Διαφόρων Φορέων

  


ΟΜΟΙΟΤΗΤΕΣ ΚΑΙ ΔΙΑΦΟΡΕΣ ΣΤΟΝ ΤΡΟΠΟ ΜΑΘΗΣΗΣ


ΕΝΗΛΙΚΩΝ ΚΑΙ ΑΝΗΛΙΚΩΝ


 


 


ΕΙΣΑΓΩΓΗ


 


 


         Για τους τρόπους μάθησης των ενηλίκων έχουν διατυπωθεί πολλές θεωρίες και απόψεις. Θα προσπαθήσουμε να προσεγγίσουμε τις θεωρίες αυτές, να εξετάσουμε αν διαφέρει ο τρόπος μάθησης των ενηλίκων από τον τρόπο μάθησης των ανηλίκων, και να προσδιορίσουμε πόσο και γιατί διαφέρει.


         Για να φθάσουμε στις διαφορές στον τρόπο μάθησης ενηλίκων και ανηλίκων, πρέπει να καταλήξουμε στο τι είναι μάθηση και στον ορισμό του «ενήλικου».


 


ΟΡΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΜΑΘΗΣΗΣ


 


         Στην καθομιλουμένη, η λέξη «μάθηση» έχει τουλάχιστον δύο σημασίες. Υπάρχει, πρώτα, μια γενική που σημαίνει την αλλαγή, συχνά στις γνώσεις, αλλά και στη συμπεριφορά. «Συνάντησα τον κ. Χ σήμερα και έμαθα ότι έχασε τη δουλειά του». «Σήμερα προστέθηκε ένα νέο δρομολόγιο στα λεωφορεία. Αντιπρόσωπος του δήμου είπε ότι, κατά την άποψή του, το κοινό θα μάθει σύντομα να χρησιμοποιεί τις νέες διαδρομές». Αλλά υπάρχει και μια πιο συγκεκριμένη έννοια του ρήματος «μαθαίνω» που σημαίνει «απομνημονεύω, αποστηθίζω». «Πάρε αυτό το ποίημα στο σπίτι σου και μάθε το».


         Αυτό που εννοούμε συνήθως με την έννοια «μάθηση» είναι εκείνες οι σχεδόν μόνιμες αλλαγές που προξενούνται εκούσια στα πρότυπα δράσης, σκέψης και στα συναισθήματα του ανθρώπου. Υπάρχει μια ευρύτατα διαδεδομένη άποψη (που εφαρμόζεται στην πράξη ακόμη ευρύτερα) σύμφωνα με την οποία η μάθηση είναι η έξωθεν απόκτηση γνώσεων και δεξιοτήτων. Εντούτοις, πρόσφατες μελέτες γύρω από τη μάθηση δείχνουν ότι:


·  η μάθηση είναι η δυναμική και όχι η παθητική απόκτηση γνώσεων και δεξιοτήτων


·  η μάθηση είναι προσωπική, ατομική: μπορούμε να μάθουμε από και σε σχέση με άλλους, αλλά, τελικά, όλες οι μαθησιακές αλλαγές συντελούνται ατομικά,


·  η μάθηση είναι εκούσια, προβαίνουμε σε αυτή μόνοι μας, την επιδιώκουμε εμείς οι ίδιοι, δεν είναι υποχρεωτική.


         Το τελευταίο, βέβαια,  αφορά τους ενήλικους, γιατί στους ανήλικους η μάθηση, με την έννοια της εκπαίδευσης, είναι υποχρεωτική.


         Υπάρχουν, λοιπόν, δύο μοντέλα μάθησης, το παραδοσιακό και το σύγχρονο. Το παραδοσιακό μοντέλο ταυτίζεται με την εισροή δεδομένων και έχει ως χαρακτηριστικά την παθητική μάθηση, την απόκτηση έξωθεν γνώσεων, την συμπλήρωση ελλείμματος, την αντίδραση σε εξωτερικά ερεθίσματα, τις λέξεις κλειδιά «παρέχω, μεταδίδω», την μεταφορά γνώσεων/ δεξιοτήτων και την αναγκαία ύπαρξη εκπαιδευτή. Αντίθετα, το σύγχρονο μοντέλο μάθησης ταυτίζεται με τη δράση, και έχει ως χαρακτηριστικά την δυναμική μάθηση, την αναζήτηση, την επιδίωξη ικανοποίησης,  την εσωτερική παρόρμηση ως πηγή, τις λέξεις κλειδιά «ανακαλύπτω, δημιουργώ», την αντιμετώπιση προβλημάτων και την αυτομόρφωση.


 


 


 


ΟΡΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΝΗΛΙΚΟΥ


 


         Αφού καταλήξαμε στην έννοια της μάθησης, να προσεγγίσουμε την έννοια του όρου «ενήλικος». Ο Rogers επισημαίνει ότι το ζήτημα του ορισμού του «ενήλικου» είναι πολύπλοκο, δεκτικό πολλών ερμηνειών και πρόσφορο να εξεταστεί κάτω από το πρίσμα διαφόρων επιστημών (ψυχολογίας, κοινωνικής ψυχολογίας, επιστημών της αγωγής, κοινωνιολογίας, φιλοσοφίας). Παρ’ όλα αυτά καταλήγει στις εξής βασικές θέσεις:


·  Ο ενήλικος δεν προσδιορίζεται με βάση την ηλικία του. Η ηλικία της ενηλικίωσης και της απόκτησης όλων των δικαιοπρακτικών δικαιωμάτων ποικίλλει από χώρα σε χώρα. Εξάλλου μπορεί κανείς να θεωρείται ηλικιακά ενήλικος, αλλά να μην αναγνωρίζει τον εαυτό του ούτε να αναγνωρίζεται από τους άλλους ως τέτοιος.


·  Η ειδοποιός διαφορά του ενήλικου συνίσταται στο κατά πόσο βρίσκεται στην κατάσταση της ενηλικιότητας. Χαρακτηριστικά αυτής είναι η ωριμότητα (η τάση του ατόμου για προσωπική ανάπτυξη, επέκταση και αξιοποίηση των ικανοτήτων του), η αίσθηση προοπτικής (η δυνατότητα αξιοποίησης των εμπειριών με στόχο την περισσότερο εναρμονισμένη ένταξη στη ζωή και την κοινωνία), καθώς και ο αυτοκαθορισμός ( η υπεύθυνη και αυτόνομη λήψη αποφάσεων, η εκούσια συμπεριφορά).


         Ο Rogers εμπλουτίζει την ανάλυσή του με δύο κριτικές παρατηρήσεις:


         α) Η ενηλικότητα δεν μπορεί να επιτευχθεί απόλυτα. Επίσης, υπάρχουν περιπτώσεις που μεγάλα σε ηλικία άτομα την απεμπολούν και συμπεριφέρονται σαν παιδιά. Εν τούτοις η ενηλικιότητα αποτελεί ένα ιδανικό που υπάρχει συνεχώς ενώπιον του ανθρώπου και την ωθεί να γίνει πιο υπεύθυνος και ισορροπημένος. Σε τελικά ανάλυση, ενηλικιότητα σημαίνει κίνηση προς ολοένα περισσότερη αυτοδυναμία.


         β) Η συζήτηση για τη φύση της ενηλικιότητας έχει καθοριστική σημασία για τον τρόπο με τον οποίο εκπαιδεύουμε τους ενήλικους. Αν θεωρηθεί ότι εγγενής ιδιότητα των ενηλίκων είναι η τάση προς την ωριμότητα, την υπευθυνότητα και τον αυτοκαθορισμό, συνάγεται ότι το σύνολο των εκπαιδευτικών πρακτικών που τους αφορούν πρέπει να ενισχύει αυτή την τάση.


 


ΠΩΣ ΜΑΘΑΙΝΕΙ Ο ΕΝΗΛΙΚΟΣ


 


            Ένας ενήλικος δεν μαθαίνει όπως ένα παιδί. Αυτό αποδεικνύουν πολυάριθμα πειράματα. Δεν μπορεί κανείς να μεταφέρει στην παιδαγωγική των ενηλίκων τις κλασικές παιδαγωγικές σχολικές μεθόδους που προέρχονται, ως επί το πλείστον, από το παραδοσιακό ρεύμα. Τα βιώματα, η ηλικία, οι υποχρεώσεις και οι ευθύνες ενός ενήλικου δεν έχουν την ίδια διανοητική ευεξία, ούτε τον ίδιο ιδεαλισμό, ούτε την ίδια ικανότητα προσαρμογής όπως στην περίπτωση ενός παιδιού ή ενός εφήβου. Επιπλέον, οι ενήλικες αντιδρούν έντονα όταν έχουν να κάνουν με ένα κλασικό παιδαγωγικό σύστημα, και αυτό για τέσσερις λόγους:


·  οι ενήλικες δεν θεωρούν δεδομένο το κύρος του εκπαιδευτή. Ο τελευταίος είναι ένας ενήλικος, ο οποίος έχει μια επαγγελματική δραστηριότητα, όπως ο εκπαιδευόμενος, και δεν είναι αυθεντία,


·  θεωρούν ότι η εκπαίδευση πρέπει να έχει συγκεκριμένο αποτέλεσμα στην άσκηση της εργασίας τους, στην εξέλιξη της καριέρας τους ή στην προσωπική τους καλλιέργεια,


·  αρνούνται το σύστημα βαθμολόγησης που εφαρμόζεται στο σχολικό περιβάλλον, γιατί αυτό συνδέεται συχνά με δυσάρεστες αναμνήσεις,


·  θέλουν να λαμβάνονται υπόψη οι κεκτημένες γνώσεις τους και η εμπειρία τους. Δεν φτάνουν στο εκπαιδευτικό πρόγραμμα με παντελή έλλειψη γνώσεων και με την επιθυμία να μάθουν τα πάντα, αλλά ως φορείς μιας σύνθετης πραγματικότητας, αναζητώντας τα εργαλεία που θα τους βοηθήσουν στην πορεία τους.


         Επομένως, ο ενήλικος δεν μαθαίνει κάτω από οποιαδήποτε προϋπόθεση. Ανάμεσα στις προϋποθέσεις που απαιτούνται, επτά είναι οι κυριότερες:


1.      Ο ενήλικος μαθαίνει όταν καταλαβαίνει.


         Η διδακτέα ύλη πρέπει να έχει δομή και μια λογική που να συγκρατείται εύκολα. Για παράδειγμα, ένα εκπαιδευτικό πρόγραμμα σχετικά με τεχνικές πώλησης μπορεί να ακολουθήσει τα βασικά χρονικά στάδια μιας συναλλαγής για πώληση.


         2. Ο ενήλικος μαθαίνει όταν η εκπαίδευση έχει άμεση σχέση με την καθημερινότητά του.


         Οι περιπτώσεις και τα προβλήματα που εξετάζονται στη διάρκεια ενός εκπαιδευτικού προγράμματος πρέπει να είναι περιπτώσεις και προβλήματα που να ανήκουν στην πραγματικότητα.


         3. Ο ενήλικος μαθαίνει όταν αντιλαμβάνεται, κατανοεί και αποδέχεται τους στόχους του εκπαιδευτικού προγράμματος.


         Οι στόχοι πρέπει, επομένως, να διατυπώνονται με σαφήνεια στην αρχή της εκπαιδευτικής διαδικασίας και να είναι συναφείς με τις προσδοκίες των διδασκομένων. Αυτό σημαίνει ότι καθένας διδασκόμενος πρέπει να εκφράζει ανοιχτά μπροστά στην ομάδα τις απαιτήσεις του.


         4. Ο ενήλικος μαθαίνει όταν ενεργεί και εμπλέκεται.


         Όπως σημειώνει ο Ροζέ Μυκιέλι στο βιβλίο του Οι ενεργητικές μέθοδοι στην παιδαγωγική των ενηλίκων, «εάν προσέχουμε, συγκρατούμε κατά προσέγγιση: 10% από αυτά που διαβάζουμε, 20% από αυτά που ακούμε, 30% από αυτά που βλέπουμε, 50% από αυτά που βλέπουμε και ακούμε ταυτόχρονα, 80% από αυτά που λέμε, 90% από αυτά που λέμε, ενώ ταυτόχρονα εκτελούμε πράξεις που απαιτούν σκέψη και στις οποίες εμπλεκόμαστε ενεργητικά».


Όσο πιο ενεργητικός είναι ο ενήλικος, τόσο καλύτερα μαθαίνει.


         5. Ο ενήλικος μαθαίνει όταν ο εκπαιδευτής ξέρει να αξιοποιεί τα αποτελέσματα της επιτυχίας και της αποτυχίας.


         6. Ο ενήλικος μαθαίνει όταν νοιώθει ενταγμένος σε μια ομάδα.


         Ένας ενήλικος πείθεται ευκολότερα από τους ομοίους του απ΄ότι από έναν άγνωστο εκπαιδευτή ή από κάποιο ανώτερό του. Όσο περισσότερο η εκπαιδευτική διαδικασία βασίζεται στην ομαδική συνέργεια (ασκήσεις ανά δύο ή σε υποομάδες), τόσο πιο αποτελεσματική είναι η μάθηση.


         7. Ο ενήλικος μαθαίνει μέσα σε κλίμα που ευνοεί τη συμμετοχή.


         Νοιώθει ότι συνεισφέρει και όχι ότι τον χρησιμοποιούν, ότι τον λαμβάνουν υπόψη και όχι ότι τον κρίνουν, νοιώθει ικανός και χωρίς συμπλέγματα.


         Εκτός από τι παραπάνω προϋποθέσεις, οι ενήλικοι εκπαιδευόμενοι έχουν ορισμένα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά:  πρώτον, τείνουν προς τον αυτοκαθορισμό, συνεπώς επιδιώκουν συχνά την ενεργητική συμμετοχή τους πιο έντονα και επιτακτικά απ’ ό,τι άτομα μικρότερης ηλικίας,  δεύτερον, διαθέτουν πλήθος από εμπειρίες και γνώσεις και έχουν διαμορφωμένες στάσεις, επάνω στις οποίες έχουν έντονη ανάγκη να οικοδομούν όσα καινούργια μαθαίνουν, τρίτον, καθένας έχει αποκρυσταλλώσει τον τρόπο με τον οποίο μαθαίνει και πολύ δύσκολα απομακρύνεται από αυτόν.


         Συνέπεια αυτών των χαρακτηριστικών είναι ότι οι διεργασίες μέσα από τις οποίες μαθαίνουν οι ενήλικοι έχουν διαφορετική ένταση και χροιά από εκείνες που αφορούν τα παιδιά και τους εφήβους, δηλαδή, τους ανήλικους.


         Ανάμεσα σε αυτά τα χαρακτηριστικά το πιο σημαντικό – εκείνο που συνιστά τη βασική ειδοποιό διαφορά  του τρόπου με τον οποίο μαθαίνουν οι ενήλικοι – είναι η τάση τους για αυτοκαθορισμό, από την οποία πηγάζει η ανάγκη για ενεργητική συμμετοχή τους σε όλα τα επίπεδα της μαθησιακής δραστηριότητας.


        


ΕΠΙΛΟΓΟΣ – ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ


 


         Όπως αναφέρθηκε στην εισαγωγή, η επιστημονική συζήτηση σχετικά με τη μάθηση αποτελεί ένα αχανές και πολύπλοκο πεδίο. Ωστόσο, τα τελευταία χρόνια έχουν διατυπωθεί ενδείξεις σύγκλισης των ειδικών σε ό,τι αφορά τις βασικές αρχές με τις οποίες η μάθηση συντελείται, ανεξάρτητα από την ηλικία των διδασκομένων. Το πρώτο σημείο σύγκλισης είναι ότι το μοντέλο «μεταφοράς γνώσης» είναι μη αποτελεσματικό, σε αντίθεση με το μοντέλο όπου οι εκπαιδευόμενοι συμμετέχουν ενεργητικά στην πορεία της μάθησης. Το δεύτερο σημείο σύγκλισης είναι ότι η απόκτηση εμπειρίας και η επεξεργασία της αποτελεί συστατικό στοιχείο κάθε διεργασίας μάθησης. Το τρίτο σημείο είναι ότι καθένας μαθαίνει με τον δικό του τρόπο, ανάλογα με τα χαρακτηριστικά της προσωπικότητάς του και τις ικανότητές του. Όλα τα παραπάνω σημεία σύγκλισης ισχύουν και για τους ενήλικους και τους ανήλικους. Εκτός από τις ομοιότητες, υπάρχουν και διαφορές, που αναφέρθηκαν πιο πάνω. Για τους ενήλικους εκπαιδευόμενους ισχύουν κάποια ιδιαίτερα χαρακτηριστικά, με κυριότερο την τάση για αυτοκαθορισμό και την ανάγκη ενεργητικής συμμετοχής στη μαθησιακή διαδικασία.


 


ΑΝΑΝΙΑΔΗΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ


Καθηγητής (ΠΕ4) ΤΕΕ Πολυγύρου


Μεταπτυχιακός φοιτητής του Ελληνικού Ανοικτού Πανεπιστημίου (ΕΑΠ) στο Μεταπτυχιακό Πρόγραμμα Ειδίκευσης «Σπουδές στην Εκπαίδευση»


Τηλ.: 6974702549


Email: pananiad@sch.gr


 


ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ


 


 


 


1. Ε.Α.Π., Κόκκος Α., Εκπαίδευση ενηλίκων, Το πεδίο, οι αρχές μάθησης, οι συντελεστές, Τόμος Α΄,   Πάτρα, 1999


2. Ε.Α.Π., Θεματική Ενότητα «Ανοικτή και εξ Αποστάσεως Εκπαίδευση», Τόμος Β΄, Πάτρα, 1999


3. Rogers A., Η εκπαίδευση ενηλίκων, εκδ. Μεταίχμιο, Αθήνα, 1999


4. Courau S., Τα βασικά «εργαλεία» του εκπαιδευτή ενηλίκων, εκδ. Μεταίχμιο, Αθήνα, 2000


 


 


 


        


        


 


        



Αποστολή σελίδας   Εκτυπώσιμη μορφή σελίδας   Προσθήκη σελίδας στα Αγαπημένα 
Πείτε τη γνώμη σας για το άρθρο
©1998-2024, Έδρα Εκπαίδευσης, Ι.Π.Ε.Τ.
 
Επιστροφή
Δημοσιεύθηκε την: 04.08.2005 20:18:41
 
Αναγνώσθηκε 1043 φορές