΚ 160 Α΄), η οποία καταργήθηκε από 1 Ιουλίου 2004 με τις διατάξεις του άρθρου 1 του Ν. 3245/2004, επιστρέφονται σύμφωνα με την παρ. 1.

4.         Ποσά που οφείλονται κατά τις διατάξεις των προηγούμενων παραγράφων, σε όσους συνταξιούχους πέθαναν, καταβάλλονται, σύμφωνα με όσα ορίζονται σε αυτές, στα δικαιούχα της σύνταξης πρόσωπα, και αν δεν υπάρχουν δικαιούχοι, στους κληρονόμους, εφόσον οι τελευταίοι υποβάλουν σχετική έγγραφη αίτηση μέσα σε ένα εξάμηνο από την ισχύ του νόμου αυτού.         

΄Αρθρο 3

Τροποποίηση και συμπλήρωση της συνταξιοδοτικής νομοθεσίας του

Δημοσίου

 

1.         α. Το τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 13 του άρθρου 1 του Κώδικα Πολιτικών και Στρατιωτικών Συντάξεων όπως αυτή είχε προστεθεί με την παράγραφο 8 περ. α΄ του άρθρου 10 του Ν.3075/2002,  αντικαθίσταται ως εξής:

            «Στον παραπάνω αξιούμενο χρόνο συνυπολογίζεται και ο χρόνος κατά τον οποίο οι ανωτέρω διετέλεσαν μετακλητοί Νομάρχες ή υπηρέτησαν ως μέλη του Ειδικού Επιστημονικού Προσωπικού Α’ βαθμίδας των παραπάνω αναφερομένων ανεξάρτητων διεθνών Ιδρυμάτων και Οργανισμών επί μία τετραετία και υπό τον όρο της εξαγοράς.»

            β. Η περ. β’ της παρ. 13 του άρθρου 15 του Κώδικα Πολιτικών και Στρατιωτικών Συντάξεων όπως αυτή είχε προστεθεί με την παράγραφο 8 περ. β΄ του άρθρου 10 του Ν.3075/2002,  αντικαθίσταται ως εξής:

            «β. Εφόσον τα πρόσωπα της προηγούμενης περίπτωσης έχουν και χρόνο υπηρεσίας που λογίζεται συντάξιμος κατά τις διατάξεις του Κώδικα αυτού ή χρόνο υπηρεσίας τεσσάρων ετών υπό τον όρο της εξαγοράς ως μέλη του Ειδικού Επιστημονικού Προσωπικού Α’ βαθμίδας σε ανεξάρτητα διεθνή Ιδρύματα και Οργανισμούς στους οποίους συμμετέχει και η Ελλάδα, η αμέσως ανωτέρω σύνταξή τους προσαυξάνεται κατά τόσα τριακοστά πέμπτα ποσοστού του μηνιαίου συντάξιμου μισθού της θέσης του Γενικού Γραμματέα κατά περίπτωση, όσα τα έτη της υπηρεσίας αυτής.»

 

2.         Τα πρώτα εδάφια των περιπτ. β΄ των παρ.1 των άρθρων 5 και 31 του Κώδικα Πολιτικών και Στρατιωτικών Συντάξεων  (Π.Δ. 166/2000),  τροποποιούνται ως εξής:

            « β. Τα παιδιά του υπαλλήλου που πέθανε έχοντας τις παραπάνω προϋποθέσεις, καθώς και του συνταξιούχου είτε αυτά γεννήθηκαν σε γάμο των γονέων τους είτε νομιμοποιήθηκαν, είτε είναι θετά, είτε αναγνωρίσθηκαν, είτε γεννήθηκαν χωρίς γάμο των γονέων τους από μητέρα υπάλληλο ή συνταξιούχο από δική της υπηρεσία, τα μεν κορίτσια αν είναι άγαμα, τα δε αγόρια μέχρι τη συμπλήρωση του 18ου έτους της ηλικίας τους εφόσον είναι άγαμα ή και μετά τη συμπλήρωση του 18ου έτους, εφόσον είναι άγαμα και ανίκανα για εργασία κατά ποσοστό 50% και άνω.»

 

 3.        Το τρίτο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 14 του Κώδικα Πολιτικών και Στρατιωτικών Συντάξεων, αντικαθίσταται ως εξής:

            «Σε περίπτωση απόλυσης για νόσο που δεν επιδέχεται θεραπεία, η συντάξιμη υπηρεσία του υπαλλήλου, εφόσον δεν ρυθμίζεται από το προηγούμενο εδάφιο, τερματίζεται με την πάροδο διμήνου από τη λήξη της τελευταίας αναρρωτικής άδειας, που έλαβε πριν από τη γνωμάτευση της οικείας Υγειονομικής Επιτροπής, ή της διαθεσιμότητας και σε περίπτωση που εξακολουθεί να εργάζεται, με την πάροδο διμήνου από την γνωμάτευση της προαναφερόμενης Υγειονομικής Επιτροπής, ανεξάρτητα από το χρόνο κοινοποίησης της απόλυσης ή την τυχόν προσφορά υπηρεσίας και την καταβολή μισθού πέρα από το δίμηνο.»

4.         α.  Οι διατάξεις των παρ. 3 των άρθρων 18 και 46 του Κώδικα Πολιτικών και Στρατιωτικών Συντάξεων καταργούνται και οι ακολουθούσες παράγραφοι αναριθμούνται αναλόγως.

            β.  Οι διατάξεις του άρθρου 97 του Κώδικα Πολεμικών Συντάξεων (Π.Δ. 168/2000) καταργούνται και τα ακολουθούντα άρθρα αναριθμούνται αναλόγως.

            γ.  Οι διατάξεις της παρ.3 του άρθρου 12 του Κώδικα Συντάξεων Προσωπικού Σιδηροδρομικών καταργούνται και οι ακολουθούσες παράγραφοι αναριθμούνται αναλόγως.

5.         Το τρίτο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 39 του Κώδικα Πολιτικών και Στρατιωτικών Συντάξεων, αντικαθίσταται ως εξής:

            «Σε περίπτωση απόλυσης για νόσο που δεν επιδέχεται θεραπεία, η συντάξιμη υπηρεσία των υπαλλήλων του άρθρου 27 εφόσον δεν ρυθμίζεται από το προηγούμενο εδάφιο, τερματίζεται με την πάροδο διμήνου από τη λήξη της τελευταίας αναρρωτικής άδειας, που έλαβε πριν από τη γνωμάτευση της οικείας Υγειονομικής Επιτροπής, ή της διαθεσιμότητας και σε περίπτωση που εξακολουθεί να εργάζεται, με την πάροδο διμήνου από τη γνωμάτευση της προαναφερόμενης Υγειονομικής Επιτροπής, ανεξάρτητα από το χρόνο κοινοποίησης της απόλυσης ή την τυχόν προσφορά υπηρεσίας και την καταβολή μισθού πέρα από το δίμηνο.»

6.         Το β΄εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 40 του Κώδικα Πολιτικών και Στρατιωτικών Συντάξεων, αντικαθίσταται ως εξής:

            «Επίσης λογίζεται διπλάσιος ο χρόνος υπηρεσίας των παραπάνω   που  διανύθηκε

στην Κορέα καθώς και στην Κύπρο κατά τα χρονικά διαστήματα που ορίζονται στις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 21 του Ν.2641/1998 (ΦΕΚ 211 Α’).»

7.         Στο τέλος της παραγράφου 9 του άρθρου 58 του Κώδικα Πολιτικών και Στρατιωτικών Συντάξεων προστίθεται εδάφιο ως εξής:

            «Επιτρέπεται επίσης η σύγχρονη καταβολή μέχρι δύο το πολύ συντάξεων σε άγαμα παιδιά ορφανά  και από τους δύο γονείς, μέχρι τη συμπλήρωση του 18ου έτους της ηλικίας τους ή και μετά τη συμπλήρωση του 18ου έτους εφόσον σπουδάζουν οπότε εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις της περ. δ’ της παρ. 1 του άρθρου 5 του Κώδικα αυτού ή είναι ανίκανα κατά ποσοστό 80% και άνω».

8.         Στο τέλος της παρ. 14 του άρθρου 58 του Κώδικα Πολιτικών και Στρατιωτικών Συντάξεων προστίθεται εδάφιο ως εξής:

            «Οι διατάξεις του προηγουμένου εδαφίου έχουν ανάλογη εφαρμογή και για τις       συντάξεις των υπαλλήλων του άρθρου 8 του Ν.2703/1999, (ΦΕΚ 72Α’) εφόσον αυτοί έχουν αποχωρήσει από την Υπηρεσία τους μέχρι 31-5-1999 ή αν πρόκειται για  συνταξιούχους από μεταβίβαση εφόσον οι δικαιοπάροχοι έχουν αναγνωρίσει το σχετικό δικαίωμα μέχρι την ίδια ημερομηνία.»

9.         Οι διατάξεις της περ. β’ της παρ. 1 του άρθρου 63 του Κώδικα Πολιτικών και Στρατιωτικών Συντάξεων καταργούνται.           

10.        Οι διατάξεις του πρώτου εδαφίου της παρ. 1 του άρθρου 64 του Κώδικα Πολιτικών και Στρατιωτικών Συντάξεων, αντικαθίστανται ως εξής:

            «1. Η σύζυγος και τα τέκνα αυτού που καταδικάστηκε για αδίκημα της περιπτ. β΄ του άρθρου 62 του Κώδικα αυτού, δικαιούνται με τους όρους αυτού του Κώδικα τη σύνταξη που τους ανήκει σαν αυτός που καταδικάστηκε να είχε πεθάνει και εφόσον ο ίδιος είχε αποκτήσει δικαίωμα με βάση τα έτη της υπηρεσίας του.»      

11.        Η περ. β΄της παρ. 3 του άρθρου 66 του Κώδικα Πολιτικών και Στρατιωτικών Συντάξεων καθώς και η περ β΄ της παρ. 5 του άρθρου 106 του Κώδικα Πολεμικών Συντάξεων καταργούνται και οι ακολουθούσες περιπτώσεις αναριθμούνται αναλόγως.

12.        Το πρώτο εδάφιο της παρ. 6 του άρθρου 66 του Κώδικα Πολιτικών και Στρατιωτικών Συντάξεων, όπως ισχύει, αντικαθίσταται  ως εξής:

            «6. Η πράξη κανονισμού σύνταξης και η απόφαση της Επιτροπής Ελέγχου Πράξεων Κανονισμού Συντάξεων υπόκεινται σε έφεση στο αρμόδιο Τμήμα του Ελεγκτικού Συνεδρίου, που ασκείται από τον Υπουργό Οικονομίας και Οικονομικών εντός έτους από την έκδοσή τους, καθώς και από εκείνον που έχει έννομο συμφέρον  εντός έτους από την κοινοποίησή τους.»

13.        Οι διατάξεις του πρώτου εδαφίου της παρ. 8 του άρθρου 66 του Κώδικα Πολιτικών και Στρατιωτικών Συντάξεων και της παρ. 3 του άρθρου 107 του Κώδικα Πολεμικών Συντάξεων, αντικαθίστανται ως εξής:

            «Υποθέσεις για συντάξεις που κρίθηκαν οριστικά και τελεσίδικα με τη διαδικασία των παραγράφων 1 έως και 7 αυτού του άρθρου, μπορούν να επαναφερθούν για εξέταση σε πρώτο βαθμό με αίτηση των ενδιαφερομένων ή του Διευθυντή της αρμόδιας Διεύθυνσης Ελέγχου και Εντολής Πληρωμής Συντάξεων, εφόσον αυτοί επικαλούνται αντίθετη αμετάκλητη απόφαση του Ελεγκτικού Συνεδρίου, που εκδόθηκε μετά τη χρονολογία έκδοσης της οριστικής πράξης ή απόφασης, η οποία προσβάλλεται.»

14.        Μετά το δεύτερο εδάφιο της παρ. 10 του άρθρου 66 του Κώδικα Πολιτικών και Στρατιωτικών Συντάξεων προστίθεται εδάφιο ως εξής:

            «Προκειμένου περί πράξεων αναπροσαρμογής συντάξεων που αποστέλλονται στους ενδιαφερομένους από τη Γενική Γραμματεία Πληροφορικών Συστημάτων, ως ημερομηνία κοινοποίησής τους θεωρείται η εξηκοστή ημέρα από την ημερομηνία που φέρουν οι πράξεις αυτές.»

15. Στο τέλος της παρ. 1 του άρθρου 66 του Κώδικα Πολιτικών και Στρατιωτικών Συντάξεων, προστίθεται εδάφιο ως εξής:

            « Η σύνθεση της Επιτροπής Ελέγχου Πράξεων Κανονισμού Συντάξεων καθώς και της Επιτροπής της παρ. 4 του άρθρου 14 του Κώδικα αυτού, ορίζεται με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών που εκδίδεται το μήνα Δεκέμβριο κάθε δεύτερου έτους.»

16.        Το πρώτο εδάφιο της περιπτ. β’ της παρ. 1 του άρθρου 35 του Κώδικα Πολεμικών Συντάξεων, αντικαθίσταται ως εξής:

            «β. Τα τέκνα είτε γεννήθηκαν σε γάμο των γονέων τους, είτε νομιμοποιήθηκαν, είτε είναι θετά, είτε αναγνωρίσθηκαν, τα μεν κορίτσια αν είναι άγαμα, τα δε αγόρια μέχρι τη συμπλήρωση του 18ου έτους της ηλικίας τους εφόσον είναι άγαμα ή και μετά τη συμπλήρωση του 18ου έτους της ηλικίας τους εφόσον είναι άγαμα και ανίκανα για εργασία κατά ποσοστό 50% και άνω.»

17.        Οι διατάξεις της παραγράφου 3 του άρθρου 83 του Κώδικα Πολεμικών Συντάξεων αντικαθίστανται ως εξής:

            «3. Οι ανάπηροι του άμαχου πληθυσμού, οι οποίοι συνταξιοδοτούνται σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 77 έως 80 του Κώδικα αυτού, εφόσον επικαλούνται επιδείνωση της κατάστασης της υγείας τους, που οφείλεται στην εξέλιξη της πάθησης για την οποία συνταξιοδοτήθηκαν, δικαιούνται με αίτησή τους να επανεξετασθούν από την Ανώτατη Στρατού Υγειονομική Επιτροπή  (ΑΣΥΕ). Οι επανεξετάσεις του προηγούμενου εδαφίου σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να είναι περισσότερες από δύο (2).»

18.        Στο τέλος του άρθρου 113 του Κώδικα Πολεμικών Συντάξεων, προστίθεται παρ. 5 ως εξής:

            «5. Οι περιορισμοί που αναφέρονται στις παρ. 1 έως 4 αυτού του άρθρου έχουν εφαρμογή και για τους λοιπούς συνταξιούχους των Ο.Τ.Α. και των άλλων νομικών προσώπων δημόσιου ή ιδιωτικού δικαίου, των οποίων οι συντάξεις καταβάλλονται από το Δημόσιο με βάση ειδικές διατάξεις. Στους περιορισμούς αυτούς δεν υπάγονται οι χορηγίες των δημάρχων και προέδρων κοινοτήτων, οι συντάξεις των υπαλλήλων του άρθρου 1 του Ν.1518/1985, καθώς και οι συντάξεις των σιδηροδρομικών υπαλλήλων εφόσον όλοι αυτοί έχουν αποχωρήσει από την Υπηρεσία τους μέχρι 31 Δεκεμβρίου 1984 ή αν πρόκειται για  συνταξιούχους από μεταβίβαση εφόσον οι δικαιοπάροχοι έχουν αναγνωρίσει το σχετικό δικαίωμα μέχρι την ίδια ημερομηνία.

      Οι διατάξεις του προηγούμενου εδαφίου έχουν ανάλογη εφαρμογή και για τις συντάξεις των υπαλλήλων του άρθρου 8 του Ν.2703/1999, εφόσον έχουν αποχωρήσει από την Υπηρεσία τους μέχρι 31-5-1999 ή αν πρόκειται για  συνταξιούχους από μεταβίβαση εφόσον οι δικαιοπάροχοι έχουν αναγνωρίσει το σχετικό δικαίωμα μέχρι την ίδια ημερομηνία.»

19.        Στο τέλος της παραγράφου 1 του άρθρου 122 του Κώδικα Πολεμικών Συντάξεων, προστίθεται εδάφιο ως εξής:

            «Με την ίδια διαδικασία, επιτρέπεται για μία μόνο φορά επανεξέταση από την Ανώτατη Στρατού Υγειονομική Επιτροπή (ΑΣΥΕ) και για τα πρόσωπα των διατάξεων των άρθρων 77 έως 80 του Κώδικα αυτού.»

20.    α. Οι διατάξεις της παρ. 3 του άρθρου 13 του Ν.2084/1992, αντικαθίστανται ως εξής:

            «Στους συνταξιοδοτούμενους λόγω ανικανότητας, παρέχεται και μηνιαίο προσωπικό και αμεταβίβαστο επίδομα ανικανότητας, σύμφωνα με τα οριζόμενα στις διατάξεις του άρθρου 54 του Κώδικα Πολιτικών και Στρατιωτικών Συντάξεων καθώς και της παρ. 23 του άρθρου 2 του Ν.3075/2002, κατά περίπτωση».

          β.  Η χορήγηση του επιδόματος ανικανότητητας στα πρόσωπα της προηγουμένης παραγράφου που έχουν αποχωρήσει από την Υπηρεσία μέχρι την ισχύ του νόμου αυτού, γίνεται οίκοθεν από την αρμόδια Διεύθυνση Συντάξεων του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους, τα δε οικονομικά αποτελέσματα αρχίζουν από την πρώτη του επομένου της ισχύος του νόμου αυτού, μήνα.

21.    Το πρώτο εδάφιο της παρ. 3 του άρθρου 17 του Ν.2084/1992, που αντικαταστάθηκε με την παρ. 3 του άρθρου 5 του Ν.2320/1995 (ΦΕΚ 133 Α’), αντικαθίσταται ως εξής:

            «3. Αν για κάποια από τις υπηρεσίες της προηγούμενης παραγράφου έχουν καταβληθεί ασφαλιστικές εισφορές σε άλλο ασφαλιστικό οργανισμό κύριας ασφάλισης, εφαρμόζονται ανάλογα οι διατάξεις του Ν.Δ/τος 4202/1961 (ΦΕΚ 175Α’), όπως αντικαταστάθηκαν, τροποποιήθηκαν και συμπληρώθηκαν με τις διατάξεις των άρθρων 10 και 11 του Ν.1405/1983 (ΦΕΚ 180Α’), 4 του Ν.1539/1985 (ΦΕΚ 64 Α΄),15 του Ν.1902/1990 (ΦΕΚ 138 Α’), 18 παρ. 3 του Ν.2079/1992 (ΦΕΚ 142 Α’) και 69 του παρόντος.»

22.        Οι διατάξεις της παραγράφου 7 του άρθρου 19 του Ν.2084/1992 όπως αυτές τροποποιήθηκαν με τις διατάξεις της παραγράφου 11 του άρθρου 1 του Ν.3029/2002, έχουν εφαρμογή και για τα πρόσωπα του άρθρου 3 του Π.Δ. 166/2000.

23.        Οι διατάξεις του άρθρου 4 του Ν. 3232/2004 (ΦΕΚ 48 Α’) έχουν εφαρμογή και για τα πρόσωπα των διατάξεων του Κώδικα Συντάξεων Προσωπικού Σιδηροδρόμων.

24.        Αν αναληφθούν ποσά σύνταξης από τον τραπεζικό λογαριασμό θανόντων συνταξιούχων, τα οποία έχουν πιστωθεί στο λογαριασμό αυτό κατά τον μετά το θάνατό τους χρόνο, αυτά καταλογίζονται σε βάρος των συνδικαιούχων του λογαριασμού και εισπράττονται σύμφωνα με τις διατάξεις του Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων. Προκειμένου για ποσά που υπερβαίνουν τα 3.000€, επιβάλλεται και πρόστιμο μέχρι του ποσού της σύνταξης τριών μηνών.

25.        Η τυχόν καταβαλλόμενη διαφορά της παρ. 2 του άρθρου 4 του Ν.2512/1997, (ΦΕΚ 138Α’), των παρ. 10 των άρθρων 1 και 4 καθώς και της παρ. 6 του άρθρου 24, του Ν.2592/1998, και  της περ. α’ της παρ. 8 του άρθρου 1 του Ν.2703/1999, διατηρείται μέχρι την εξάλειψή της από την αύξηση της σύνταξης λόγω αλλαγής των συνταξιοδοτικών στοιχείων υπολογισμού της.

 

΄Αρθρο 4

Συνταξιοδότηση χήρου συζύγου

Ασφαλιστικό καθεστώς μεταταγέντων υπαλλήλων

 

1.    Οι διατάξεις των Κωδίκων Πολιτικών, Στρατιωτικών και Πολεμικών Συντάξεων, Συντάξεων Προσωπικού Σιδηροδρόμων καθώς και του Ν.2084/1992, που αναφέρονται στη χήρα σύζυγο, έχουν ανάλογη εφαρμογή και για το χήρο σύζυγο.

2.         α. Υπάλληλοι του Δημοσίου ή των Ν.Π.Δ.Δ. ή των ανεξάρτητων αρχών ή των Ο.Τ.Α. α’ και β’ βαθμού ή των Ν.Π.Δ.Δ. των Ο.Τ.Α α’ και β’ βαθμού οι οποίοι μετατάσσονται ή μεταφέρονται υποχρεωτικά σε θέσεις Υπηρεσιών ή Φορέων που διέπονται από διαφορετικό ασφαλιστικό-συνταξιοδοτικό καθεστώς από αυτό στο οποίο υπάγονταν μέχρι τη μετάταξη ή μεταφορά τους, δύνανται, αντί της αυτοδίκαιης υπαγωγής τους στο ασφαλιστικό-συνταξιοδοτικό καθεστώς κύριας, επικουρικής ασφάλισης, πρόνοιας και υγειονομικής περίθαλψης που διέπει το αντίστοιχο προσωπικό της νέας τους θέσης, να διατηρήσουν το προηγούμενο της μετάταξης ή μεταφοράς τους ασφαλιστικό-συνταξιοδοτικό καθεστώς και όλη η εφεξής υπηρεσία τους στη νέα τους θέση θεωρείται ότι διανύεται στη θέση από την οποία προέρχονται. Η διατήρηση του προηγούμενου της μετάταξης ή μεταφοράς ασφαλιστικού-συνταξιοδοτικού καθεστώτος από τους υπαλλήλους του προηγούμενου εδαφίου γίνεται με ανέκκλητη δήλωσή τους που υποβάλλεται στην Υπηρεσία η το Φορέα στην οποία μετάσσονται ή μεταφέρονται. Η προθεσμία για την υποβολή της δήλωσης είναι τρείς (3) μήνες και αρχίζει για όσους μεν έχουν ήδη μεταταγεί ή μεταφερθεί, από την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού, για όσους δε πρόκειται να μεταταγούν ή μεταφερθούν, από την ημερομηνία έκδοσης της σχετικής πράξης μετάταξης ή μεταφοράς.

            β. Η ασφαλιστική-συνταξιοδοτική τακτοποίηση του προσωπικού που έχει μεταταχθεί ή μεταφερθεί προ της ισχύος του νόμου αυτού, όπου συντρέχει περίπτωση, γίνεται σύμφωνα με τα οριζόμενα από τις οικείες διατάξεις του κάθε φορέα.

            γ. Οι ασφαλιστικές εισφορές που προβλέπονται από τη νομοθεσία των φορέων κύριας, επικουρικής ασφάλισης, πρόνοιας και υγειονομικής περίθαλψης για την ασφάλιση του ανωτέρω προσωπικού καταβάλλονται του μεν εργοδότη από τις υπηρεσίες στις οποίες μετατάσσεται ή μεταφέρεται, του δε ασφαλισμένου από τον ίδιο.

            δ. Οι διατάξεις του άρθρου 5 του Ν.2320/1995 έχουν εφαρμογή, όπου συντρέχει περίπτωση, και για το προσωπικό της παραγράφου αυτής.

 

                                                                        ΄Αρθρο  5

Συνταξιοδότηση ανικάνων

 

1.         Οι διατάξεις του δεύτερου εδαφίου της παραγράφου 7 του άρθρου 15 καθώς και του δευτέρου εδαφίου της παρ. 6 του άρθρου 42 του Κώδικα Πολιτικών και Στρατιωτικών Συντάξεων, καταργούνται.

2.         Οι διατάξεις της παρ. 5 του άρθρου 54 του Κώδικα Πολιτικών και Στρατιωτικών Συντάξεων τροποποιούνται ως εξής:

            «5. Σ΄ αυτούς που συνταξιοδοτούνται γιατί έπαθαν εξαιτίας της υπηρεσίας: α) σπαστική ή υστερική παραπληγία, β) αχρηστία των δύο χεριών, γ) τραύμα του κρανίου που συνεπάγεται ανικανότητα 100% και δ) πολλαπλή αναπηρία από τις οποίες η μια 100% και οι υπόλοιπες τουλάχιστον 10%, καθώς και σε όσους έχουν δύο ή περισσότερες παθήσεις, καθεμία από τις οποίες συνεπάγεται αναπηρία 100%, παρέχεται και επίδομα που υπολογίζεται σε ποσοστό 30% στο μηνιαίο βασικό μισθό του λοχαγού, όπως αυτός ορίζεται από τις διατάξεις που ισχύουν κάθε φορά».

3.         Οι διατάξεις της παρ. 9 του άρθρου 54 του Κώδικα Πολιτικών και Στρατιωτικών Συντάξεων, καταργούνται.

4.         Στο τέλος του άρθρου 54 του Κώδικα Πολιτικών και Στρατιωτικών Συντάξεων, προστίθεται παράγραφος 11 ως εξής:

            «11. Το επίδομα της παραπάνω παραγράφου 5 δικαιούνται και τα πρόσωπα του προτελευταίου εδαφίου της περιπτ. α’ της παρ.1 του άρθρου 1 καθώς και αυτά του τέταρτου εδαφίου της περιπτ. α’ της παρ. 1 του άρθρου 26» .

5.         Οι συντάξεις που έχουν κανονιστεί αντίθετα από όσα ορίζονται στις διατάξεις του άρθρου αυτού αναπροσαρμόζονται οίκοθεν από τις αρμόδιες Διευθύνσεις Συντάξεων του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους, σύμφωνα με τις διατάξεις των προηγούμενων παραγράφων του άρθρου αυτού.

 

 

 

΄Αρθρο 6

΄Εκταση εφαρμογής – Οικονομικά αποτελέσματα

 

            Οι διατάξεις των προηγούμενων άρθρων εφαρμόζονται αναλόγως και για τους υπαλλήλους των Ο.Τ.Α. και των άλλων Ν.Π.Δ.Δ. που διέπονται από το ίδιο με τους δημοσίους υπαλλήλους συνταξιοδοτικό καθεστώς, είτε οι συντάξεις τους βαρύνουν το Δημόσιο είτε τους οικείους φορείς, καθώς και για το προσωπικό του Οργανισμού Σιδηροδρόμων Ελλάδος και των υπαλλήλων των ασφαλιστικών ταμείων του προσωπικού των Σιδηροδρομικών Δικτύων, που διέπονται από το καθεστώς του Ν.Δ. 3395/1955 (ΦΕΚ 276 Α’), εκτός εάν διαφορετικά ορίζεται στις επί μέρους διατάξεις.

            Οι διατάξεις των προηγούμενων άρθρων εφαρμόζονται και για τα πρόσωπα στα οποία έχουν συντρέξει οι προϋποθέσεις των διατάξεων αυτών κατά το παρελθόν και έχουν εξέλθει της Υπηρεσίας πριν από την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού, καθώς και για τις οικογένειες όσων από αυτούς έχουν πεθάνει.

            Τα οικονομικά αποτελέσματα από την εφαρμογή των προηγούμενων άρθρων και του παρόντος αρχίζουν από την ισχύ του νόμου αυτού, εκτός εάν διαφορετικά ορίζεται στις επί μέρους διατάξεις.

Άρθρο 7

Διοικητικές διατάξεις

 

1.             Το άρθρο 10 του Ν. 3205/2003 (ΦΕΚ 297 Α΄/2003)  καταργείται.

2.             α. Η παράγραφος 3 του άρθρου 12 του Ν. 3205/2003 (ΦΕΚ 297 Α΄) αντικαθίσταται ως εξής:

 «3. Το κίνητρο απόδοσης περικόπτεται σε κάθε περίπτωση αποχής του υπαλλήλου από τα καθήκοντά του, καθώς και σε περίπτωση θέσεως του υπαλλήλου σε αργία ή διαθεσιμότητα για οποιονδήποτε λόγο. Το κίνητρο απόδοσης εξακολουθεί να χορηγείται και κατά το διάστημα που οι υπάλληλοι τελούν στις ακόλουθες άδειες: κανονικές, συνδικαλιστικές, ειδικές, διευκόλυνσης υπαλλήλων με οικογενειακές υποχρεώσεις, μητρότητας και ανατροφής παιδιού, σε βραχυχρόνια αναρρωτική άδεια έως έξι (6) ημέρες κατ' έτος, καθώς και αυτής που χορηγείται από δημόσια νοσοκομεία, κέντρα υγείας του Δημοσίου, πανεπιστημιακές κλινικές, νοσηλευτικούς σχηματισμούς του Ι.Κ.Α. και ιδιωτικές κλινικές, εφόσον έχει προηγηθεί νοσηλεία σε αυτές, η οποία αποδεικνύεται με σχετικά παραστατικά στοιχεία (εισαγωγή, εξιτήριο κ.λπ.)».

               Η προηγούμενη διάταξη ισχύει από 1-1-2004.

               β. Στο τέλος του άρθρου 12 του Ν. 3205/2003 (ΦΕΚ 297 Α΄/2003)  προστίθεται παράγραφος 10 που ορίζει τα εξής:

«10. Σε περίπτωση συρροής αξιώσεων αποσπασμένων υπαλλήλων για καταβολή των οικονομικών παροχών, που προβλέπονται στις παραγράφους 8 και 9 του παρόντος άρθρου, όπως εκάστοτε ισχύουν και των παροχών, που εμπίπτουν στις παραπάνω διατάξεις, καταβάλλονται τα ποσά που προβλέπονται για τη μία μόνο θέση, κατ’ επιλογήν των υπαλλήλων. Η ρύθμιση αυτή έχει εφαρμογή και στους μετακλητούς υπαλλήλους.».

Απόσπασμα από την εισηγητική έκθεση

 

 Άρθρο 7

 

            Με το άρθρο αυτό επέρχονται ορισμένες τροποποιήσεις στο N. 3205/2003 (ΦΕΚ 297 Α΄/2003) προκειμένου να αντιμετωπιστούν θέματα που προέκυψαν κατά την εφαρμογή του.

 

Ειδικότερα:

 

1.-        Με την παράγραφο 1 καταργείται το άρθρο 10 του N. 3205/2003, διότι δημιούργησε ερμηνευτικά προβλήματα, αναφορικά με την έκταση εφαρμογής της διάταξης αυτής. 

 

2.-        Με την παράγραφο 2 α αντικαθίσταται η παράγραφος 3 του άρθρου 12 του N. 3205/2003, και ορίζεται ότι το κίνητρο απόδοσης δεν περικόπτεται σε περίπτωση απουσίας από την Υπηρεσία των υπαλλήλων λόγω χορήγησης των ειδικών αδειών των άρθρων 58, 59 και 60 του N. 2683/1999 (άδειες υπηρεσιακής εκπαίδευσης κ.λ.π.).

           Με την παράγραφο 2 β προστίθεται στο τέλος του άρθρου 12 του N. 3205/2003 παράγραφος, με την οποία ορίζεται ρητά ότι επί συρροής αξιώσεων δεν είναι δυνατή η καταβολή ποσών από περισσότερους του ενός ειδικούς λογαριασμούς, διαφορετικών φορέων, στο ίδιο  πρόσωπο, σύμφωνα και με πάγια δικαστηριακή νομολογία. Η διάταξη αυτή αφορά και τους μετακλητούς υπαλλήλους.

 

 

3.             Το πρώτο εδάφιο της παρ. 2 του άρθρου 16 του Ν. 3205/2003, αντικαθίσταται ως εξής :

«2. Η διαπίστωση και ο καθορισμός των ωρών υπερωριακής, νυκτερινής ή Κυριακών και εξαιρέσιμων ημερών απασχόλησης των υπαλλήλων που είναι αποσπασμένοι ή διατίθενται ή διορίζονται για την εξυπηρέτηση των κατωτέρω Γραφείων και καλύπτουν οργανικές θέσεις των Γραφείων αυτών, θα γίνεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, στη αρχή κάθε έτους και δεν μπορεί να υπερβαίνει τις : ».

               Η διάταξη αυτή ισχύει από 1-1-2004.

4.             Στο τέλος  του άρθρου 17 του Ν. 3205/2003 (ΦΕΚ 297 Α΄/2003) προστίθεται παράγραφος 7, που ορίζει τα εξής :

«7.           α. Σε ειδικές περιπτώσεις, κατά τις οποίες δεν είναι δυνατόν να χορηγηθεί αποζημίωση κατά συνεδρίαση ή κατά μήνα, μπορεί, με κοινή απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών και του καθ’ ύλην αρμόδιου Υπουργού, να καθορισθεί αποζημίωση ανά ώρα, έλεγχο ή αξιολογούμενο πρόγραμμα κ.λ.π., ανάλογα με τις κατά περίπτωση προκύπτουσες ανάγκες. Το συνολικό μηνιαίο ποσό της ανωτέρω αποζημίωσης δεν θα πρέπει να υπερβαίνει σε καμία περίπτωση το όριο της κατά μήνα αποζημίωσης, που προβλέπεται για τα μέλη  της παρ. 2 γ.

Ειδικές διατάξεις που ρυθμίζουν διαφορετικά τα ανωτέρω θέματα εξακολουθούν να ισχύουν.

               β. Οι μετέχοντες στην Επιτροπή Αναγνώρισης Διάρκειας Συντάξιμης Υπηρεσίας, (παρ. 4 του άρθρου 3 του Ν. 2320/1995 και παρ. 3 του άρθρου 8 του Ν. 2592/1998) και στην Επιτροπή Ελέγχου Πράξεων Κανονισμού Συντάξεων, (παρ. 4 του άρθρου 8 του Ν. 2592/1998), εμπίπτουν στις διατάξεις της παραγράφου 2 γ.»  

               Η διάταξη αυτή ισχύει από 1-1-2005.

5.             Στον Πρόεδρο και τα μέλη του Συμβουλίου Οικονομικών Εμπειρογνωμόνων (Σ.Ο.Ε.) καταβάλλεται ειδική μηνιαία αποζημίωση, το ύψος της οποίας καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια, καθορίζεται με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών.

6.             Η περίπτωση β΄ των παραγράφων 2, 3 και 4 του άρθρου 53 του Ν. 3205/2003 (ΦΕΚ 297 Α΄/2003)   αντικαθίσταται ως εξής :

«2. … β. από 1.1.2005 έως 31. 12.2005 ποσοστό 77%.

  3. … β. από 1.1.2005 έως 31.12.2005    ποσοστό 72%.

  4. … β. από 1.1.2005 έως 31.12.2005    ποσοστό 66%.

               Η διάταξη αυτή ισχύει από 1-1-2005.».    

 

΄Αρθρο 8

΄Εναρξη ισχύος

 

            Η ισχύς του νόμου αυτού αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εκτός αν διαφορετικά ορίζεται στις επί μέρους διατάξεις.



Αποστολή σελίδας   Εκτυπώσιμη μορφή σελίδας   Προσθήκη σελίδας στα Αγαπημένα 
Πείτε τη γνώμη σας για το άρθρο
©1998-2024, Έδρα Εκπαίδευσης, Ι.Π.Ε.Τ.
 
Επιστροφή
Δημοσιεύθηκε την: 14.09.2005 21:50:01
 
Αναγνώσθηκε 775 φορές