/ Νόμοι & Νομοσχέδια


ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ
"Οργάνωση των περιφερειακών υπηρεσιών της Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης, αξιολόγηση του εκπαιδευτικού έργου και των εκπαιδευτικών, επιμόρφωση των εκπαιδευτικών και άλλες διατάξεις"


Άρθρο 1
Οργάνωση

1. Οι περιφερειακές υπηρεσίες, που αποτελούν αποκεντρωμένες υπηρεσίες του Υπουργείου Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων, είναι:
  • α) Οι Περιφερειακές Διευθύνσεις Εκπαίδευσης, του άρθρου 14 παρ. 29 του Ν. 2817/2000 (ΦΕΚ 78 Α'), οι οποίες υπάγονται απευθείας στον Υπουργό Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων,
  • β) Οι Διευθύνσεις Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης των νομών και νομαρχιών του άρθρου 56 του Ν. 1566/1985 (ΦΕΚ 167 Α') και του άρθρου 6 του Ν. 2043/1992 (ΦΕΚ 79 Α'), οι οποίες υπάγονται στην οικεία Περιφερειακή Διεύθυνση Εκπαίδευσης.
  • γ) Τα Γραφεία Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης, του άρθρου 56 του Ν. 1566/1985, που υπάγονται στην οικεία Διεύθυνση εκπαίδευσης των νομών και νομαρχιών.
  • δ) Τα Γραφεία Φυσικής Αγωγής, του όρθρου 9 του Ν. 1304/1982 (ΦΕΚ 144 Α') και τα Γραφεία Τεχνικής Επαγγελματικής Εκπαίδευσης, του άρθρου 6 του Ν. 2043/1992 (ΦΕΚ 79 Α'), τα οποία υπάγονται στη Διεύθυνση Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης των οικείων νομών ή νομαρχιών.
  • ε) Τα Περιφερειακά Επιμορφωτικά Κέντρα (ΠΕΚ) των άρθρων 28 και 29 του Ν. 1566/1985 και των άρθρων 17 και 18 του Ν. 2009/1992, τα οποία υπάγονται στην οικεία Περιφερειακή Διεύθυνση Εκπαίδευσης.
  • στ) Τα Κέντρα Διάγνωσης, Αξιολόγησης και Υποστήριξης (ΚΔΑΥ), του άρθρου 2 του Ν. 2817/2000 (ΦΕΚ 78 Α'), τα οποία υπάγονται στην οικεία Περιφερειακή Διεύθυνση Εκπαίδευσης.
  • ζ) Τα Μορφωτικά Κέντρα Στήριξης της Εκπαίδευσης (ΜΟ.ΚΕ.ΣΕ.) του άρθρου 3 του Ν. 2327/1995 {ΦΕΚ 156 Α'), τα οποία υπάγονται στην οικεία Περιφερειακή Διεύθυνση Εκπαίδευσης.
  • η) Τα Κέντρα Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης (Κ.Π.Ε.) που λειτουργούν κατά την παράγραφο 13 του άρθρο 3 του Ν. 1892/1990 (ΦΕΚ 101 Α'). τα οποία υπάγονται στην οικεία Περιφερειακή Διεύθυνση Εκπαίδευσης.
  • θ) Οι Συμβουλευτικοί Σταθμοί Νέων (Σ.Σ.Ν.) που λειτουργούν κατά την παράγραφο 1 του άρθρου 2 του Ν. 1894/1990 (ΦΕΚ 110 Α'). και υπάγονται στην οικεία Διεύθυνση Εκπαίδευσης.
  • ι) Οι Σχολικές Μονάδες και οι λοιπές αποκεντρωμένες εκπαιδευτικές υπηρεσίες του Υπουργείου Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων, που υπάγονται στην οικεία Διεύθυνση ή Γραφείο Εκπαίδευσης του νομού ή της νομαρχίας. 2. Επίσης στην οικεία Περιφερειακή Διεύθυνση Εκπαίδευσης υπάγονται οι Σχολικοί Σύμβουλοι Προσχολικής Αγωγής, Δημοτικής Εκπαίδευσης, Ειδικής Αγωγής και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης.

    Άρθρο 2
    Διάρθρωση-αρμοδιότητες

    1. Κάθε Περιφερειακή Διεύθυνση Εκπαίδευσης περιλαμβάνει τα τμήματα:
  • α) Διοίκησης
  • β) Επιστημονικής-Παιδαγωγικής Καθοδήγησης Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης
  • γ) Επιστημονικής-Παιδαγωγικής Καθοδήγησης Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης 2. α) Το Τμήμα Διοίκησης έχει την ευθύνη της διοικητικής στήριξης της Περιφερειακής Διεύθυνσης.
  • β) Τα Τμήματα Επιστημονικής-Παιδαγωγικής Καθοδήγησης της Περιφερειακής Διεύθυνσης Εκπαίδευσης εποπτεύουν, συντονίζουν, παρακολουθούν και αξιολογούν το έργο των σχολικών συμβούλων της οικείας βαθμίδας που έχουν έδρα εντός των ορίων της Περιφερειακής Διεύθυνσης και συνεργάζονται, μέσω των Κεντρικών Υπηρεσιών του Υπουργείου Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων, με το Παιδαγωγικό . Ινστιτούτο, για την πληρέστερη εκτέλεση των έργων τους.
  • γ) Ο τρόπος διασύνδεσης του έργου των Τμημάτων Επιστημονικής Παιδαγωγικής καθοδήγησης των Περιφερειακών Διευθύνσεων Εκπαίδευσης με το Παιδαγωγικό Ινστιτούτο και η διαδικασία εποπτείας επ' αυτών και κάθε άλλη σχετική λεπτομέρεια καθορίζονται με απόφαση του Υπουργού Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων.
    3. Οι διοικητικοί υπάλληλοι, καθώς και οι αναπληρωτές τους που μετέχουν στο κατά το άρθρο 14 παρ. 29 περίπτωση ε' του Ν. 2817/2000 περιφερειακού υπηρεσιακό συμβουλίου διοικητικού προσωπικού, έχουν τουλάχιστον βαθμό Α'.
    4. Στα ΠΥΣΠΕ και ΠΥΣΔΕ μετέχει με ψήφο ένας Σχολικός Σύμβουλος της ίδιας βαθμίδας εκπαίδευσης όταν γίνεται επιλογή διευθυντών σχολικών μονάδων και ΣΕΚ και υποδιευθυντών σχολικών μονάδων και υπευθύνων τομέων ΣΕΚ. Ο Σχολικός Σύμβουλος ορίζεται με τον αναπληρωτή του με απόφαση του οικείου- Περιφερειακού Διευθυντή Εκπαίδευσης.
    5. α) Σε κάθε έδρα Σχολικών Συμβούλων συστήνεται γραμματεία διοικητικής στήριξης χωρίς αύξηση των θέσεων διοικητικού προσωπικού των Περιφερειακών Υπηρεσιών με σκοπό τη διοικητική στήριξη του έργου των Σχολικών Συμβούλων.
  • β) Με απόφαση του Υπουργού Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων, που εκδίδεται μετά από γνώμη του ΚΥΣΔΙΠ καθορίζεται ο αριθμός των θέσεων διοικητικού προσωπικού ανά κλάδο, που κατανέμονται σε κάθε έδρα Σχολικών Συμβούλων για τη στελέχωση της γραμματείας τους. Με όμοια απόφαση που εκδίδεται μετά από γνώμη του οικείου Περιφερειακού Διευθυντή Εκπαίδευσης μπορεί να ανακατανέμονται οι θέσεις διοικητικού προσωπικού μεταξύ των υπηρεσιών και σχολικών μονάδων που λειτουργούν στην περιοχή της Περιφερειακής Διεύθυνσης Εκπαίδευσης.

    Άρθρο 3
    Προϊστάμενοι - Επιλογή και τοποθέτηση

    1, Το εδάφιο της παραγράφου 29 του άρθρου 14, του Ν. 2817/2001 αντικαθίσταται ως εξής:
    "στ. Οι Περιφερειακοί Διευθυντές εκπαίδευσης είναι μετακλητοί δημόσιοι υπάλληλοι που διορίζονται και παύονται με απόφαση του Υπουργού Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων. Για το διορισμό τους εκδίδεται σχετική πρόσκληση ενδιαφέροντος, η οποία δημοσιεύεται στον ημερήσιο τύπο και με την οποία καθορίζονται τα υποβλητέα δικαιολογητικά των ενδιαφερομένων και η προθεσμία υποβολής τους. Οι υποψήφιοι πρέπει να συγκεντρώνουν τα εξής προσόντα:
  • α) πτυχίο Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης ή άλλο αναγνωρισμένο ως ισότιμο τίτλο της ημεδαπής ή αλλοδαπής,
  • β) δωδεκαετή εκπαιδευτική υπηρεσία και
  • γ) αυξημένα διοικητικά και επιστημονικά προσόντα και αξιόλογη διοικητική και διδακτική εμπειρία. Για την αξιολόγηση των υποψηφίων Περιφερειακών Διευθυντών Εκπαίδευσης συνεκτιμώνται η εμπειρία και οι σπουδές σε θέματα διοίκησης της, εκπαίδευσης, οι μεταπτυχιακές σπουδές, η επιμόρφωση, η γνώση ξένων γλωσσών, η οργάνωση και συμμετοχή σε επιστημονικά και εκπαιδευτικά σεμινάρια ή άλλες δραστηριότητες και εκδηλώσεις, η ικανότητα εφαρμογής προγραμμάτων και καινοτομιών, η γνώση και η . ικανότητα αντιμετώπισης των εκπαιδευτικών προβλημάτων, η ικανότητα συνεργασίας με τα μέλη της εκπαιδευτικής κοινότητας, η αποδοτικότητα στο εκπαιδευτικό και διοικητικό έργο, η ανάληψη πρωτοβουλιών και η λήψη αποφάσεων, η οργάνωση εκπαιδευτικών, κοινωνικών και πολιτιστικών εκδηλώσεων και η εν γένει συγκρότηση της προσωπικότητας των υποψηφίων, όπως αυτή συνάγεται από τα στοιχεία των υπηρεσιακών φακέλων, το συνυποβαλλόμενο βιογραφικό σημείωμα αυτών και τη συνέντευξη που πραγματοποιείται ενώπιον του ειδικού συμβουλίου επιλογής."
    2. Για την επιλογή των υποψηφίων συγκροτείται με απόφαση του Υπουργού Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων ειδικό συμβούλιο, που. αποτελείται από
  • α) το Γενικό Γραμματέα του Υπουργείου αυτού ως Πρόεδρο,
  • β) δύο μέλη του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου και
  • γ) τον Πρόεδρο ή ένα τακτικό μέλος καθενός από τα Συμβούλια Επιλογής Σχολικών Συμβούλων και Προϊσταμένων Διευθύνσεων και Γραφείων Εκπαίδευσης. Με την ίδια απόφαση ορίζεται ο γραμματέας του συμβουλίου από διοικητικούς υπαλλήλους της Κεντρικής Υπηρεσίας του ίδιου Υπουργείου ή εκπαιδευτικούς αποσπασμένους στην υπηρεσία αυτή. Το συμβούλιο αξιολογεί τα προσόντα-των υποψηφίων και τους κατατάσσει σε αλφαβητικό πίνακα μέχρι τη συμπλήρωση εξαπλασίου αριθμού σε σχέση με τις υπό προκήρυξη θέσεις, Οι υποψήφιοι αυτοί καλούνται σε προσωπική συνέντευξη ενώπιον του συμβουλίου, μετά το πέρας της οποίας αυτό συντάσσει αλφαβητικό πίνακα των επικρατέστερων σε αριθμό τριπλάσιο των υπό προκήρυξη θέσεων. Με απόφαση του Υπουργού Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων κυρώνεται και δημοσιεύεται ο πίνακας, ο οποίος ισχύει για μία τριετία. Με απόφαση του Υπουργού Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων διορίζονται από τον πίνακα αυτό οι Περιφερειακοί Διευθυντές εκπαίδευσης . και τοποθετούνται στις υφιστάμενες θέσεις.
    3. Οι Προϊστάμενοι των λοιπών αποκεντρωμένων υπηρεσιών Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης, καθώς και οι διευθυντές σχολικών μονάδων επιλέγονται και τοποθετούνται σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις. Ειδικά οι Προϊστάμενοι των Γραφείων Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης, Φυσικής Αγωγής και Τεχνικής Επαγγελματικής Εκπαίδευσης των νομών και νομαρχιών, καθώς και οι Διευθυντές των Πειραματικών Δημοτικών Σχολείων, Γυμνασίων και Ενιαίων Λυκείων επιλέγονται από το Ανώτερο Περιφερειακό Υπηρεσιακό Συμβούλιο Πρωτοβάθμιας ή Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης, κατά περίπτωση, το οποίο συνεδριάζει με τη συμμετοχή και του Προϊσταμένου του οικείου Τμήματος Επιστημονικής Παιδαγωγικής Καθοδήγησης της Περιφερειακής Διεύθυνσης, όταν επιλέγονται εκπαιδευτικοί της ίδιας βαθμίδας. Με Προεδρικό Διάταγμα που εκδίδεται με πρόταση του Υπουργού Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων καθορίζονται:
  • α) τα προσόντα και τα κριτήρια επιλογής των Προϊσταμένων γραφείων Εκπαίδευσης, Φυσικής Αγωγής και Τεχνικής Επαγγελματικής Εκπαίδευσης,
  • β) Διευθυντών των Πειραματικών σχολείων, οι προθεσμίες υποβολής αιτήσεων και λοιπών δικαιολογητικών των ενδιαφερομένων,
  • γ) η διαδικασία κρίσης, επιλογής, τοποθέτησης και μετάθεσης τους,
  • δ) τα κριτήρια και η διαδικασία τοποθέτησης αυτών σε θέσεις εκπαιδευτικών μετά τη λήξη της θητείας τους και
  • ε) κάθε άλλη λεπτομέρεια σχετική με τα θέματα αυτά. 4. Προϊστάμενοι των Τμημάτων Διοίκησης της Περιφερειακής Διεύθυνσης Εκπαίδευσης τοποθετούνται διοικητικοί υπάλληλοι με βαθμό Διευθυντή του κλάδου ΠΕ ή ΤΕ με απόφαση του Υπουργού Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων, ύστερα από πρόταση του Κεντρικού Υπηρεσιακού Συμβουλίου Διοικητικού Προσωπικού (ΚΥΣΔΙΠ). Προϊστάμενοι των Τμημάτων Επιστημονικής-Παιδαγωγικής Καθοδήγησης της Περιφερειακής Διεύθυνσης Εκπαίδευσης τοποθετούνται Σχολικοί Σύμβουλοι της οικείας βαθμίδας με απόφαση του Υπουργού Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων, ύστερα από εισήγηση του Συμβουλίου Επιλογής Σχολικών Συμβούλων και μετά από πρόσκληση ενδιαφέροντος.
    5. α) Στους Περιφερειακούς Διευθυντές Εκπαίδευσης απονέμεται, για τη διάρκεια άσκησης των καθηκόντων τους, ο βαθμός του μονίμου Παρέδρου του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου και καταβάλλονται οι αντίστοιχες αποδοχές και τα κάθε είδους επιδόματα καθώς και μηνιαίο επίδομα θέσης ίσο προς το διπλάσιο του προβλεπόμενου για τους Σχολικούς Συμβούλους επιδόματος θέσης.
  • β) Στους Προϊσταμένους των Τμημάτων Επιστημονικής-Παιδαγωγικής Καθοδήγησης καταβάλλονται οι αποδοχές Παρέδρου με θητεία του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου, και τα κάθε είδους επιδόματα, καθώς και μηνιαίο επίδομα θέσης ίσο προς το διπλάσιο του προβλεπομένου για τους λοιπούς Σχολικούς Συμβούλους επιδόματος θέσης.
  • γ) Τον Περιφερειακό Διευθυντή Εκπαίδευσης, όταν δεν υπάρχει, απουσιάζει ή κωλύεται, αναπληρώνει ένας από τους Προϊσταμένους των Τμημάτων Επιστημονικής-Παιδαγωγικής Καθοδήγησης της Περιφερειακής Διεύθυνσης Εκπαίδευσης, που ορίζεται με απόφαση του Υπουργού Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων. Τους Προϊσταμένους των Τμημάτων Επιστημονικής-Παιδαγωγικής Καθοδήγησης αναπληρώνουν σχολικοί σύμβουλοι που υπηρετούν στην περιοχή της Περιφερειακής Διεύθυνσης Εκπαίδευσης και τον Προϊστάμενο του Τμήματος Διοίκησης διοικητικός υπάλληλος που υπηρετεί στην Περιφερειακή Διεύθυνση Εκπαίδευσης οριζόμενοι με απόφαση του Περιφερειακού Διευθυντή Εκπαίδευσης

    Άρθρο 4
    Αξιολόγηση του εκπαιδευτικού έργου

    1. Σκοπός της αξιολόγησης του εκπαιδευτικού έργου είναι η βελτίωση και η ποιοτική αναβάθμιση όλων των συντελεστών της εκπαιδευτικής διαδικασίας και η συνεχής βελτίωση της παιδαγωγικής επικοινωνίας και σχέσης με τους μαθητές. Με την αξιολόγηση του εκπαιδευτικού έργου επιδιώκεται η συνεχής βελτίωση της διδακτικής πρακτικής μέσα στην τάξη, η ποιοτική ανάπτυξη της σχολικής ζωής, η επιτάχυνση της υλοποίησης του εκπαιδευτικού προγράμματος, η άμβλυνση των ανισοτήτων λειτουργίας μεταξύ των διαφόρων σχολικών μονάδων, η μείωση της γραφειοκρατικής διαδικασίας, η ταχύτερη μετάδοση των πληροφοριών, η αρτιότερη διοίκηση και λειτουργία των σχολικών μονάδων, η επισήμανση των αδυναμιών του εκπαιδευτικού συστήματος, η αποτίμηση των προσπαθειών και η κινητοποίηση όλων των παραγόντων της εκπαιδευτικής διαδικασίας για τη αναβάθμιση του συνολικού εκπαιδευτικού αποτελέσματος. Η αξιολόγηση δεν αποτελεί απλώς μία διαδικασία ελεγκτικού ή διαπιστωτικού χαρακτήρα, αλλά "ανατροφοδοτεί τη διδακτική πράξη επιδιώκοντας τη συνεχή αναβάθμιση της ποιότητας εκπαίδευσης και τη βελτίωση όλων των εκπαιδευτικών παραγόντων. Έχει ως κύριο στόχο τη διασφάλιση σε όλους τους μαθητές της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης της δυνατότητας έγκαιρης και ισότιμης πρόσβασης στην εκπαιδευτική διαδικασία και γενικότερα την ισότητα ευκαιριών πρόσβασης. Αυτό συμβάλλει στον εκδημοκρατισμό και την ποιοτική αναβάθμιση της εκπαίδευσης αλλά και της κοινωνίας δεδομένου ότι η - ισόρροπη ανάπτυξη της προσωπικότητας του μαθητή και η πρόσβαση στη γνώση αποτελούν καθοριστικούς παράγοντες για την άμβλυνση των κοινωνικών ανισοτήτων.
    2. Η αξιολόγηση του εκπαιδευτικού συστήματος ανατίθεται στο Κέντρο Εκπαιδευτικής Έρευνας (Κ.Ε.Ε.) και στο Παιδαγωγικό Ινστιτούτο (Π.Ι.), των οποίων οι επιμέρους δράσεις έχουν ως εξής:
  • α. Το Κ.Ε.Ε, αναλαμβάνει την ανάπτυξη και προτυποποίηση δεικτών και κριτηρίων για την δυναμική αποτύπωση της κατάστασης καθώς και τον έλεγχο της αξιοπιστίας του συστήματος αποτύπωσης και παρακολούθησης του. εκπαιδευτικού έργου τόσο στο επίπεδο της σχολικής μονάδας και της περιφέρειας όσο και στο εθνικό επίπεδο. Επίσης συγκεντρώνει και επεξεργάζεται τις ετήσιες εκθέσεις αυτοαξιολόγησης των σχολικών μονάδων, και συντάσσει ετήσια έκθεση αξιολόγησης του εκπαιδευτικού έργου, την οποία υποβάλλει στον Υπουργό Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων.
  • β. Το Π.Ι. αναλαμβάνει το έργο της εντοπισμένης και συγκεκριμένης αξιολόγησης με σκοπό να συμβάλει στην αξιολόγηση του εκπαιδευτικού έργου και στην επιμόρφωση των εκπαιδευτικών.
  • γ. Το ΠΙ και το Κ.Ε.Ε. αναλαμβάνουν, σε συνεργασία μεταξύ τους, την ανάπτυξη διαύλων που θα συμβάλουν στη στήριξη του εκπαιδευτικού έργου, αξιοποιώντας τα σχετικά δεδομένα και τις δυνατότητες που προσφέρουν οι νέες τεχνολογίες της πληροφορικής και των επικοινωνιών. Η διάσταση αυτή αναφέρεται και στη στήριξη των καινοτομικών προσπαθειών των σχολικών μονάδων για τη βελτίωση της ποιότητας του εκπαιδευτικού έργου. 3. Με αποφάσεις του Υπουργού Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων, που εκδίδονται ύστερα από εισήγηση του Δ.Σ. του Κ.Ε.Ε., μπορεί να συγκροτούνται συμπληρωματικά Ομάδες Εργασίας από ειδικούς, όπου αυτό κρίνεται απαραίτητο, για την εκτέλεση συγκεκριμένου έργου που αναφέρεται στην αξιολόγηση του εκπαιδευτικού έργου. Στα μέλη των Ομάδων Εργασίας καταβάλλεται αποζημίωση για πρόσθετη απασχόληση και για τη μετακίνηση τους εκτός έδρας, που Καθορίζεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων και Οικονομικών. Η σχετική δαπάνη βαρύνει τον προϋπολογισμό του Κ.Ε.Ε.
    4. Στο Π.Ι. προστίθενται εκατό (100) θέσεις παρέδρων με θητεία, οι ειδικότητες των οποίων καθορίζονται με την εκδιδόμενη εκάστοτε προκήρυξη για την πλήρωση των θέσεων αυτών. Οι τοποθετούμενοι στις θέσεις αυτές χρησιμοποιούνται στην αξιολόγηση του εκπαιδευτικού έργου και των εκπαιδευτικών και στην επιμόρφωση των εκπαιδευτικών κατά τα οριζόμενα με αποφάσεις του Τμήματος Αξιολόγησης και Επιμόρφωσης του Π.Ι. Οι διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου εφαρμόζονται ανάλογα και για το Παιδαγωγικό Ινστιτούτο.

    Άρθρο 5
    Αξιολόγηση των εκπαιδευτικών

    1. Σκοπός της αξιολόγησης των εκπαιδευτικών είναι:
  • α) η ενίσχυση της αυτογνωσίας τους ως προς την επιστημονική τους συγκρότηση, την παιδαγωγική τους κατάρτιση και τη διδακτική τους ικανότητα.
  • β) ο σχηματισμός θεμελιωμένης εικόνας για την απόδοση στο έργο τους,
  • γ) η προσπάθεια βελτίωσης της προσφοράς τους στο μαθητή με την αξιοποίηση των διαπιστώσεων και οδηγιών των αξιολογητών.
  • δ) η επισήμανση των αδυναμιών τους στην προσφορά του διδακτικού τους έργου και-η προσπάθεια εξάλειψης αυτών.
  • ε) η ικανοποίηση των εκπαιδευτικών από την αναγνώριση του έργου τους και η παροχή κινήτρων σε όσους επιθυμούν να εξελιχθούν και να υπηρετήσουν σε θέσεις στελεχών της εκπαίδευσης,
  • στ) η διαπίστωση των αναγκών επιμόρφωσης τους και ο προσδιορισμός του περιεχομένου της επιμόρφωσης αυτής.
  • ζ) η καλλιέργεια κλίματος αλληλοσεβασμού και εμπιστοσύνης. 2.. Η αξιολόγηση είναι περιοδική και αφορά όλους τους εκπαιδευτικούς πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, με προτεραιότητα στις εξής κατηγορίες:
  • α) των εκπαιδευτικών για μονιμοποίηση και υπηρεσιακή εξέλιξη,
  • β) των ενδιαφερόμενων εκπαιδευτικών που πρόκειται να κριθούν για την κάλυψη θέσεων στελεχών της εκπαίδευσης,
  • γ) των στελεχών εκπαίδευσης,
  • δ) των εκπαιδευτικών που επιθυμούν να αξιολογηθούν σε εθελοντική βάση και
  • ε) κάθε άλλη περίπτωση που ήθελε κριθεί αναγκαία. 3. Η διαδικασία ατομικής αξιολόγησης (με ατομικές εκθέσεις) των εκπαιδευτικών διαμορφώνεται ως εξής:
  • α) Πριν από τη σύνταξη των εκθέσεων αξιολόγησης υποβάλλεται στο κατά περίπτωση αρμόδιο όργανο αξιολόγησης, μετά από πρόσκληση του και σε προθεσμία δεκαπέντε ημερών, έκθεση προσωπικής αυτο-αξιολόγησης του αξιολογούμενου εκπαιδευτικού, βάσει των εκάστοτε ισχυόντων στοιχείων αξιολόγησης αλλά χωρίς αριθμητικό προσδιορισμό τους. Παράλειψη υποβολής της έκθεσης αυτής σε καμία περίπτωση δεν επηρεάζει τη διαδικασία της αξιολόγησης,
  • β) Ο εκπαιδευτικός αξιολογείται από τον Διευθυντή της σχολικής μονάδας και τον οικείο Σχολικό Σύμβουλο.
  • γ) Ο Διευθυντής της σχολικής μονάδας ή σχολικού εργαστηριακού κέντρου (Σ.Ε.Κ.) αξιολογείται από τον Προϊστάμενο Γραφείου ή από το Διευθυντή Εκπαίδευσης, στην περίπτωση που δεν λειτουργεί Γραφείο, και τον οικείο Σχολικό Σύμβουλο.
  • δ) Ο Προϊστάμενος Γραφείου αξιολογείται από τον αρμόδιο Διευθυντή Εκπαίδευσης, ως προς το διοικητικό του έργο, και τον Προϊστάμενο του Τμήματος Επιστημονικής και Παιδαγωγικής Καθοδήγησης, ως προς το επιστημονικό - παιδαγωγικό του έργο,
  • ε) Ο Διευθυντής Εκπαίδευσης αξιολογείται από τον Περιφερειακό Διευθυντή Εκπαίδευσης ως προς το διοικητικό του έργο και από Σύμβουλο ή μόνιμο Πάρεδρο του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου, ως προς το επιστημονικό - παιδαγωγικό του έργο.
  • στ) Ο Σχολικός Σύμβουλος αξιολογείται από τον Περιφερειακό Διευθυντή Εκπαίδευσης ως προς το διοικητικό του έργο και από τον προϊστάμενο του οικείου τμήματος Επιστημονικής και Παιδαγωγικής Καθοδήγησης ως προς το επιστημονικό - παιδαγωγικό του έργο.
  • ζ) Ο Προϊστάμενος του Τμήματος Επιστημονικής-Παιδαγωγικής Καθοδήγησης της περιφερειακής διεύθυνσης αξιολογείται ως προς το διοικητικό του έργο από τον Περιφερειακό Διευθυντή και ως προς το επιστημονικό-παιδαγωγικό του έργο από Σύμβουλο του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου. 4. Με απόφαση του Υπουργού Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων που εκδίδεται ύστερα από εισήγηση του Τμήματος Αξιολόγησης και Επιμόρφωσης του Π.Ι. καθορίζεται ο τρόπος, η διαδικασία και το περιεχόμενο της αξιολόγησης των Προϊσταμένων Γραφείων Εκπαίδευσης και των Διευθυντών Εκπαίδευσης των νομών και νομαρχιών ως προς το επιστημονικό και παιδαγωγικό τους έργο.
    5. Κάθε αξιολογούμενος κατά τις διατάξεις της παραγράφου 3 δικαιούται να υποβάλει ένσταση, εντός μηνός από την κοινοποίηση σε αυτόν της έκθεσης αξιολόγησης, ενώπιον της επιτροπής της επόμενης παραγράφου και να ζητήσει την επανάληψη της αξιολόγησης του. Υποβολή ένστασης είναι επιτρεπτή στις περιπτώσεις α) που κρίνεται μη προακτέος και β) σε κάθε περίπτωση που κρίνει ο ίδιος ότι υπάρχει αναντιστοιχία μεταξύ των συμπερασμάτων της αξιολόγησης και πραγματικών περιστατικών, τα οποία επικαλείται αιτιολογημένα με την ένσταση του.
    6. Με αποφάσεις του Υπουργού Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων, που εκδίδονται ύστερα από εισήγηση του Τμήματος Αξιολόγησης και Επιμόρφωσης του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου, συγκροτούνται επιτροπές ενστάσεων:
  • α) ανά μία στην έδρα κάθε περιφερειακής Διεύθυνσης Εκπαίδευσης, που αποτελείται από ένα πάρεδρο, μόνιμο ή με θητεία του Π.Ι., ως πρόεδρο και δύο Διευθυντές Εκπαίδευσης ως μέλη, όταν κρίνονται ενστάσεις που αναφέρονται στο διοικητικό έργο του αξιολογηθέντος ή δύο σχολικούς συμβούλους, από τους οποίους ο ένας τουλάχιστον έχει την ίδια ειδικότητα με τον ενιστάμενο ως μέλη, όταν κρίνονται ενστάσεις που αναφέρονται στο επιστημονικό και παιδαγωγικό έργο του αξιολογηθέντος, και
  • β) μία στο Π.Ι. που αποτελείται από ένα Σύμβουλο αυτού, ως πρόεδρο και δύο μόνιμους παρέδρους, από τους οποίους ο ένας τουλάχιστον έχει την ίδια ειδικότητα με τον ενιστάμενο, ως μέλη. Με τις αποφάσεις συγκρότησης των επιτροπών της παρούσας παραγράφου ορίζεται η θητεία του προέδρου και των μελών αυτής, καθώς και ο γραμματέας από διοικητικούς υπαλλήλους ή εκπαιδευτικούς, αποσπασμένους στην περιφερειακή Διεύθυνση Εκπαίδευσης ή στο Π.Ι. αντίστοιχα,
    7. Οι υπό στοιχείο α' επιτροπές της προηγούμενης παραγράφου κρίνουν ενστάσεις που υποβάλλονται από αξιολογηθέντες εκπαιδευτικούς κα; Διευθυντές σχολικών μονάδων ή Σ.Ε.Κ. Η υπό στοιχείο β' επιτροπή κρίνει ενστάσεις που υποβάλλονται από αξιολογηθέντες Προϊστάμενους Γραφείων Εκπαίδευσης, Διευθυντές Εκπαίδευσης, Σχολικούς Συμβούλους και Προϊστάμενους των τμημάτων επιστημονικής -παιδαγωγικής καθοδήγησης της περιφερειακής Διεύθυνσης Εκπαίδευσης. Κωλύονται να μετέχουν στις επιτροπές ενστάσεων οι συντάξαντες έκθεση αξιολόγησης σε πρώτο βαθμό όταν συζητείται ένσταση κατά της αξιολόγησης αυτής.
    8. Οι επιτροπές του παρόντος άρθρου εξετάζουν τις υποβληθείσες ενστάσεις, συνεκτιμούν τους προβαλλόμενους λόγους και αποφασίζουν αιτιολογημένα είτε για την απόρριψη της ένστασης, είτε για την τροποποίηση ορισμένων χαρακτηρισμών και συμπερασμάτων είτε για την επανάληψη της αξιολόγησης των ενισταμένων, την οποία αναθέτουν σε δύο ομοιόβαθμους του πρώτου αξιολογητή.
    9. Με αποφάσεις του Υπουργού Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων, που εκδίδονται ύστερα από εισήγηση του Τμήματος Αξιολόγησης και Επιμόρφωσης του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου, καθορίζονται οι όροι και η διαδικασία μονιμοποίησης και υπηρεσιακής εξέλιξης των εκπαιδευτικών πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης και η διαδικασία, ο τύπος, ο χρόνος, το περιεχόμενο της αξιολόγησης, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την αξιολόγηση των εκπαιδευτικών.

    Άρθρο 6
    Επιμόρφωση των εκπαιδευτικών

    1. Ιδρύεται νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου, μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, με την επωνυμία Οργανισμός Επιμόρφωσης των Εκπαιδευτικών (Ο.ΕΠ.ΕΚ.) που εδρεύει στην Αθήνα και εποπτεύεται από τον Υπουργό Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων.
    2. Σκοποί του Ο.ΕΠ.ΕΚ. είναι:
  • α) Ο σχεδιασμός της επιμορφωτικής πολιτικής για τους εκπαιδευτικούς Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης και η υποβολή σχετικών προτάσεων στον Υπουργό Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων,
  • β) Ο συντονισμός όλων των μορφών και τύπων της επιμόρφωσης των εκπαιδευτικών, καθώς και η υλοποίηση επιμορφωτικών δράσεων,
  • γ) Η κατάρτιση επιμορφωτικών προγραμμάτων, τα οποία ύστερα από την έγκριση τους από τον Υπουργό Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων, υλοποιούνται απόρους επιμορφωτικούς φορείς,
  • δ) Η ανάθεση επιμορφωτικού έργου σε αρμόδιους φορείς και η εισήγηση στον Υπουργό Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων για τη σύσταση αυτοτελών επιμορφωτικών κέντρων και μονάδων.
  • ε) Η κατανομή και η διαχείριση των πόρων που διατίθενται για την επιμόρφωση των εκπαιδευτικών.
  • στ) Η πιστοποίηση φορέων και τίτλων στον τομέα της επιμόρφωσης των εκπαιδευτικών. 3. Ο Οργανισμός διοικείται από επταμελές Διοικητικό Συμβούλιο. Ο Πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου είναι καθηγητής ή αναπληρωτής καθηγητής ΑΕΙ ή επιστήμονας αναγνωρισμένου κύρους που διορίζεται με απόφαση του Υπουργού Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων, ύστερα από γνώμη της Διαρκούς Επιτροπής Μορφωτικών Υποθέσεων της Βουλής. Τα μέλη του Δ.Σ. του Οργανισμού είναι:
  • α) Ένας Σύμβουλος του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου, που ορίζεται με τον αναπληρωτή του από το Συντονιστικό Συμβούλιο αυτού.
  • β) Ένα μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου του Κέντρου Εκπαιδευτικής Έρευνας (Κ.Ε.Ε.) που ορίζεται με τον αναπληρωτή του από το Δ.Σ. του Κέντρου αυτού.
  • γ) Δυο διακεκριμένοι επιστήμονες με ειδίκευση και εμπειρία στον τομέα της συνεχιζόμενης εκπαίδευσης των εκπαιδευτικών, που ορίζονται με τους αναπληρωτές τους με την απόφαση συγκρότησης.
  • δ) Ένας εκπαιδευτικός της Πρωτοβάθμιος Εκπαίδευσης και ένας της Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης, που υποδεικνύονται με τους αναπληρωτές τους από τις οικείες δευτεροβάθμιες οργανώσεις των εκπαιδευτικών. 4. Η θητεία των μελών του Δ.Σ. του Οργανισμού είναι τριετής και η συγκρότηση αυτού γίνεται με απόφαση του Υπουργού Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων, με την οποία ορίζεται και ο γραμματέας του από υπαλλήλους του Οργανισμού ή αποσπασμένους διοικητικούς υπαλλήλους και εκπαιδευτικούς.
    5. Για τη διοικητική στήριξη του έργου του Ο.ΕΠ.ΕΚ.. μπορεί να αποσπώνται με απόφαση του Υπουργού Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων διοικητικοί υπάλληλοι και εκπαιδευτικοί του ίδιου Υπουργείου.
    6. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων και Οικονομικών συνιστώνται οι αναγκαίες θέσεις επιστημονικού, διοικητικού και τεχνικού προσωπικού στον Ο.ΕΠ.ΕΚ. με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου ορισμένου ή αορίστου χρόνου και καθορίζονται τα προσόντα και η διαδικασία πρόσληψης αυτών.
    7. Ο Ο.ΕΠ.ΕΚ. επιχορηγείται με πιστώσεις του τακτικού προϋπολογισμού και του προϋπολογισμού δημοσίων επενδύσεων του Υπουργείου Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων, καθώς και από χρηματοδοτούμενα προγράμματα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
    8. Για την πραγματοποίηση των σκοπών του ο Ο.ΕΠ.ΕΚ. μπορεί να συνεργάζεται με το Παιδαγωγικό Ινστιτούτο, το Κέντρο Εκπαιδευτικής Έρευνας, με δημόσιες υπηρεσίες και οργανισμούς με ελληνικούς και ξένους φορείς επιμόρφωσης, με ελληνικά και ξένα. Πανεπιστήμια και ΤΕ! και Ερευνητικά Κέντρα και να προβαίνει σε ανταλλαγές ειδικών επιστημόνων.
    9. Με αποφάσεις του Υπουργού Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων που εκδίδονται ύστερα από εισήγηση του Δ.Σ. του Ο.ΕΠ.ΕΚ. ρυθμίζονται τα θέματα:
  • α) των ειδικότερα επιδιωκομένων σκοπών του Οργανισμού,
  • β) των αρμοδιοτήτων του Διοικητικού Συμβουλίου και του Προέδρου αυτού,
  • γ) της διάρθρωσης των υπηρεσιών του Οργανισμού και της υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων αυτού,
  • δ) του εσωτερικού κανονισμού λειτουργίας του Οργανισμού,
  • ε) της διαχείρισης της περιουσίας και της διαχείρισης των πόρων του Οργανισμού,
  • στ) κάθε άλλη λεπτομέρεια που αναφέρεται στην οργάνωση και λειτουργία του Οργανισμού. 10. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων και Οικονομικών καθορίζονται οι αποζημιώσεις που καταβάλλονται στο Πρόεδρο για την απασχόληση του στον Οργανισμό, στα μέλη του Δ.Σ. γιο την πρόσθετη απασχόληση τους, στον Πρόεδρο και τα μέλη του Δ.Σ. για οδοιπορικά έξοδα και κίνηση τους εκτός έδρας. Για τον Πρόεδρο, όταν είναι Καθηγητής ή Αναπληρωτής καθηγητής ΑΕΙ πλήρους απασχόλησης εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 6 περίπτωση α' του Ν. 2909/2001 (ΦΕΚ 90 Α').