Ευρωπαϊκής Ένωσης


    Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο 
    Γραφείο για την Ελλάδα

   Αθήνα, 07.1.2005

    
    ΕΝΗΜΕΡΩΤΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ

    
    Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Σύνταγμα της Ευρώπης

    
    1. Εισαγωγή

    Η ψήφιση της έκθεσης σχετικά με τη θέσπιση Συντάγματος για την Ευρώπη, που θα γίνει την Τετάρτη 12 Ιανουαρίου στην ολομέλεια του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, θα αποτελέσει ιστορική στιγμή δεδομένου ότι τα τελευταία 25 χρόνια το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο είναι αυτό που έχει επανειλημμένα ζητήσει να ενισχυθούν τα νομικά θεμέλια της Ένωσης, να λαμβάνονται αποφάσεις με πιο απλές και πιο δημοκρατικές διαδικασίες και να οριστούν σαφέστερα τα δικαιώματα των πολιτών. 

    Όπως είναι γνωστό το Ευρωπαϊκό Σύνταγμα συντάχτηκε αρχικά από την Ευρωπαϊκή Συνέλευση για το Μέλλον της Ευρώπης, στην οποία έπαιξαν καθοριστικό ρόλο τόσο οι ευρωβουλευτές όσο και οι εθνικοί βουλευτές. Στη συνέχεια το κείμενο που προτάθηκε από τη Συνέλευση αποτέλεσε αντικείμενο διαπραγματεύσεων στο πλαίσιο μιας Διακυβερνητικής Διάσκεψης στην οποία συμμετείχε και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Το κείμενο αυτό, που υπογράφτηκε από τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις στη Ρώμη στις 29 Οκτωβρίου 2004, βρίσκεται τώρα σε φάση επικύρωσης από τα 25 κράτη μέλη. Όταν η διαδικασία αυτή ολοκληρωθεί, η λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης θα γίνει πιο κατανοητή στους πολίτες της και πιο αποτελεσματική.

    Ο Ελληνικός Τομέας της Υπηρεσίας Τύπου του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, όπως εξάλλου και οι υπόλοιποι γλωσσικοί τομείς, θα καλύψει τη συζήτηση και την ψήφιση του σχεδίου Συντάγματος, που θα γίνουν στις 11 και 12 Ιανουαρίου αντίστοιχα.

    http://www.europarl.eu.int

    (επιλογή γλώσσας ? ΤΥΠΟΣ ? Οι δημοσιεύσεις μας ? Ανακοινώσεις Τύπου)

    Άλλες πληροφορίες σχετικά με το ιστορικό αυτό γεγονός θα δημοσιευθούν στην ειδική ιστοσελίδα της Διεύθυνσης Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης:

    Στα αγγλικά:

    http://www.europarl.eu.int/press/adoption-constitution-2005/index_en.htm

    Στα γαλλικά:

    http://www.europarl.eu.int/press/adoption-constitution-2005/index_fr.htm


    2. Η διαδικασία επικύρωσης

    Όπως και στην περίπτωση προγενέστερων συνθηκών, η επικύρωση του Συντάγματος θα διεξαχθεί σύμφωνα με τις συνταγματικές ρυθμίσεις καθενός από τα είκοσι πέντε κράτη μέλη, είτε μέσω δημοψηφίσματος είτε μέσω κοινοβουλευτικής ψηφοφορίας. Σύμφωνα με το άρθρο IV- 447.2 του Συντάγματος, το τελευταίο θα τεθεί σε ισχύ "την 1 Νοεμβρίου 2006, εφόσον έχουν κατατεθεί όλα τα έγγραφα επικύρωσης ή άλλως την πρώτη ημέρα του δεύτερου μήνα που ακολουθεί την κατάθεση του εγγράφου επικύρωσης του υπογράφοντος κράτους που προέβη τελευταίο στην ενέργεια αυτή".

    Τι θα συμβεί όμως στην περίπτωση που υπάρξει κάποιο πρόβλημα με την επικύρωση σε κάποιο από τα κράτη μέλη, όπως συνέβη στη Δανία και την Ιρλανδία στο παρελθόν; Το Σύνταγμα δεν περιλαμβάνει κάποια συγκεκριμένη διάταξη για την αντιμετώπιση αυτού του ενδεχομένου. Στις "Δηλώσεις σχετικά με τις Διατάξεις του Συντάγματος", ωστόσο, που αποτελούν τμήμα του τελευταίου, αναφέρεται ότι "εάν μετά από παρέλευση δύο ετών από την υπογραφή της Συνθήκης, τα τέσσερα πέμπτα των κρατών μελών έχουν επικυρώσει την εν λόγω Συνθήκη και ένα ή περισσότερα κράτη μέλη αντιμετωπίζουν δυσχέρειες όσον αφορά την επικύρωση αυτή, το θέμα υποβάλλεται στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο".

    Δυο από τα κράτη μέλη που ήδη προχώρησαν στην επικύρωση δια της κοινοβουλευτικής οδού είναι η Λιθουανία και η Ουγγαρία. Στην πρώτη το Σύνταγμα υπερψηφίστηκε από το εθνικό Κοινοβούλιο στις 11 Νοεμβρίου 2004 με 84 ψήφους υπέρ, 4 κατά και 3 αποχές. Στη δεύτερη οι Ούγγροι βουλευτές ενέκριναν το Σύνταγμα στις 20 Δεκεμβρίου 2004 με 322 ψήφους υπέρ, 12 κατά και 8 αποχές.

    Σε δυο κράτη, τη Γερμανία και το Βέλγιο, τα εθνικά Συντάγματα δεν προβλέπουν δημοψήφισμα και επομένως θεωρείται απίθανο να ζητηθεί σε αυτό το στάδιο η λαϊκή ετυμηγορία. Στην Τσεχική Δημοκρατία η διεξαγωγή ενός δημοψηφίσματος είναι πιθανή, αλλά ούτε εκεί έχει ληφθεί κάποια οριστική απόφαση.


    Δημοψηφίσματα

    Μέχρι στιγμής, η διεξαγωγή ενός δημοψηφίσματος έχει αποφασιστεί σε εννέα χώρες. Από αυτές μόνο σε δύο έχει γίνει γνωστή η ακριβής ημερομηνία τους: στην Ισπανία (20 Φεβρουαρίου 2005) και στο Λουξεμβούργο (10 Ιουλίου 2005).

    Στη Γαλλία το δημοψήφισμα αναμένεται να πραγματοποιηθεί πριν από το καλοκαίρι του 2005 και στις Κάτω Χώρες κατά τη διάρκεια του πρώτου εξαμήνου του 2005.

    Στην Πορτογαλία ένα δημοψήφισμα είχε αρχικά προβλεφθεί για τις αρχές του έτους αλλά λόγω της προκήρυξης των εθνικών εκλογών, οι οποίες θα λάβουν χώρα τον Φεβρουάριο, θεωρείται απίθανο να πραγματοποιηθεί πριν τον Απρίλιο.

    Τα δημοψηφίσματα στο Ηνωμένο Βασίλειο και τη Δανία αναμένονται στις αρχές του 2006.

    Στην Πολωνία και την Ιρλανδία δεν έχει ακόμη οριστεί κάποια ημερομηνία.

   

    Κοινοβουλευτική διαδικασία 

    Τα έντεκα αλλά κράτη επέλεξαν την κοινοβουλευτική οδό για την επικύρωση του Συντάγματος. Τα κράτη αυτά είναι: η Ελλάδα, η Κύπρος, η Αυστρία, η Εσθονία, η Φιλανδία, η Ιταλία, η Λετονία, η Μάλτα, η Σλοβακία, η Σλοβενία και η Σουηδία.

    

    3. Σύνοψη του Σχεδίου ψηφίσματος που υποβάλλεται στην ολομέλεια

    Υιοθετώντας με 20 ψήφους υπέρ, 3 κατά και 3 αποχές την έκθεση των κ.κ. Richard CORBETT (ΣΕΚ, UK) and Inigo M?NDEZ DE VIGO (ΕΛΚ/ΕΔ, ES) η Επιτροπή Συνταγματικών Υποθέσεων ενέκρινε τη Συνθήκη για τη θέσπιση Συντάγματος για την Ευρώπη και υποστήριξε ανεπιφύλακτα την επικύρωσή της.

    Η έκθεση αποτελείται από το ψήφισμα και την αιτιολογική έκθεση. Το πρώτο, που έχει συνταχθεί σε μια γλώσσα προσιτή στο ευρύ κοινό, έχει ως στόχο να εξηγήσει στους πολίτες ποια είναι τα πλεονεκτήματα του Συντάγματος. Η δε αιτιολογική έκθεση είναι ένα μακροσκελέστερο έγγραφο το οποίο ανακεφαλαιώνει με περισσότερες λεπτομέρειες τις αλλαγές που θα επέλθουν με το Σύνταγμα. Να σημειωθεί ότι οι δυο εισηγητές κάνουν λόγο για "Σύνταγμα" και δεν χρησιμοποιούν τον όρο "συνταγματική συνθήκη".

    Στο ψήφισμα τονίζεται ότι "συνολικά εξεταζόμενο το Σύνταγμα αποτελεί εύλογο συμβιβασμό και τεράστια βελτίωση σε σχέση με τις ισχύουσες Συνθήκες, και ότι από τη στιγμή που θα εφαρμοσθεί θα φέρει ορατά οφέλη για τους πολίτες (και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και τα εθνικά κοινοβούλια, ως δημοκρατικών εκπροσώπων τους), τα κράτη μέλη (συμπεριλαμβανομένων των περιφερειών και των τοπικών αρχών τους), την αποτελεσματική λειτουργία των θεσμικών οργάνων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και επομένως ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ένωση".

    Οι βελτιώσεις αυτές συνιστούν τους τέσσερις πυλώνες της έκθεσης:

    Μεγαλύτερη σαφήνεια ως προς τη φύση και τους στόχους της Ένωσης: οι συνθήκες θα αντικατασταθούν από ένα ενιαίο και ευανάγνωστο έγγραφο, επικυρώνεται η διττή νομιμότητα της Ένωσης, με τη διευκρίνηση ότι αυτή αποτελεί Ένωση κρατών και πολιτών, ο κατάλογος των αξιών που είναι κοινές σε όλα τα κράτη μέλη καθίσταται σαφέστερος και επεκτείνεται, η σύγχυση των όρων "Ευρωπαϊκή Κοινότητα" και "Ευρωπαϊκή Ένωση" θα τερματιστεί, τα ευρωπαϊκά νομοθετικά κείμενα απλοποιούνται, τα σύμβολα της Ένωσης αναφέρονται στο Σύνταγμα, μια ρήτρα αλληλεγγύης περιλαμβάνεται ανάμεσα στα κράτη μέλη σε περίπτωση τρομοκρατικής επίθεσης ή φυσικής καταστροφής.

    Μεγαλύτερη αποφασιστικότητα και ενισχυμένος ρόλος στον κόσμο: επεκτείνεται η λήψη αποφάσεων βάσει της ειδικής πλειοψηφίας, η προεδρία του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου θα έχει διάρκεια δυόμισι χρόνων, ο αριθμός των μελών της Επιτροπής θα μειωθεί, θα αυξηθεί σημαντικά η προβολή της Ένωσης και ο ρόλος της ως παγκόσμιου παράγοντα λόγω της θέσπισης της θέσης ευρωπαίου Υπουργού Εξωτερικών, της δημιουργίας μιας ενιαίας υπηρεσίας εξωτερικής δράσης και της απόδοσης στην Ένωση νομικής προσωπικότητας.

    Περισσότερη δημοκρατική ευθύνη: το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο θα αποφασίζει κατά κανόνα επί ίσοις όροις με το Συμβούλιο για τη νομοθεσία της Ένωσης, το Συμβούλιο θα συνεδριάζει δημόσια όταν συζητεί και εγκρίνει νομοθεσία της Ένωσης, τα εθνικά κοινοβούλια θα αποκτήσουν το δικαίωμα να εκφράζουν αντιρρήσεις σε σχέδια νόμων εάν νομίζουν ότι αυτά υπερβαίνουν το πεδίο αρμοδιοτήτων της Ένωσης, τα εθνικά κοινοβούλια θα παραλαμβάνουν έγκαιρα όλες τις νομοθετικές προτάσεις της Ένωσης, ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής θα εκλέγεται από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, όλες οι δαπάνες της Ένωσης θα εγκρίνονται τόσο από το Συμβούλιο όσο και από το Κοινοβούλιο

    Περισσότερα δικαιώματα για τους πολίτες: ο Χάρτης των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων θα ενσωματωθεί στο Σύνταγμα, η Ευρωπαϊκή Ένωση θα προσχωρήσει στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση για τα δικαιώματα του ανθρώπου, οι πολίτες θα έχουν τη δυνατότητα να υποβάλλουν προτάσεις για ορισμένα θέματα για τα οποία κρίνουν πως απαιτείται νομική πράξη της Ένωσης για την εφαρμογή του Συντάγματος, οι ιδιώτες θα έχουν μεγαλύτερη πρόσβαση στη δικαιοσύνη στο πλαίσιο του κοινοτικού δικαίου

    Η έκθεση απορρίπτει, τέλος, κάποιες αβάσιμες κριτικές. Συγκεκριμένα αναφέρεται το εξής: "Το Σύνταγμα έχει υποστεί κάποιες κριτικές σε δημόσιες συζητήσεις οι οποίες δεν αντιστοιχούν στο πραγματικό περιεχόμενο και τις νομικές συνέπειες των διατάξεών του διότι το Σύνταγμα δεν θα οδηγήσει στη δημιουργία ενός κεντρικού υπερκράτους, θα ενισχύσει και δεν θα μειώσει την κοινωνική διάσταση της Ένωσης και δεν αγνοεί τις ιστορικές και πνευματικές ρίζες της Ευρώπης αφού αναφέρεται στην πολιτιστική, θρησκευτική και ανθρωπιστική κληρονομιά της".
    

    4. Ιστορική αναδρομή

    Από την εποχή της πρώτης εκλογής του με καθολική ψηφοφορία, το έτος 1979, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ενεθάρρυνε, στη μεγάλη πλειοψηφία του, τη διαδικασία εμβάθυνσης της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης. Για τους ευρωβουλευτές, η εμβάθυνση αυτή προϋποθέτει κυρίως την άρση των ασαφειών του θεσμικού συστήματος, με ενισχυμένο ρόλο για τα άμεσα εκλεγμένα μέλη, και μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα στη λήψη αποφάσεων, με όσο το δυνατόν συχνότερη χρήση της πλειοψηφίας στο πλαίσιο του Συμβουλίου. Το ΕΚ υποστηρίζει επίσης τον κινητήριο ρόλο της Επιτροπής, ιδίως το αποκλειστικό δικαίωμα νομοθετικής πρωτοβουλίας της, με γνώμονα το γενικό συμφέρον των πολιτών που υπερτερεί των εθνικών συμφερόντων.

    Ορισμένες επιθυμίες των ευρωβουλευτών πραγματοποιούνται βαθμιαία με τις διαδοχικές Συνθήκες. Αλλά χρειάστηκε η αποτυχία της Συνθήκης της Νίκαιας για να ξεκινήσει η θεμελιώδης μεταρρύθμιση που πρότεινε το ΕΚ στον τομέα των θεσμικών οργάνων και των διαδικασιών λήψης αποφάσεων. Το αποτέλεσμα ήταν να οδηγηθούμε σήμερα σε ένα σχέδιο Συντάγματος για το οποίο το Κοινοβούλιο θα αποφανθεί στις 12 Ιανουαρίου 2005, είκοσι και πλέον χρόνια μετά το 'σχέδιο Spinelli'.


    Το 'σχέδιο Spinelli' και η Ενιαία Ευρωπαϊκή Πράξη

    Η δράση του ΕΚ υπέρ μιας Κοινότητας πιο ολοκληρωμένης και πιο αποτελεσματικής αρχίζει κυρίως με το σχέδιο Ευρωπαϊκής Ένωσης που συνέταξε πρωτίστως ο ευρωβουλευτής (και πρώην επίτροπος) Altiero Spinelli. Το σχέδιο αυτό, που είδε το φως στο πλαίσιο της Επιτροπής Θεσμικών Θεμάτων του ΕΚ, εγκρίθηκε από την ολομέλεια στις 14 Φεβρουαρίου 1984 με 237 ψήφους υπέρ, 31 κατά και 43 αποχές. Το σχέδιο αυτό προβλέπει τη μεταβίβαση νέων αρμοδιοτήτων στο ευρωπαϊκό επίπεδο, ενώ η προτεινόμενη διαδικασία λήψης αποφάσεων θέτει ήδη επί ίσοις όροις το Συμβούλιο και το Κοινοβούλιο, σε πλαίσιο που προσομοιάζει το κλασικό σύστημα των δύο νομοθετικών σωμάτων.

    Το 'σχέδιο Spinelli' δίνει το έναυσμα για την πρώτη θεμελιώδη μεταρρύθμιση της Κοινότητας από την εποχή των ιδρυτικών Συνθηκών. Είναι η Ενιαία Ευρωπαϊκή Πράξη που υπεγράφη από τα κράτη μέλη το Φεβρουάριο 1986 και τέθηκε σε ισχύ την 1η Ιουλίου 1987. Η Ενιαία Πράξη διευρύνει τον πρωτογενή στόχο της κοινής αγοράς, προβλέποντας πλέον μια ολοκληρωμένη μεγάλη εσωτερική αγορά για την 1η Ιανουαρίου 1993. Αναθέτει νέες αρμοδιότητες στην Κοινότητα: νομισματική ικανότητα, κοινωνική πολιτική, οικονομική και κοινωνική συνοχή, έρευνα και τεχνολογική ανάπτυξη, περιβάλλον, συνεργασία στην εξωτερική πολιτική. Βελτιώνει επίσης την ικανότητα λήψης αποφάσεων αντικαθιστώντας την ομοφωνία από την ειδική πλειοψηφία για τα θέματα που σχετίζονται με το κοινό δασμολόγιο, την ελεύθερη παροχή υπηρεσιών, την ελεύθερη κυκλοφορία κεφαλαίων και την κοινή πολιτική θαλασσίων και εναέριων μεταφορών. Η ειδική πλειοψηφία ισχύει επίσης για πολλές νέες αρμοδιότητες στον τομέα της εσωτερικής αγοράς, της κοινωνικής πολιτικής, της οικονομικής και κοινωνικής συνοχής, της έρευνας και του περιβάλλοντος.

    Η διαδικασία 'συνεργασίας' αναθέτει τέλος νομοθετικό ρόλο, περιορισμένης όμως εμβέλειας στο ΕΚ που πρέπει επίσης να χορηγεί τη σύμφωνη γνώμη του για τις συμφωνίες σύνδεσης και διεύρυνσης. Ασφαλώς είμαστε ακόμη μακριά από τις αρχικές φιλοδοξίες του σχεδίου Spinelli, αλλά οι φιλοδοξίες αυτές τελικά θα πραγματοποιηθούν, σιγά σιγά, με τις επόμενες Συνθήκες.

   

    Οι Συνθήκες του Μάαστριχτ και του Άμστερνταμ

    Για όλες τις επόμενες Συνθήκες, το Κοινοβούλιο θα εκπονήσει εκθέσεις και θα εγκρίνει ψηφίσματα, τόσο πριν όσο και μετά τη σύναψή τους. Όλα αυτά τα κείμενα μνημονεύονται και απαριθμούνται τόσο στην έκθεση Corbett - M?ndez de Vigo σχετικά με το σχέδιο Συντάγματος όσο και στο τέλος αυτού του κειμένου.

    Η Συνθήκη του Μάαστριχτ (που υπεγράφη στις 7 Φεβρουαρίου 1992 και τέθηκε σε ισχύ την 1η Νοεμβρίου 1993) αποτελεί σημαντικό βήμα προόδου στην ευρωπαϊκή ολοκλήρωση, ιδίως στους τομείς της νομισματικής πολιτικής, της εξωτερικής πολιτικής, της δικαιοσύνης και των εσωτερικών υποθέσεων, αλλά μεγάλα τμήματα των νέων αυτών πολιτικών παραμένουν ακρωτηριασμένα λόγω του διακυβερνητικού χαρακτήρα τους, λόγω της ομοφωνίας και της απουσίας πραγματικού κοινοβουλευτικού ελέγχου. Αντίθετα, για μια πρώτη δέσμη κοινοτικής πολιτικής, αναγνωρίζεται στο ΕΚ εξουσία νομοθετικής 'συναπόφασης' με το Συμβούλιο. Η διαδικασία συναπόφασης θα απλοποιηθεί εν συνεχεία και θα διευρυνθεί σε νέους τομείς στο πλαίσιο της Συνθήκης του Άμστερνταμ (που υπεγράφη στις 2 Οκτωβρίου 1997 και τέθηκε σε ισχύ την 1η Μαΐου 1999).

    Μολονότι όμως οι ευρωβουλευτές χαιρέτιζαν πάντοτε τα διαδοχικά βήματα προόδου, διαπίστωναν επίσης ότι, κάθε φορά, οι βασικές ατέλειες επαναλαμβάνονταν ή ενισχύονταν. Ο λόγος είναι ότι οι Συνθήκες αυτές, αντί να αίρουν τις ασάφειες του θεσμικού συστήματος και των διαδικασιών λήψης αποφάσεων (22 διαφορετικές διαδικασίες στη Συνθήκη του Μάαστριχτ), συχνά περιέπλεκαν τα πράγματα και καθιστούσαν ακόμη πιο αναγκαία τη θέσπιση ενός βασικού κειμένου, σφαιρικού και απλοποιημένου.

   

    Η αποτυχία της Νίκαιας

    Έχοντας συνείδηση των ανεπαρκειών του Άμστερνταμ, οι αρχηγοί κρατών και κυβερνήσεων συγκαλούν νέα διακυβερνητική διάσκεψη κατά το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Ελσίνκι, τον Δεκέμβριο του 1999. Όμως, η νέα αυτή διακυβερνητική διάσκεψη έχει περιορισμένη εντολή, που συνίσταται κυρίως στη διαπραγμάτευση των θεμάτων που δεν επιλύθηκαν στο Άμστερνταμ και στην προσαρμογή του συστήματος λήψης αποφάσεων και της σύνθεσης της Επιτροπής και του Κοινοβουλίου ενόψει της διεύρυνσης.

    Το Κοινοβούλιο έχει πολύ πιο φιλόδοξες προσδοκίες. Τις διατυπώνει σε σημαντική έκθεσή του που ενέκρινε τον Απρίλιο του 2000. Οι ευρωβουλευτές προτείνουν την εκ νέου συγχώνευση όλων των προηγούμενων συνθηκών σε ένα ενιαίο κείμενο, με ένα πρώτο μέρος συνταγματικό, το οποίο θα περικλείει τους στόχους της Ένωσης, το Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων (με υποχρεωτική ισχύ), τα θεσμικά όργανα, τις αρμοδιότητες μεταξύ της Ένωσης και των κρατών, καθώς και τις διαδικασίες λήψης αποφάσεων.

    Το Κοινοβούλιο επιδιώκει την κατάργηση της διάρθρωσης σε πυλώνες, που κληρονομήθηκε από το Μάαστριχτ, με γενίκευση της κοινοτικής μεθόδου. Προτείνει επίσης να αντικατασταθεί το πολύπλοκο σύστημα στάθμισης των ψήφων στο Συμβούλιο από μία πολύ σαφέστερη διπλή πλειοψηφία: μια απόφαση θα εγκρίνεται αφ' ης στιγμής συγκεντρώνει την πλειοψηφία των κρατών που έχουν τουλάχιστον την πλειοψηφία του πληθυσμού της Ένωσης. Οι βουλευτές προτείνουν επίσης τη συγχώνευση των αρμοδιοτήτων του Ύπατου Εκπροσώπου και του Επιτρόπου Εξωτερικών Σχέσεων, και τούτο στο πλαίσιο της Επιτροπής, εντός ενός κοινού χαρτοφυλακίου. Τέλος, στον τομέα του προϋπολογισμού, οι ευρωβουλευτές προτείνουν κατάργηση της διάκρισης μεταξύ υποχρεωτικών και μη υποχρεωτικών δαπανών, καθώς και την εγγραφή των πολυετών δημοσιονομικών προοπτικών στις συνθήκες, με το ποσόν τους να καθορίζεται κατόπιν κοινής συμφωνίας μεταξύ του Συμβουλίου και του Κοινοβουλίου. Αυτές οι προτάσεις του Κοινοβουλίου τελικά θα επικρατήσουν. Όχι όμως στη Νίκαια.

   

    Ραντεβού στη Συνέλευση

    Ύστερα από μια μαραθώνια διαπραγμάτευση σε επίπεδο αρχηγών κρατών και κυβερνήσεων, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της Νίκαιας θα καταλήξει τελικά σε μια υποτυπώδη συνθήκη. Ο Χάρτης των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων απλώς προσαρτάται στη συνθήκη αυτή χωρίς υποχρεωτική ισχύ. Το σύστημα λήψης των αποφάσεων κατά πλειοψηφία με στάθμιση των ψήφων δεν καταργείται αλλά υπόκειται σε νέο υπολογισμό, προκειμένου να δοθεί μεγαλύτερο βάρος στα μεγάλα κράτη, τα οποία δέχονται επίσης να έχουν μόνο έναν Επίτροπο στη διευρυμένη Ένωση. Η Συνθήκη της Νίκαιας, αντί να διευκολύνει τη λήψη των αποφάσεων, την καθιστά ακόμη δυσχερέστερη. Όλα τα υπόλοιπα θέματα αναβάλλονται για αργότερα.

    Οι ευρωβουλευτές απογοητεύονται. Ναι μεν αναγνωρίζουν ότι "η Συνθήκη της Νίκαιας αίρει το τελευταίο τυπικό εμπόδιο στη διεύρυνση", όμως "μια Ένωση 27 ή περισσότερων κρατών μελών απαιτεί βαθύτερες μεταρρυθμίσεις". Ακόμη και αν το αποτέλεσμα κριθεί σε συνάρτηση με την περιορισμένη ημερήσια διάταξη της Διακυβερνητικής Διάσκεψης, οι λύσεις που δόθηκαν είναι ανεπαρκείς κατά την άποψη του Κοινοβουλίου. Η Ένωση δεν κερδίζει τίποτε ούτε σε ικανότητα δράσης ούτε από την άποψη της μείωσης του δημοκρατικού της ελλείμματος. Σύμφωνα με το Κοινοβούλιο, "η Συνθήκη της Νίκαιας σηματοδοτεί το κλείσιμο ενός κύκλου που είχε ανοίξει στο Μάαστριχτ (...) και απαιτεί την έναρξη μιας συνταγματικής διαδικασίας που θα καταλήξει στην έγκριση ενός Συντάγματος".

    Το κυριότερο επίτευγμα της Νίκαιας δεν είναι ίσως η Συνθήκη, όσο αφενός η εμφανής απόδειξη ότι η μέθοδος της διακυβερνητικής διαπραγμάτευσης έχει φτάσει στα όριά της, και αφετέρου τα παραρτήματα της συνθήκης: η δήλωση 21 σχετικά με το μέλλον της Ένωσης που αναγγέλλει μια βαθύτερη μεταρρύθμιση και με βάση μια άλλη μέθοδο, και ο Χάρτης των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων, τον οποίο η Συνέλευση θα καταστήσει, το 2003, κεντρικό στοιχείο του σχεδίου Συντάγματος που συνέταξε, σχέδιο που βρίσκεται σήμερα επί τάπητος και που ενσωματώνει τα περισσότερα από τα αιτήματα που διατύπωσε το Κοινοβούλιο ήδη από την άνοιξη του 2000.

   

    Το Σύνταγμα

    Ήδη από τον Οκτώβριο του 2000, πριν από την αποτυχία της Συνθήκης της Νίκαιας, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο προβλέπει τη σύγκληση 'συνέλευσης' (σώμα στο οποίο δεν θα συμμετέχουν πλέον αποκλειστικά και μόνον οι εκπρόσωποι των κυβερνήσεων, αλλά θα είναι ανοικτό και στους βουλευτές των εθνικών κοινοβουλίων, στους ευρωβουλευτές και στην Επιτροπή). Η έκθεση Duhamel προβλέπει τη 'συνταγματοποίηση' των Συνθηκών σε μια 'ενιαία Συνθήκη πλαίσιο, αναγνώσιμη και σύντομη'. Σε μια πρώτη Συνέλευση αυτού του τύπου, το 2000, εκπονήθηκε ο Χάρτης των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων.

    Η επιθυμία των ευρωβουλευτών να επαναλάβουν το εγχείρημα αυτό γίνεται ευχαρίστως δεκτή από τους αρχηγούς κρατών και κυβερνήσεων που ασπάζονται αυτή τη μέθοδο. Η νέα αυτή Συνέλευση συγκεντρώνει (από τον Μάρτιο 2002 έως τον Ιούλιο 2003) 15 εκπροσώπους των κυβερνήσεων των κρατών μελών, 13 των υποψηφίων για ένταξη κρατών, δύο μέλη ανά εθνικό κοινοβούλιο των κρατών μελών και των υποψηφίων χωρών, δύο εκπροσώπους της Επιτροπής και 16 ευρωβουλευτές (και, για κάθε μια από τις τέσσερις αυτές συνιστώσες, αντίστοιχο αριθμό αναπληρωτών). Οι ευρωβουλευτές παίζουν ενεργό ρόλο, όχι μόνον στο πλαίσιο της Συνέλευσης, αλλά και στο περιθώριό της. Έτσι, το ΕΚ εγκρίνει δέκα και περισσότερες ειδικές εκθέσεις που έχουν άμεση σχέση με την εκπόνηση του Συντάγματος αυτού όπου θα ενσωματωθούν πολλές από τις απόψεις τους.

   

    Λίστα των εκθέσεων που αφορούν ευρωπαϊκές συνθήκες

    · Ψήφισμα της 16.3.2000: έκθεση Duff/Voggenhuber, σχετικά με την κατάρτιση Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης

    · Απόφαση της 14.11.2000: έκθεση Duff/Voggenhuber, σχετικά με την έγκριση του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Ψήφοι 410 υπέρ, 93 κατά και 27 αποχές)

    · Ψήφισμα της 23.10.2002: έκθεση Duff, σχετικά με τον αντίκτυπο του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και με το μελλοντικό καθεστώς του (Ψήφοι 344 υπέρ, 79 κατά και 28 αποχές)

    · Ψήφισμα της 29.11.2001: έκθεση Leinen/M?ndez de Vigo, σχετικά με το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Laeken και το μέλλον της Ένωσης (Ψήφοι 350 υπέρ, 86 κατά και 46 αποχές)

    · Ψήφισμα της 25.10.2001: έκθεση Poos σχετικά με τη μεταρρύθμιση του Συμβουλίου (Ψήφοι 422 υπέρ, 23 κατά και 17 αποχές)

    · Ψήφισμα της 14.3.2002: έκθεση Carnero Gonz?lez σχετικά με τη νομική προσωπικότητα της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Ψήφοι 273 υπέρ, 23 κατά και 26 αποχές)

    · Ψήφισμα της 7.2.2002: έκθεση Napolitano σχετικά με τις σχέσεις μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και των εθνικών κοινοβουλίων στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής οικοδόμησης

    · Ψήφισμα της 16.5.2002: έκθεση Lamassoure σχετικά με την οριοθέτηση των αρμοδιοτήτων μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των κρατών μελών (Ψήφοι 322 υπέρ, 64 κατά και 58 αποχές)

    · Ψήφισμα της 17.12.2002: έκθεση Bourlanges σχετικά με την τυπολογία των νομικών πράξεων και την ιεράρχηση των κανόνων στην Ευρωπαϊκή Ένωση (Ψήφοι 364 υπέρ, 149 κατά και 16 αποχές)

    · Ψήφισμα της 14.1.2003: έκθεση Napolitano σχετικά με τον ρόλο των περιφερειακών και τοπικών αρχών στην ευρωπαϊκή οικοδόμηση (Ψήφοι 395 υπέρ, 100 κατά και 45 αποχές)

    · Ψήφισμα της 24.9.2003 έκθεση Gil-Robles/Τσάτσος που αφορά το σχέδιο συνθήκης για τη θέσπιση Συντάγματος για την Ευρώπη και περιέχει τη γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με τη σύγκληση της Διακυβερνητικής Διάσκεψης (ΔΔ) (Ψήφοι 335 υπέρ, 106 κατά και 53 αποχές)



Αποστολή σελίδας   Εκτυπώσιμη μορφή σελίδας   Προσθήκη σελίδας στα Αγαπημένα 
Πείτε τη γνώμη σας για το άρθρο
©1998-2024, Έδρα Εκπαίδευσης, Ι.Π.Ε.Τ.
 
Επιστροφή
Δημοσιεύθηκε την: 07.01.2005 00:00:00
 
Αναγνώσθηκε 1538 φορές