Φορέων Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης

ΧΗΜΕΙΑ ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΕΠΙΣΤΗΜΗ

ΧΗΜΕΙΑ ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΕΠΙΣΤΗΜΗ

Υπαινιγμοί για τα Α.Π.Σ. της δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης και του Ενιαίου Λυκείου

 

Η εισήγηση του Π.Ι. για τα νέα Δ.Ε.Π.Π.Σ. της Υποχρεωτικής Εκπαίδευσης αναφέρει στους ειδικούς σκοπούς του Α.Π.Σ. Χημείας, ανάμεσα σε πολλά άλλα, τα εξής:      «Η Χημεία, εκτός από το ιδιαίτερο ενδιαφέρον που έχει για το κοινωνικό σύνολο, έχει αναγνωριστεί σε όλες τις προηγμένες χώρες ως κεντρική επιστήμη, βάση άλλων επιστημών, όπως οι επιστήμες υγείας, η Βιολογία, η Γεωπονία, η Αρχαιολογία αλλά και ως βασικός παράγοντας οικονομικής και κοινωνικής ανάπτυξης μιας χώρας.»   (οι υπογ. του γραφ.). Αυτές οι επισημάνσεις είναι ιδιαίτερα σοβαρές δηλώσεις και χωρίς τη σημείο προς σημείο ανάλυση και υποστήριξη τους, με την ανάπτυξη κατάλληλων επιχειρημάτων, κινδυνεύουν να θεωρηθούν, στη καλύτερη περίπτωση, ευσεβείς πόθοι των συντακτών της σχετικής εισήγησης. Οι ορθές και σημαντικές αναφορές στον  πολυσχιδή ρόλο της Χημείας στην υγεία, στη διατροφή, στο περιβάλλον, στην ποιότητα της ζωής, στην έρευνα και την ανάπτυξη, στην παραγωγή και την ενέργεια κ.α., περιορισμένες εκ των πραγμάτων στο χώρο και το χαρακτήρα της συγκεκριμένης εισήγησης, δεν επαρκούν για να στηρίξουν αντικειμενικά το ιδιαίτερο ενδιαφέρον και τη σημασία της Χημείας για την κοινωνία. Ούτε βέβαια να θεμελιώσουν τη θέση της Χημείας ως κεντρικής επιστήμης, γι’αυτό γίνεται χρήση της αναφοράς στις προηγμένες χώρες.

 

Η επιστημονική θέση της Χημείας θεμελιώνεται αυστηρά, επιστημολογικά, από το ερευνητικό της πεδίο, τις θεωρίες και τους νόμους της, τη δομή και τη συγκρότηση της, την οργανική και διαλεκτική της σχέση αλλά και οριοθέτηση με τα άλλα διακριτά πεδία των Φυσικών Επιστημών και καταληκτικά, αλλά πολύ σημαντικά, από την Ιστορία και τη Φιλοσοφία της Χημείας. Η ενότητα της επιστημονικής γνώσης είναι δεδομένη, η Χημεία όμως είναι βασική (θεμελιώδης) επιστήμη και έχει σαφώς καθορισμένο πεδίο στο μικρόκοσμο της ύλης.

Στα όρια του πεδίου έρευνας και εφαρμογής της η Χημεία συναντάται, διαχέεται, διαπλέκεται, συνεργάζεται με τις άλλες βασικές Φ.Ε. Νέα πεδία έρευνας ανοίχτηκαν στην τομή των βασικών πεδίων, αναπτύχθηκαν αυτοτελώς και δημιούργησαν νέους πιο εξειδικευμένους επιστημονικούς κλάδους. Η αλματώδης (εκθετική) αύξηση της ποσότητας της γνώσης έφερε σαν αδήριτη ανάγκη τον κατακερματισμό των θεμελιωδών επιστημών σε επιμέρους κλάδους, υπο-κλάδους και πεδία εφαρμογών. Πολλές φορές η ανάγκη μελέτης ειδικών προβλημάτων έφερε σε άμεση επαφή υπο-κλάδους διαφορετικών επιστημών οι οποίοι με τη συνδρομή του εργαλειακού αποκρυσταλλώματος της επιστημονικής γνώσης, δηλ. της Τεχνολογίας, δημιούργησαν κι άλλες νέες ειδικεύσεις οριζόντιας διεπιστημονικής συνεργασίας.

Η πολυπλοκότητα των προβλημάτων που πρέπει να μελετηθούν και να επιλυθούν και των ζητημάτων που πρέπει να αντιμετωπιστούν είναι τόσο μεγάλη, ώστε η ολιστική διεπιστημονική προσέγγιση της πραγματικότητας είναι απολύτως αναγκαία.

Το ευρύ αυτό και ποικίλο φάσμα στενών ειδικοτήτων έφερε κάποια σύγχυση ακόμα και στους επιστήμονες, πόσο μάλλον στο ευρύ κοινό. Χάθηκε το νήμα που συνέδεε την Επιστήμη και την Τεχνολογία με την Κοινωνία. Η ρήση του Haeckel:  “Η οντογενετική επαναλαμβάνει τη φυλογενετική αλλαγή” φάνηκε να χάνει το νόημα της αν κάποιος προσπαθούσε να παρακολουθήσει την εξέλιξη των Φ.Ε. και της Τ.

 

Παράλληλα, για δύο-τρεις δεκαετίες περίπου, επικράτησε μια υπεραπλουστευτική θεώρηση βάσει της οποίας όλες οι επιστήμες μπορούν να αναχθούν στη σωματιδιακή φυσική ή  τη φυσική υψηλών ενεργειών. Όλη η ανθρώπινη δραστηριότητα μπορούσε απλά να περιμένει τη θεωρία των πάντων.

 

Τα τελευταία χρόνια το ρεύμα αυτό αντιστράφηκε. Η ανάλυση είναι μια πανίσχυρη τάση στην επιστήμη, όμως δεν αποδίδει πάντα τους αναμενόμενους καρπούς.

Από τις αρχές ακόμα του εικοστού αιώνα παρουσιάζονται τα πρώτα σπέρματα «συστημικής σκέψης». Το νέο Δ.Ε.Π.Π.Σ. της υποχρεωτικής εκπαίδευσης προσπαθεί να εισάγει την έννοια του συστήματος στο κεφάλαιο των Γενικών Αρχών του και των επιμέρους Α.Π.Σ. ως «…ένα σύνολο πραγμάτων του οποίου τα μέρη βρίσκονται μεταξύ τους σε στενή σχέση αλληλεπίδρασης, αλληλεξάρτησης κ.ά.»

Στην υποχρεωτικά σύντομη αυτή εισαγωγή δεν περιλαμβάνεται σχεδόν τίποτα για βαθμούς πολυπλοκότητας, αναδυόμενες ή/και επιγενόμενες ιδιότητες και επομένως το γεγονός ότι σε πλειάδα φυσικών συστημάτων υπάρχουν διαφορετικά επίπεδα πολυπλοκότητας, σε καθένα από τα οποία ισχύουν διαφορετικοί νόμοι.

Η ίδια η Χημεία (αλλά και η Βιολογία σε άλλα επίπεδα κ.ά.) αποτελεί ‘’ενσάρκωση’’ των αναδυομένων ιδιοτήτων στο επίπεδο του μικρόκοσμου ατόμων, μορίων, μακρομορίων, κρυστάλλων κλπ.

Τα τελευταία χρόνια έχει καθιερωθεί η Φιλοσοφία της Χημείας με Διεθνή Ένωση και δύο ειδικά Περιοδικά μεγάλου κύρους. Η θεωρητική διερεύνηση της Ιστορίας και της Φιλοσοφίας της Χημείας θα διευρύνει αποφασιστικά της δυνατότητες της αποτελεσματικής παρέμβασης στη κοινωνία και βέβαια στην εκπαίδευση.

 Η αναγκαιότητα να συνεισφέρει η Φιλοσοφία της Χημείας οράματα και προοπτικές στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση, ακόμα και στη διδακτική, έχει ήδη αναγνωριστεί ως υψίστης προτεραιότητας και στα συνέδρια, στις συλλογές άρθρων κλπ εμφανίζονται τακτικά σχετικές συνεργασίες υψηλού επιπέδου.

 

 

Ξενοφών Βαμβακερός

Χημικός – Καθηγητής Ε.Λυκείου

MA in Science Education, IoE, University of London

ΥΔ  ΕΜΠ, Διδ. Της Χημείας

 Σχολή Χημικών Μηχανικών

 



Αποστολή σελίδας   Εκτυπώσιμη μορφή σελίδας   Προσθήκη σελίδας στα Αγαπημένα 
Πείτε τη γνώμη σας για το άρθρο
©1998-2024, Έδρα Εκπαίδευσης, Ι.Π.Ε.Τ.
 
Επιστροφή
Δημοσιεύθηκε την: 11.03.2003 00:00:00
 
Αναγνώσθηκε 533 φορές